51ο Κεφαλαιο

2.6K 213 3
                                    


~Χρηστος~

Όταν άνοιξα τα ματια μου η Αλεξια δεν ηταν δίπλα μου. Αμεσος σηκώθηκα και αρχιςα να φωνάζω το όνομα της μπας και ειναι στο μπάνιο. Αλλα δεν ακουγόταν τιποτα. Αναστεναξα και πηγα στο μπάνιο. Πλύθηκα στα γρήγορα και όταν βγήκα εξω απο το μπάνιο παρατήρησα πως στο τραπεζάκι δίπλα απο εκει που ειχα αφήσει το κινητό μου υπήρχε ενα χαρτάκι. Αμεσος το επιαςα και αρχιςα να το διαβάζω.
«Καλημέρα μωρο μου! Πηγα στο νοσοκομείο μονη μου αφου δεν ξύπνησες. Το μεσημέρι θα ερθω για να παμε καπου να φάμε. Σαγαπαω..~Α»
Αμεσος χαμογελαςα και κοιταξα την ωρα. Ειναι 15:30. Καλα πόσες ώρες κοιμάμαι; Και γιατι δεν ήρθε ακομα; Αφου μου το έγραψε πως θα έρθει. Χωρις δεύτερη σκέψει την πείρα τηλέφωνο. Ομως δεν απαντούσε. Την πηγα άλλες πέντε φορές περιπου, αλλα αφού δεν μου το σήκωσα αποφάσισα να παω εγω απο το νοσοκομείο να την πάρω.
Μισή ωρα αργότερα ημουν εξω απο το νοσοκομείο και έψαχνα το δωμάτιο που ειναι η μητέρα της. Οταν το βρήκα χτύπησα την πόρτα και ακουςα την αδύναμη φωνή της μητέρα της να μου λεει να περάσω. Οταν μπήκα μεςα χαμογελαςα, αλλα παραξενεύτηκα που η Αλεξια δεν ηταν στο δωμάτιο. Κοιταξα αυτόματα την καρέκλα δίπλα απο το κρεβάτι που ηταν η μητέρα της και τα πράγματα της ηταν εδω.
"Αγόρι μου ποιον ψάχνεις;"ακουςα την κυρία Αναστασία να με φωνάζει.
"Την Αλεξια, αλλα απο οτι φαινετε δεν ειναι εδω."ειπα ενω έτριψα τον σβέρκο μου αμήχανα.
"Ναι νομίζω πως ειναι με τον Μάρκο καπου. Δεν ειμαι και τοςο συγουρι. Αχ τι καλο παλικάρι."αρχισε να λεει τα δικά της, αλλα εγω θόλωσα με το που ακουςα το όνομα 'Μαρκος'.
"Με συνχωριτε."της ειπα και αμεσος βγήκα εξω ψάχνοντας στο μονο μέρος που μπορεί να ηταν με αυτον τον γιατρό. Το γραφείο του. Ετρεχα σαν τον χαζω, ρωτούσα όλες της νοσοκόμες. Λιγα λεπτά αργότερα ημουν στον όροφο που ηταν το γραφείο του. Ετρεχα και έτρεχα.. καλα αυτός ο διάδρομος δεν τελειώνει; Κοιτουςα τριγύρο μου και σε καπια φαςη ακουςα την γλυκιά φωνή της και γέλια. Αμεσος κοιταξα προς τα εκει με ενα χαμόγελο ομως πάγωσα στο θέαμα. Η Αλεξια να βγαίνει με αυτον τον μαλακά απο το γραφείο του και να γελάνε και αυτός να φτιάχνει το πουκάμισο του. Εστω και εγινε αυτο που νομίζω. Όταν με κοίταξε για λιγο έμεινε ακίνητη.

~Αλεξια~

Τον κοιταξα και γυριςα να κοιταξω και τον Μάρκο.
"Εμεις θα τα πούμε μετα."μου ειπε χαμηλόφωνα κοντά στο αυτι μου ωστε να μην το ακουςη ο Χρήστος, αλλα αυτο τον νευρίασε περισσότερο. Όταν ειδα τον Μαρκο να εχει απομακρυνθεί αρκετά πλησίασα τον Χρήστο χαμογελοντας καπως αμήχανα.
"Μωρο μου τι κανεις εδω; Δεν σου ειπα πως θα ερθω για να παμε για μεσημεριανό;"πηγα να τον αγκαλιάσω, αλλα απομακρύνθηκε κοιτοντας με ψυχρά.
"Το μεσημέρι πέρασε εδω και ωρες, αλλα εσυ που να το καταλάβεις αφού είχες με αλλα πράγματα να ασχοληθείς."πηγε να φυγει ομως τον τράβηξα προς τα εμενα.
"Οπα οπα τι εννοείς;"ειπα μπερδεμένη.
"Κατάλαβες Αλεξια δεν χρειαζεται να στο συλλαβεισω και ολας."μου απάντησε και πηγε να φυγει παλι.
"Που πας;"του ειπα αποτομα.
"Φεύγω! Που παω; Τι με θες έφοσον εχεις αυτον εδω;"καλα πλακα μου κανει τωρα. Ζηλεύει;
"Χρηστο ζηλεύεις;"του ειπα ενω τον κοιταξα στα ματια. Αυτος δεν με κοίταξε και πηγε να φυγει παλι όμως τον επιαςα και τον γυριςα προς τα εμενα.
"Ζηλεύεις!"αυτή την φορα δεν τον ρωτηςα, αλλα του το δήλωσα.
"Με δουλευεις; Τι να ζηλέψω; Αυτον; Δεν θα εισαι με τα καλα σου."μου λεει απότομα.
"Τότε γιατι εχεις σφίξει τα χέρια και εισαι έτοιμος να χτυπήσεις καποιον;"
"Γιατι ετςι γουσταρο!"μου φώναξε και αμεσος τον κοιταξα απειλητικά.
"Μην φωνάζεις άνθρωπε μου σε νοσοκομείο είμαστε!!"
"Με δουλεύεις; Ξερεις τι ειναι να ξυπνάω και να μην σε βλεπω δίπλα μου, μετα να βλεπω ενα γαμω σημειωμα που να λεει πως θα εισαι πιςω το μεσημέρι για να παμε να φάμε, αλλα είχε περάσει το μεσημέρι και καν δεν απαντούσες σε όλες της κλείσεις που σου εκανα και όταν ερχομαι εδω να σε βρίσκω με τον γιατρό που ουτε καν γιατρός ειναι μονο να την πεφτει σε άλλες ξέρει και να σας βλεπω να χαζογελατε και αυτός να φτιάχνει το πουκάμισο του; Ξερεις πως ειναι;;"ειχα μείνει. Οταν πηγα να απαντήσω δεν με άφησε και συνέχισε.
"Μετα δεν εχεις το δικαίωμα να μου λες να μην φωνάζω. Γαμωτο!"φώναξε μπροστά στο προσόπο και με το πόδι του κλώτσησε της καρέκλες που ηταν απέξω. Ευτυχώς δεν ηταν κανεις στον διάδρομο που ειμαςταν και δεν είδαν τον τσακωμό μας. Αρχιςε να φεύγει και εγω αμεσος τον ακουλουθησα.
"Που πας τωρα; Ρε Χρηστο δεν ειναι αυτο που νομίζεις!"
"Δεν ειναι αυτο που νομίζω; Σοβαρά τωρα; Αλεξια με εχεις φέρει στα όρια μου!!"φώναξε ξανα. Πηγα να τον ακουμπήσω ομως απόμακρηνθηκε απο κοντά μου.
"Μην με ακουμπάς γαμωτο!"φώναξε, ενω τωρα είχαμε φτάσει εξω απο το νοσοκομειό. Ειχαμε γίνει ίδι θέαμα στον κόσμο ομως δεν με ένοιαζε καθόλου.
"Ρε χρηστο περιμ-"
"Οχι Αλεξια παρατάμε. Φευγω."
"Που πας; Που φεύγεις; Τι λες;"ειπα ταραγμένη βουρκωνοντας.
"Παω Θεσσαλονίκη και το καλο που σου θελω μην με παρεις τηλεφωνώ και μην έρθεις να με βρεις."
"Ακούςε με γαμωτο."ομως δεν τον πρόλαβα. Ειχε μπει μολις στο πρώτο ταξί που βρήκε και έφυγε. Ετςι απλά έφυγε. Με παράτησε εξω απο το νοσοκομείο μόνη να κλαίω. Χωρις να μου δώσει την ευκαιρια να του εξηγήσω. Να του πω πως δεν εγινε τιποτα.
Χωρις να εχω αλλη επιλογή πηγα παλι στο δωμάτιο που ηταν η μητέρα μου. Οταν μπήκα μεςα αμεσος αντιλήφθηκε την θλίψη μου.
"Κοριτσάκι μου τι εγινε; Σε πείραξε ο Μάρκος;"ειπε σοκαρισμενη.
"Πιος Μάρκος ρε μαμα."της απάντησα αγανακτισμένη και έκατσα στην καρέκλα δίπλα της.
"Τότε τι-"
"Οχι τωρα μαμα."της απάντησα απότομα και δεν μου ξαναμίλησε. Ενιωθα άσχημα που της μιλούσα ετςι, αλλα δεν ειπα τιποτα και εγω. Μετα απο λιγο την ακουςα να μου λεει.
"Πανε βρες τον. Κρίμα ειναι να χωρίσετε για μια χαζομάρα. Αφου βλεπω πως τον αγαπάς."σήκωσα σιγά το κεφάλι μου και την κοιταξα παράξενα.
"Τι με κοιτάς ετςι; Αντε πηγενε να τον προλάβεις."της έγνεψα και αμεσος σηκώθηκα παίρνοντας τα πράγματα μου, της εδωςα ενα φιλι στο μάγουλο και βγήκα αμεσος εξω με προορισμό το ξενοδοχείο.
Είκοσι πέντε λεπτά αργότερα ημουν εξω απο το δωμάτιο που είχαμε νικιαςει και χτυπούσα την πόρτα ομως δεν μου άνοιγε. Αμεσος κατέβηκα στην reception.
"Συγνώμη επειδη ξεχαςα την κάρτα απο το δωμάτιο 112 και ο φίλος μου δεν ειναι έδω τωρα για να μου την δώσει μήπως μπορείτε να μου δώσετε μια αλλη;"ειπα με όσο πιο ευγενικό τροπο γινόταν.
"Ενα λεπτό να κοιταξω αν εχουμε ενα ακομα."της έγνεψα και έφυγε να ψάξει. Οταν γυριςε ομως είχε ενα ανησυχώ βλέμμα.
"Δεν θελω να σας ανησυχήσω ομως ο φιλος σας εκανε τσεκ αουτ πριν μιςη ωρα περιπου και μας αφίσε μια μικρή βαλίτσα και ειπε να σας την δώσουμε."την κοιταξα χαμένη επεξεργάζοντας τα λόγια που ειπε μολις. Δηλαδη αλήθεια έφυγε; Χωρις εμενα; Χωρις να πω κατι πηρα την βαλίτσα στο χερι και έφυγα απο εκει πηγαίνοντας στο νοςοκομειο μιας και δεν ειχα αλλη ανταλλακτική λύσει.

Όταν μπήκα μεςα στο δωμάτιο ηταν και ο Μάρκος μεςα κάνοντας στην μαμα μου καπιες εξετάσεις. Άφησα την βαλίτσα μου δίπλα απο την πόρτα και βγήκα εξω παλι. Πεντε λεπτά αργότερα ο Μάρκος με φώναξε να παω μεςα.
"Εχω ευχάριστα νέα κοριτςια."μας ειπε με χαμόγελο. Η μητέρα μου ολοι την ώρα χαμογελουςε εγω απλά ειχα ενα ψεύτικο χαμόγελο χαραγμένο στα χείλη μου.
"Κυρία Αναστασία μπορείτε να βγείτε και ολας αυτή την στιγμή. Ειστε μια χαρά, το μόνο που χρειάζεστε  τωρα είναι ξεκουράσει."η μητέρα μου χαρούμενη σηκώθηκε προσεχτικά και μαζι με δυο νοσοκόμες πήγαν στην τουαλέτα για την την βοηθήσουν να ντυθεί. Εγω μαζι με τον Μαρκο πήγαμε να υπογράψω τα χαρτιά για να φύγουμε επιτελους.

~Δυο ωρες αργότερα~

Κάθομαι στο παλιό μου δωμάτιο. Δεν θυμάμαι και πολλα απο της στιγμές που πέρασα εδω ειναι η αλήθεια αλλα καλυτερα για εμενα. Η μητέρα μου ειναι στο δωμάτιο της και κοιμάται και εγω σαν την χαζή περνώ τηλέφωνα τον Χρηστο για να του εξηγυσω, αλλα τοςο ξεροκεφαλος που ειναι το εχει κλειστό.
Το απόγευμα καθομουν στο σαλόνι με την μητέρα μου και κοιτούσαμε τηλεωραση. Ξαφνικα το κινητό μου δονηθηκε βγάζοντας με απο της σκέψεις μου.
"Ελα μπαμπά.."ειπα ενω σηκώθηκα για να μιλήσω μαζι του χωρις να ειναι η μητέρα μου μπροστά.
"Ελα κοριτσάκι μου τι κανεις; Η Αναστασία;"
"Ολα καλα μπαμπά και η μαμα καλα ειναι."ειπα καπως αμήχανα.
"Ποτε θα έρθεις κοριτσάκι μου;"
"Μάλλον μεθαύριο θα ερθω. Καλα σε κλείνω τωρα θα τα πούμε."λιγα λεπτά αργότερα ημουν παλι ξαπλωμένη στο σαλόνι βλέποντας μπρουσκο, ενω την μητέρα μου την είχε πάρει ο ύπνος. Ευτυχώς ακουςα το κουδούνι να χτυπά την ωρα που τελείωσε το εργω. Οταν άνοιξα την πόρτα ξαφνιάστηκα.
"Τι κανεις εσυ εδω;"


----------------------------------------------
Αλλο ενα κεφαλαιο!!Ελπιζω να σας αρεσει!!💕

PROMISE? ALWAYS...Where stories live. Discover now