Το χέρι του πατέρα μου κρατάει το δικό μου προστατευτικά καθώς περπατάμε προς το εστιατόριο. Στην είσοδο αναφέρει το όνομα του και τότε ένας ευγενικός κύριος με ασπρόμαυρο κοστούμι μας δείχνει τον δρόμο προς το κλειστό μέρος όπου είναι μαζεμένοι όλοι η καλεσμένοι για την συγκεκριμένη βραδινή γιορτή. Αμέσως ο πατέρας μου σαν τον επαγγελματία και κοινωνικό άνθρωπο που είναι, ξεκινάει να χαιρετάει όποιον γνωστό ή συνεργάτη βλέπει μπροστά του, συστήνοντας πάντοτε και εμένα. Εγώ με τη σειρά μου προσπαθώ να συμπεριφέρομαι όσο πιο κατάλληλα μου επιτρέπει ο ντροπαλός χαρακτήρας μου και στη συνέχεια δέχομαι με χαμόγελο το κάθε κομπλιμέντο από τους κυρίως μεσήλικες άντρες.
Αφού περάσει η βασανιστική ώρα των χαιρετισμών, ξέροντας ο μπαμπάς μου πως νιώθω λίγο άβολα ανάμεσα σε τόσους αγνώστους, μου υπόσχεται ότι θα κάνουμε μια τελευταία στάση στον Adam, μιας και εκείνος είναι αυτός που διοργάνωσε τη δεξίωση και μας κάλεσε.
Τον πετυχαίνουμε σε μια σπάνια στιγμή που δεν περιτριγυρίζεται από ανθρώπους και τότε βρίσκουμε την ευκαιρία για να τον πλησιάσουμε. Εκείνος στρέφεται προς το μέρος μας συγχρονισμένα ακριβώς τη στιγμή που εμείς φτάνουμε κοντά του, και τότε το μεγάλο του χαμόγελο μας κοιτάζει έκπληκτα αλλά και με ευχαρίστηση καθώς βλέπει εμένα να στέκομαι δίπλα στον πατέρα μου. Αμέσως τείνει το χέρι του προς εκείνον και o Adam το σφίγγει σε έναν θερμό χαιρετισμό.
« Κύριε David, χαίρομαι πολύ που καταφέρατε τελικά να έρθετε απόψε. Σας περίμενα »
« Μα τι λες τώρα, άλλωστε στο είχα υποσχεθεί. Έφερα και την κόρη μου μαζί, δεν ήθελα να την αφήσω μόνη. Πιστεύω την θυμάσαι » Του λέει εύθυμα και το βλέμμα του Adam επικεντρώνεται σε εμένα αυτή τη φορά, προκαλώντας μου αμηχανία, αλλά για χάρη του μπαμπά μου του ανταποδίδω ένα έστω συγκρατημένο χαμόγελο.
« Είναι δυνατόν να την ξεχνούσα;! Και μάλιστα πολύ καλά κάνατε, είναι τιμή μου να σας έχω και τους δύο εδώ απόψε. Emily, πώς είσαι; » Με ρωτάει γλυκά ενώ τοποθετεί την παλάμη του στον ώμο μου σαν μια ένδειξη τρυφερότητας. Αγνοώ την κίνηση του αυτή που με κάνει να θέλω να απομακρυνθώ από κοντά του, όπως και τα πολλά γλυκόλογα- φαίνονται τόσο ψεύτικα, τόσο θεατρικά - και αντίθετα συνεχίζω να κρατάω μια ευγενική όψη καθώς του απαντάω.
« Καλά, ευχαριστώ »
Για καλή μου τύχη, ύστερα από αυτό οι δύο τους ξεκινάνε να συζητούν τα δικά τους, περί δουλειάς και λοιπά, ενώ ο Adam κάνει νόημα σε έναν σερβιτόρο για να φέρει ένα ποτό στον πατέρα μου. Για λίγα λεπτά εγώ απλώς στέκομαι δίπλα τους παρακολουθώντας αδιάφορα τη συζήτηση, ενώ με το βλέμμα μου παρατηρώ γύρω τον μεγάλο χώρο. Ώσπου βρίσκω ένα σχετικά μικρό μπαλκόνι στην δεξιά πλευρά της τραπεζαρίας και αποφασίζω να καταφύγω εκεί για λίγη ώρα, διότι αν συνεχίσει έτσι ολόκληρη η βραδιά, εγώ δεν θα τα βγάλω εύκολα πέρα.
![](https://img.wattpad.com/cover/35216684-288-k558760.jpg)
YOU ARE READING
• Night Changes •
Fanfiction"Meeting you was fate. Becoming your friend was a choice. But falling in love with you was beyond my control."