65. Σας βρήκα!!!

23 10 2
                                    

Είχα παγιδευτεί ξανά σε εκείνο το υπόγειο. Ήμουν δεμένη στον τοίχο, μόνο που αυτήν την φορά δεν υπήρχε «οθόνη» για να βλέπω τον έξω κόσμο. Βρισκόμουν μέσα στο σκοτάδι και στο κρύο. Είχα κλείσει και τα μάτια μου, σαν να είχα παραδοθεί στην μοίρα μου.

Το ένιωθα. Η συνείδησή μου αποδυναμωνόταν μέρα με τη μέρα. Ένιωθα κουρασμένη. Εξουθενωμένη. Ένιωθα να σβήνω λες και το σκοτάδι με σκέπαζε και χανόμουν μέσα του.

Δεν ξέρω πόσος χρόνος είχε περάσει και πόσος χρειαζόταν για να εξαφανιστώ. Πλέον μπορούσα μόνο να αναμένω τη λήθη και τίποτα άλλο.

Μετάνιωνα. Αν την προστάτευα καλύτερα, τίποτα από αυτά δεν θα συνέβαινε. Αν δεν είχα «ξεμυαλιστεί» με το φως, τότε τίποτα δεν θα είχε συμβεί. Με πονάει που το παραδέχομαι, αλλά όντως «ξεμυαλίστηκα» από το φως του κόσμου και ξέχασα το ρόλο μου. Ξέχασα αυτό που ήταν σημαντικό. Και οι συνέπειες ήταν τρομερές.

Τώρα στο χρόνο που μου έμενε μέχρι την «διαγραφή» μου, μπορούσα μόνο να μετανιώνω και να νιώθω ενοχές.

Ξαφνικά, η πόρτα του υπογείου έτριξε και η καρδιά μου χοροπήδησε. Να ήταν εκείνος ο τρομερός δαίμονας; Όμως δεν υπήρχε λόγος να επιστρέψει εδώ. Το βλέμμα μου καρφώθηκε στην πόρτα, η οποία άνοιγε αργά.

Την επόμενη στιγμή, πάγωσα στη θέση μου όταν ένα μικρό κεφαλάκι ξεπρόβαλε. Σάρωσε με τα πράσινα λαμπερά μάτια της το δωμάτιο και έπειτα επικεντρώθηκε πάνω μου. Άνοιξε διάπλατα την πόρτα και όρμησε μέσα.

-«Μόργκαν!!! Σε βρήκα!!! Σε βρήκα!!!» άρχισε να χοροπηδάει.

Είχα μείνει παγωμένη στη θέση μου. Μπροστά μου δεν ήταν άλλος από την πεντάχρονη Άιβερι. Όμως, το πλάσμα που έβλεπα μπροστά μου δεν είχε καμία σχέση με το απεγνωσμένο και φοβισμένο παιδί. Αντίθετα, το πλάσμα που βρισκόταν απέναντί μου ήταν φτιαγμένο από ατόφιο φως.

Ζωντάνια και ζωηράδα εκπέμπονταν από την αύρα του. Είχε ένα πονηρό και σκανδαλιάρικο βλέμμα όλο νάζι και ένα φωτεινό πλατύ χαμόγελο. Ακόμη και μέσα στο σκοτεινό υπόγειο, χοροπηδούσε και γελούσε καθώς όπως είχε πει, «με βρήκε».

Χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια από την εξουθένωση που ένιωθα αλλά κατάφερα να ορθώσω μία φράση.

-«Ποια είσαι εσύ;» ρώτησα παρόλο που έβλεπα.

-«Χαζούλα, είμαι η Εύα.» αποκρίθηκε και άρχισε να σαρώνει ξανά το δωμάτιο. Υπήρχε μόνο εκείνη η θολή λάμπα που το φώτιζε, το παλιό στρώμα στο πάτωμα και μια φθαρμένη κουβερτούλα. Τέλος, εγώ ήμουν δεμένη με αλυσίδες στον τοίχο.

Σκοτεινοί Άγγελοι 2Donde viven las historias. Descúbrelo ahora