"Μάρκο, είναι το εικοστό μήνυμα που σου αφήνω; Δεν ξέρω, έχω χάσει το μέτρημα. Σε παρακαλώ, τηλεφώνησε μου. Θα περιμένω." μίλησα για ακόμη μία φορά με τον τηλεφωνητή του και έκλεισα το κινητό.
Την τελευταία εβδομάδα είχε χαθεί από παντού. Από εκείνο το βράδυ που με είχε γυρίσει σπίτι, δεν απαντούσε στα τηλέφωνα, αγνοούσε τα μηνύματα μου και όταν προσπάθησα να τον πλησιάσω στην εταιρία, φρόντισε να προετοιμάσει την γραμματέα του ώστε να μην μου επιτρέψει την είσοδο. Στο σπίτι του δεν ήθελα να πάω, ο κύριος Ανέστης ήταν σε περίεργη κατάσταση και οι καβγάδες, γιατί σίγουρα εκεί θα καταλήγαμε και αυτήν τη φορά, έπρεπε να απουσιάζουν από την καθημερινότητα του.
Ξεφύσηξα ηττημένη και έπεσα ανάσκελα στο στρώμα του κρεβατιού μου. Ήξερα πως θα νευρίαζε, το ήξερα πως το να του εμφανίσω έτσι ξαφνικά τη γυναίκα που τον εγκατέλειψε χρόνια πριν δεν θα ήταν και τόσο καλή ιδέα, αλλά δεν περίμενα πως θα έφτανε στο σημείο να μην θέλει ούτε να με ακούσει. Αυτό που με εκνεύριζε πιο πολύ όμως, ήταν ότι δεν τολμούσε να μου το πει ο ίδιος. Η απαθής συμπεριφορά του, αυτή η συνήθεια που είχε να με αγνοεί και να αδιαφορεί για οτιδήποτε ήταν σημαντικό για εμένα, μεγάλωναν ακόμη περισσότερο το χάσμα ανάμεσά μας. Πίστευα πως κάποια στιγμή θα καταφέρναμε να πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον μα όσο εγώ έκανα βήματα για να φτάσω κοντά του, εκείνος πισωπατούσε και απομακρυνόταν πιο πολύ.
Τα μάτια μου ανοιγόκλεισαν κουρασμένα. Νύσταζα, είχα να κοιμηθώ καλά μέρες, το κεφάλι μου πονούσε από το διάβασμα αλλά ευτυχώς η εξεταστική είχε τελειώσει.
Όσο κι αν ήθελα να κοιμηθώ, δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να το κάνει. Σηκώθηκα με βαριά καρδιά και αποφασισμένη έφυγα από το διαμέρισμα με προορισμό το σπίτι του. Δεν υπήρχε άλλη λύση. Δεν είχα σκοπό να τους προκαλέσω αναστάτωση, ήθελα μόνο να δω εάν ήταν καλά και ήταν ο μόνος τρόπος να το κάνω.
Φτάνοντας έξω από το σπίτι, είδα έναν τύπο να με πλησιάζει. Είχε βάλει και φρουρούς πλέον! Ο άνθρωπος είχε ξεφύγει.
Ο φύλακας, αφού με τσέκαρε από την κορυφή ως τα νύχια, κοιτώντας περίεργα την εμφάνιση μου με αθλητικό σορτς και φανελάκι, με ρώτησε το όνομά μου και έπειτα το μετέφερε μέσω ενός ασυρμάτου σε κάποιον άλλον. Κάτι μου έλεγε πως ο Μάρκος είχε ενημερώσει μέχρι και αυτόν και δεν θα μπορούσα να μπω αλλά τελικά έκανα λάθος. Μου επέτρεψε την είσοδο και εγώ χωρίς να χάσω χρόνο, βρέθηκα πίσω από την πόρτα να χτυπάω το κουδούνι.
YOU ARE READING
Paid
RomanceΤι συμβαίνει όταν αναγκάζεσαι να κάνεις κάτι που δεν θες μόνο για να σώσεις κάποιους; Πρέπει να το κάνεις ή όχι; Αξίζει να θυσιαστείς εσύ, σε μία όχι και τόσο ονειρεμένη ζωή, για να ζήσουν καλά οι γύρω σου; Μόλις δύο μήνες μετά την ενηλικίωση της...