Κεφάλαιο 18

15.1K 1K 53
                                    

"Ευχαριστώ" Μουρμούρισα χαμηλόφωνα μόλις φτάσαμε έξω από το σπίτι μου και πήγα να ανοίξω την πόρτα, όμως με σταμάτησε.

"Αν σου ζητούσα να μου κάνεις μια χάρη θα δεχόσουν;" Με ρώτησε και με κοίταξε μέσα στα μάτια. Ένιωθα ότι θα λυγίσω μπροστά στην θέα τους και έγνεψα θετικά σχεδόν τρέμοντας.

"Αύριο θα έρθεις μαζί μου μόνο για μια μικρή βόλτα, σε παρακαλώ" Αγκάλιασε την παλάμη μου με την δικιά του και συνέχισε να με κοιτά επίμονα σαν να προσπαθούσε να διαβάσει τις σκέψεις μου.

"Άρη.. δεν ξέρω πραγματικά. Ίσως δεν θα έπρεπε να το πιέσουμε τόσο πολύ" Είπα και κοίταξα χαμηλά στα χέρια μας. Αυτός με την ελεύθερη παλάμη του σήκωσε ξανά το κεφάλι μου και το χείλος του άνοιξε ελάχιστα σαν να του κόπηκε η αναπνοή.

"Βοήθησε με να διορθώσω όλον αυτό τον χαμό" Ψυθιρίσε και η ζεστή του ανάσα χάιδεψε το πρόσωπο μου, ζαλίζοντας με περισσότερο.

Δεν άντεξα. Αυτή η δίψα που κατέκλυσε το σώμα μου νίκησε. Αγκάλιασα το μάγουλο του με την παλάμη μου και τον έφερα κοντά μου. Τα χείλη μας ακουμπήσαν ελάχιστα και τότε πήρε φόρα. Τύλιξε τα χέρια του με δύναμη γύρω μου και με ανέβασε πάνω του.

"Γαμώτο" Ψυθίρισε και με φίλησε. Με φίλησε όπως δεν με είχε ξαναφιλήσει ποτέ του. Τα χέρια του με είχαν κλειδώσει πάνω του με έναν τρόπο που με έκανε να νιώθω ασφάλεια. Πήρε το πάνω χέρι όταν κατάφερε να τρυπώσει την γλώσσα του στο στόμα μου και δάγκωσε το χείλος μου. Το οξυγόνο μου τελείωνε όμως δεν το χρειαζόμουν εκείνη την στιγμή.

Όταν με απομάκρυνε αυτός από πάνω του με κοίταξε μη βέβαιως για την αντίδραση μου. Ήξερα πολύ καλά πως αυτό που έκανα δεν ήταν σωστό. Έκρυψα το πρόσωπο μου στις παλάμες μου και άρχισα μουρμουρίζω μετανιωμένη λόγια που ούτε εγώ η ίδια δεν καταλάβαινα.

"Κάλη μη" Ψυθίρισε και απομάκρυνε τα χέρια μου από πάνω μου. Μου χαμογέλασε θερμά και κοίταξα αλλού. Ντρεπόμουν. Μα τι έκανα;

"Συγνώμη, πρέπει να φύγω" Είπα ξαφνικά και άνοιξα την πόρτα του οδηγού. Γλίστρησα έξω από το αμάξι και άρχισα να τρέχω.

"Περίμενε γαμώ" Φώναξε και βγήκε έξω. Με πρόλαβε πριν μπω στην αυλή και με τράβηξε επάνω του. Πέρασε μια από τις τούφες των μαλλιών μου, που κρύβαν το πρόσωπο μου, πίσω από το αυτί μου και με αγκάλιασε.

"Δεν χρειάζεται να αντιδράς έτσι, καληνύχτα" Έκανε ένα βήμα πίσω όμως αδυνατούσα να τον κοιτάξω στα μάτια. Κοίταζα επίμονα τα χέρια μου τα οποία παίζαν αμήχανα μεταξύ του.

Anarchy Where stories live. Discover now