I

53 11 7
                                    

Μετατρέπεις την δειλία μου σε άνθος που πασχίζει να αποφύγει τον ολοκληρωτικό μαρασμό.

Την πίστη στους ανθρώπους είχα εναποθέσει στην θλιβερή ιδέα της θαλάσσης, μα την έφερες πίσω να κοιτάζει την στεριά με τα κύματα.
Σε φοβάμαι, όχι όσο τους άλλους. Σε φοβάμαι όμως.

Διότι αγγίζεις την ποίησή μου,
μ'ενα κοίταγμα τ'άνθη όλα μπορείς να αφανίσεις και να τους δώσεις πνοή.
Όλα σε μια ή ακόμη λιγότερες στιγμές.
Πράγματι σε φοβάμαι τώρα που το παραδέχομαι στο χαρτί.

Τρέμω την φυγή σου, είσαι βλέπεις και εσύ όπως και γώ παιδί του ανέμου και κοντά μου δεν ανήκεις.

-Ἀθηνᾶ

Μισάνοιχτη Κάμαρη Where stories live. Discover now