Κεφάλαιο 79

14 2 0
                                    

Ακούω τον εαυτό μου κάπου στο βάθος να ουρλιάζει το όνομά της επανειλημμένα και τότε επιτέλους καταφέρνω να πεταχτώ έξω από τον εφιάλτη. Τα βλέφαρά μου ανοίγουν και αντικρίζω μονάχα το σκοτάδι που με τυλίγει, με πνίγει. Συνειδητοποιώ με φρίκη πως τα πρώτα δευτερόλεπτα που είμαι ξύπνιος, δεν μπορώ να κουνήσω καθόλου το σώμα μου, κάτι που αυξάνει τον τρόμο στο βλέμμα μου. Νιώθω καρφωμένος στα ανακατωμένα σεντόνια και η καρδιά μου χτυπάει τόσο δυνατά, σαν να θέλει να ελευθερωθεί κάτω από το στήθος μου.

Η πόρτα χτυπάει στον τοίχο καθώς ανοίγει διάπλατα και μόλις βλέπω την Louise να τρέχει προς το μέρος μου, αντιλαμβάνομαι ότι έχω ξανά τον έλεγχο στους μύες μου. Πετάγομαι από το κρεβάτι, ανακαθίζω, κι οι βαριές ανάσες μου ακούγονται περισσότερο σαν βογγητά ψυχικού πόνου, αλλά και ανακούφισης. Νιώθω τα μάτια μου να καίνε και δάκρυα να τα απειλούν από την φόρτωση των συναισθημάτων που με κατακλύζουν. Καταλαβαίνω αμυδρά ότι τρέμω ολόκληρος καθώς κλείνω τα μάτια, δίνοντας άθελά μου ξανά ζωή στο όνειρο που έβλεπα πριν λίγα δευτερόλεπτα. Το σπίτι, οι φλόγες, η Emily.

«Την είδα...Την είδα, Lou» Ψελλίζω με δυσκολία. Ο λαιμός μου πονάει. Νιώθω σαν να ούρλιαζα ώρες ατελείωτες.

«Ποια; Τι έγινε;» Τα χέρια της πιάνουν το πρόσωπο μου σφιχτά, αλλά δεν μπορώ να επανέλθω στο παρόν. Η φωτιά στο μυαλό μου είναι σαν να με καίει στην πραγματικότητα.

«Η Emily. Ήταν εκεί. Μέσα στο σπίτι... Μέσα στις φλόγες» Σαν μια μπάλα στο πάτωμα. Κλαίγοντας με λυγμούς. Κι εγώ της φώναζα ότι προλαβαίνει να βγει έξω, ότι δεν ανήκει στο παρελθόν μου. Όμως δεν κουνιόταν. Μονάχα έκλαιγε, ενώ η φωτιά την τύλιγε αργά. Ώσπου εξαφανίστηκε τελείως. Έγινε στάχτες μαζί με το κτίριο.

«Κοίταξέ με!» Φωνάζει μπροστά από το πρόσωπο μου καθώς με ταρακουνάει να ξυπνήσω. Κατορθώνω τελικά να ανοίξω τα μάτια, να αντικρίσω τα γκρίζα δικά της.

«Το σπίτι αυτό δεν υπάρχει πια. Καταστράφηκε πριν χρόνια, θυμάσαι; Κι η Emily είναι καλά. Είναι στο δωμάτιο της και κοιμάται. Εντάξει; Ήταν μόνο ένας εφιάλτης, Zayn» Τοποθετώ ασυναίσθητα το χέρι μου στο στήθος. Η καρδιά μου πονάει. Ναι, κοιμάται. Είναι καλά. Είναι στα αλήθεια καλά. Πολύ μακριά μου, όμως είναι καλά. Όλα ήταν ένα απλό αρρωστημένο όνειρο. Δε θα μπορούσε να ξέρει. Δε θα μπορούσε να είναι εκεί. Προσπαθώ να καθησυχάσω τον εαυτό μου, ενώ οι εικόνες εξακολουθούν, ζωντανές σχεδόν, να κάνουν βόλτες στο κεφάλι μου.

• Night Changes •Where stories live. Discover now