35ο Κεφαλαιο

3.7K 275 5
                                    


"Καλημέρα."ειπα.
"Η ωραια μερα απο το πρωί φαίνεται."μου ειπε φιλώντας με στα χείλι
"Πάμε να φάμε πρωινώ;"με ρώτησε και του έγνεψα. Τωρα συνειδητοποιεισα οτι φορούσα την μπλούζα του. Χαμογελασα στην ανάμνηση οτι με είχε στην αγκαλιά του όλο το βράδυ. Την ωρα που πηγα να σηκωθώ κοιταξα τον εαυτό μου και παρατήρησα πως αυτό το μπλουζάκι ειναι λιγο κοντό ωστε να φαίνονται τα ακάλυπτα πόδια μου.
"Εεε κατέβα και ερχομαι. Παω λιγο στο μπάνιο."ειπα ντροπαλά προσπαθώντας να βρω τα ρούχα μου. Δεν ένιωθα άνετα να κατέβω ετςι κατω. Χαχανισε και φιλώντας με πεταχτά κατέβηκε στην κουζίνα.
"Παντός δεν πρεπει να με ντρεπεσαι βρε μωρο μου."μου φώναξε ώστε να τον ακούσω. Δεν του απάντησα και πηγα στο μπάνιο για να πλυθώ. Έπλυνα και τα δόντια μου, εβαλα ενα σορτςακι και χωρις να βγάλω την μπλούζα του βγήκα απο το μπάνιο και ειμαι έτοιμη.
Μολις κατέβηκα στην κουζίνα τον ειδα να προσπαθει να φτιάξει κατι. Πηγα πιςω του και εβαλα τα χέρια μου γύρο απο το σώμα του για μια αγκαλιά.
"Τι φτιάχνει το αγόρι μου;"
"Τηγανίτες."του χαμογελαςα και τον φίλησα πεταχτά. Μετα τον άφησα και πηγα στο σαλόνι να κάτσω λιγο.
Μιςη ωρα αργότερα καθόμασταν στη κουζίνα τρώγοντας και γελοντας.
"Παω εγω."ειπα στον Χρήστο εφόσον το κουδούνι χτυπούσε. Ομως μου επιαςε το χερι σταματώντας με.
"Οχι! Εσυ θα πας να βάλεις μια φόρμα  μου γιατι μονο με την μπλούζα μου και αυτό το κοντό σορτσάκι  δεν καλύπτεις και πολλα."χαχάνισα και κουνώντας τον κωλο μου προκλητικά πηγα πανω.
Αναστέναξε και τον ακουςα να ψιθύριζει: 'τι μου κανεις τωρα βρε μωρό μου'
Πηγα στο δωμάτιο και φόρεσα  ενα σορτσάκι πιο μακρι που είχα αφήσει τότε που τα είχαμε. Την ωρα που πηγα να βγω ώστε να παω κάτω ακουςα το κινητό μου να δονητε. Το πείρα στα χέρια μου και ειδα οτι ηταν η μαμα μου.
Δεν το σήκωσα ομως. Δεν ήθελα και απλος έστειλα ενα μηνυμα στον πατέρα μου λέγοντας του πως ειμαι στην Ραφαελλα. Ξερω του λεω ψέματα, αλλα φοβαμε να του πω ότι τα έχω παλι με τον Χρήστο.
Όταν κατέβηκα κάτω βρήκα τον Χρήστο να καθετε στον καναπέ βλέποντας τηλεωραση.
"Ποιος ηταν;"ειπα ερωτηματικά.
"Ο ταχυδρόμος. Μπερδεψαν τα σπίτια. Ηταν για την κυρία Παναγιωτα απο δίπλα.."
Η κυρία Παναγιωτα ηταν μια ηλικιωμένη γιαγιά. Πολυ καλη και φιλόξενη. Την συμπαθώ παρα πολυ όπως και αυτή εμενα.
"Ααα οκευ.."ειπα πηγενοντας προς αυτον. Εκατσα στην αγκαλιά του και εβαλε να δουμε μια ταινία.
"Που θες να πάμε σημερα;"
"Δεν ξερω όπου θες δεν εχω θέμα."του ειπα κοιτώντας τον στα ματια. Με κοιτουςε και αυτός για πολυ ωρα χωρις να πει κατι.
"Γιατι με κοιτάς ετςι;"
"Γιατι εισαι πανέμορφη."γέλασα και τον φίλησα.
"Καλα παω δίπλα να ετοιμαστώ και ερχομαι να φιγουμε οκευ;"μου έγνεψε. Πριν φύγω πηγα και τον φίλησα.
"Μην αργήσεις."με προειδοποίησε.
"Μάλιστα κύριε. Σε μιςη ωρα εξω απο το σπιτι μου."[...]

PROMISE? ALWAYS...Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt