Κεφάλαιο 58

8.3K 454 51
                                    

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ. Ευχαριστώ❤

Αποφάσισα πως θα ήταν καλύτερο εάν όντως έπαιρνα ένα μικρό διάλειμμα από την καθημερινότητα και αφοσιωνόμουν αποκλειστικά και μόνο στα καθήκοντα μου, έτσι και έκανα! Άλλωστε δεν ήταν υποχρέωση μου να πάω να τον βρω.. αυτός νευρίασε και έφυγε χωρίς λόγο!

"Σάββατο βράδυ είναι, δεν θα βγεις;" Ρώτησε η μητέρα μου, καθώς μάζευε από την καρέκλα του γραφείου μου τα άπλυτα ρούχα μου. Σήκωσα βαριεστημένα το κεφάλι μου από το μαξιλάρι μου και μούγκρισα αρνητικά.

"Θες να έρθεις μαζί μας στο τραπέζι που είμαστε καλεσμένοι με τον πατέρα σου απόψε; Θα έρθει και ο αδερφός σου" Παραδέχομαι ότι κράτησα με τα χίλια ζόρια τα γέλια μου. Ο Στέλιος; Πιο παλιά λάτρευα να πηγαίνω σε επαγγελματικά τραπέζια με τους γονείς μου, πλέον όμως όχι.

"Μπα, η Άλεξ με πήρε τηλέφωνο πριν λίγο και μου είπε ότι θα μου φέρει την μικρή να την προσέχω, γιατί θα βγει λέει με τον Παντελή και κάτι φίλους τους για ποτό" Σήκωσε το καλάθι των απλύτων και μου έριξε μια τελευταία ματιά, πριν βγει από το δωμάτιο χωρίς να μου απαντήσει.

Γύρω στις δέκα άκουσα τις φωνές τους από κάτω και αναγκάστηκα να αποχωριστώ το κρεβάτι μου, στο οποίο ξάπλωνα τις τελευταίες τέσσερις ώρες χωρίς να κάνω απολύτως τίποτα, για να δω τι συνέβαινε.

"Επιτέλους! Τόσην ώρα σε φωνάζουμε για να σου πούμε ότι φεύγουμε. Αν χρειαστείς κάτι με το μωρό πάρε μας τηλέφωνο, εντάξει;" Έγνεψα θετικά και έριξα το σώμα μου στα κάγκελα της σκάλας, περιμένοντας υπομονετικά να φύγουνε.

Όταν η εξώπορτα πίσω τους έκλεισε άφησα μια τεράστια ανάσα ανακούφισης, που πλέον ήμουν μόνη σπίτι, και πήγα στο σαλόνι για να χαζέψω λίγη τηλεόραση μέχρι να έρθει η αδερφή μου. Πάνω στην ώρα που πήγαινε να με πάρει ο ύπνος το κουδούνι χτύπησε και σηκώθηκα σαν ελατήριο από τον καναπέ.

"Λοιπόν πάνες έχει εδώ μαζί με τα φορμάκια. Η σκόνη και το μπιμπερό της είναι κάτω από την πετσετούλα της και η πιτζάμα είναι το πιο χοντρό φορμάκι, το άλλο που σου έχω μέσα θα της το φορέσεις αφού την κάνεις μπάνιο" Μπήκε μέσα φουριόζα και ξεκίνησε να μου λέει σαν προγραμματισμένο ρομπότ τα καθήκοντα μου.

"Γειά σου και σε εσένα Αλεξάνδρα" Ειρωνεύτηκα και με στραβοκοίταξε. Μου παρέδωσε την μικρή και την τσάντα και αφού με αποχαιρέτησε βιαστικά, βγήκε από το σπίτι και έκλεισε την πόρτα πίσω της.

Anarchy Where stories live. Discover now