Το Νησί Των Ιπποτών

12 0 0
                                    

Η μέρα της αποχώρησης έφτασε . Θα παραλήψω όλη τη διαδρομή με το λεωφορείο και το πλοίο, γιατί πολύ απλά δεν έγινε τίποτα αξιόλογο. Οι περισσότεροι το έριξαν στον ύπνο και οι υπόλοιποι ξερνουσαν στις τουαλέτες. Μόνο λίγο με το Γιώργο καθίσαμε κάνα δίωρο και συζητούσαμε, γιατί τα κορίτσια έπαθαν σύνδρομο της ωραίας κοιμωμένης. Ο Οδυσσέας δεν εμφανίστηκε πολύ στο οπτικό μου πεδίο, ήταν πιο πολύ με τα παιδιά του Γ4, παλιές τους παρέες με τον Ανδρέα και ήταν στην άλλη άκρη του πλοίου.
Μόλις φτάσαμε στο ξενοδοχείο, αραδιασαμε όλα μας τα πράγματα παντού και έπεσα στο κρεβάτι, είχαμε μιάμιση ώρα περίπου να ξεκουραστουμε πριν μας κάνουν μια γύρα στην περιοχή που βρισκόμασταν. Τα κορίτσια ξαφνικά βρήκαν την ενέργειά τους και δεν σταματούσαν.
"Τώρα θα κοιμηθείς;" έρχεται από πάνω μου η Νασια και με σκουνταει.
"Ναι, άσε με" γυρνάω πλευρό. "Εσείς σε όλη τη διαδρομή κοιμόμασταν".
"Παμε δίπλα στα κορίτσια;" λέει η Άλεξ.
"Καλά. Όταν είναι να φύγουμε θα σου πω" φωνάζει καθώς βγαίνει από την πόρτα. Λίγη ησυχία βρε παιδί μου... Μπορεί να έκλεισα τα μάτια μου για κανά τέταρτο το πολύ. Την υπόλοιπη ώρα απλά κοιτούσα τον τοίχο απέναντι και σκεφτόμουν το απόλυτο τίποτα. Υπήρχε ένα απλό κενό. Δεν ένιωθα πολύ πρόθυμη να σηκωθώ και να βγω έξω, ούτε να περάσω τις υπόλοιπες τέσσερις μέρες δήθεν χαρούμενη και ευδιάθετη. Δεν θα το προσποιηθώ. Λίγο πριν φύγουμε, σηκώθηκα και άλλαξα ρούχα για να είμαι πιο βολικά γιατί φορούσα ένα πολύ στενό τζιν και τα πόδια μου μούδιασαν. Έβαλα ένα φαρδύ παντελόνι, μια απλή μπλούζα και τη μεγάλη ζακέτα που είχα μαζί μου. Την ώρα που έβγαινα η Νασια ήταν έτοιμη να μπει.
"Α, ξύπνησες. Πάμε." με έπιασε αγκαζέ και κατεβήκαμε κάτω που μας περίμεναν.
Η Ρόδος είναι πραγματικά πανέμορφη. Ακόμη και τα στενάκια της και οι πολυσύχναστοι δρόμοι της, είναι όλα υπέροχα. Έρχεσαι και νιώθεις πως είσαι σε άλλη εποχή. Σαν να βλέπω ιππότες πάνω στα άλογά τους με τη γυαλιστερή πανοπλία τους να μας κοιτάνε περίεργα. Αυτές οι εποχές ήταν για εμένα. Ρομαντισμός και σουρεαλισμός, μια μοναδική μείξη με τη φαντασία και την αγάπη για τη ζωή να σου δίνουν ώθηση για το αύριο. Αν και δεν ξέρω τι θέλω να περιμένω από το αύριο. Δεν ξέρω τι μου γίνεται βασικά, για ποιο αύριο λέω... Είχαμε δύο ώρες να γυρίσουμε λίγο στα δρομάκια και μετά θα επιστρέφαμε πίσω για ξεκούραση γιατί από αύριο θα ξεκινούσε ζόρικο πρόγραμμα. Οπότε και εμείς είδαμε όσα περισσότερα μπορέσαμε για σήμερα και γυρίσαμε στο ξενοδοχείο.

Η σημερινή μέρα ήταν πολλή ωραία. Ο ήλιος φωτεινός, ζεστός ξεγελούν το Απριλιανό ασταθή καιρό και επιτέλους ένιωθες άνοιξη. Τα λουλούδια ευωδίαζαν και πλημμύριζε η ατμόσφαιρα με έντονα αρώματα.

Περπατούσαμε παράλληλα στην οδό των ιπποτων ήρεμες όταν από τη γωνία εμφανίστηκαν τα αγόρια. Το βλέμμα μου αμέσως διασταυρώθηκε με του Οδυσσέα και εκείνος γύρισε το βλέμμα του άλλου. Οι μόνοι που ήταν καλά σε αυτή την παρέα ήταν η Νασια με τον Ανδρέα, που και αυτοί τα έβρισκαν δύσκολα με εμάς.

"Τι συνάντηση και αυτή" λέει ο Ανδρέας και πιάνει τη Νασια από τη μέση.

"Εντάξει" γυρνάει απότομα σε εμάς η Νασια. "Να σας πω κάτι, δεν ξέρω τι θα κάνετε, έχω να μείνω μόνη με τον Ανδρέα τρεις μέρες. Το επόμενο δίωρο θα το περάσουμε χωριά. Αντίο." χαμογέλασε καθώς τραβούσε το αγόρι της από το χέρι. Και οι τέσσερις καθόμαστε και κοιταζομαστε μεταξύ μας στην απόλυτη αμηχανία.

" Βασικά "σπάει τη σιωπή ο Γιώργος." Θα ήθελα να μιλήσουμε " κοιτάει την Αλεξ. Η Αλεξ κοιτάει εμένα και εγώ αυτή. Της χαμογελάω καταφατικά, ότι και αν σημαίνει αυτό, και φεύγει μαζί με το Γιώργο. Και μείναμε εγώ και ο Οδυσσέας.

"Θέλεις να περπατήσουμε λίγο; " η πρόταση του με πιάνει εξ απροόπτου.

" Φυσικά "χαμογελάω και προχωράω μπροστά. Οι πασχαλιές στολίζουν όμορφα το δρόμο και γεμίζουν τα πνευμονία μου με γλυκό αέρα. Είναι πολύ ρομαντικά και κάθε ζευγαράκι θα απολάμβανε αυτό το σκηνικό, γι'αυτό και αισθάνομαι λίγο άβολα. Στο κάτω κάτω, μόλις έχουμε χωρίσει με τον Οδυσσέα και βρίσκομαι μαζί σε ένα τόσο μαγευτικό μέρος. Θέλω πολύ να καθόμασταν πάνω σε ένα ύψωμα και να κοιτούσαμε αγκαλιά τη θέα. Νιώθω μια νοσταλγία και τον έχω στο μισό μέτρο από δεξιά μου. Λίγο να απλώσω το χέρι μου μπορώ να τον αγγίξω.

"Πως σου φαίνεται το Νησί;" δεν με κοιτάει.

"Πόλυ όμορφο" παίρνω μια βαθιά ανάσα. "Το κατάλληλο για να ξεφύγεις από την πραγματικότητα." αφήνει ένα μικρό γέλιο. Η έκφραση του προσώπου του φαίνεται λίγο σφιγμένη, σίγουρα αισθάνεται αρκετά άβολα και αυτός.

" Πως είσαι αυτές τις μέρες;"

"Καλά" κουνάει το κεφάλι του. "Δεν είχα πολλά να σκεφτώ" αυτό με βάζει σε σκέψεις αυτομάτως. Που αναφερόταν; Στο γεγονός ότι δεν είχε χρόνο να σκεφτεί ή δεν είχε κάτι να σκεφτεί ως προς εμένα; Γιατί το αναλύω τώρα αυτό; Περπατήσαμε λίγο ακόμη στη σιωπή, αλλά δεν αντέχεται.

"Οδυσσέα" σταματάω απότομα. Έχει γυρίσει ολόκληρος και με κοιτάει. Κατεβάζω το κεφάλι και παίρνω μια ανάσα. Δεν αξίζει να χαλαστουμε περισσότερο. Κουνάω το κεφάλι μου και χαμογελάω.
"Τίποτα. Όλα καλά". Κάνω να φύγω, αλλά το χέρι το με σταματάει. Το φως κάτω από τις πασχαλιές κάνει το χρώμα των ματιών του να φαίνεται πιο χρυσαφένιο και σαν να έχει πέσει πάνω τους ένα ιριδίζον πέπλο. Το βλέμμα του μου διαπερνά τη ψυχή και κάνει την καρδιά μου να χτυπάει σε γνώριμους ρυθμούς. Είναι σίγουρα ματιά που ερωτεύεσαι μόλις τα αντικρίσεις.
Πιάνω το χέρι του και το απομακρύνω αργά από πάνω μου. Το ύφος του έχει γίνει μελαγχολικό, αλλά δεν αντιλαμβάνεσαι κανένα ίχνος τύψης. Του δίνω ένα γλυκό και θλιμμένο χαμόγελο και συνεχίζω να περπατάω μόνη μου.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Nov 20, 2020 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

Μην με αφήσειςWhere stories live. Discover now