"Δεν με ενδιαφέρει τι λες εσύ, σήμερα θα στολιστούμε σαν Χριστουγεννιάτικα δέντρα!" Φώναξε γεμάτη ενθουσιασμό η Αναστασία και πέταξε στο κρεβάτι μου δύο τσάντες γεμάτες ρούχα, μέικαπ και τα σχετικά.
"Το ξέρεις ότι δεν είμαστε καλεσμένες στον γάμο της βασίλισσας της Αγγλίας, έτσι δεν είναι;" Ρώτησα ειρωνικά και με κοίταξε δολοφονικά.
"Μην ανυσηχείς δεν θα φτάσει μέχρι εκεί η χάρη σου! Τώρα σήκω γιατί έχουμε λιγότερο από πέντε ώρες μέχρι την τελευταία μας χοροεσπερίδα" Ξαναφώναξε και άρχισε να με τραβολογάει για να σηκωθώ από το κρεβάτι μου.
"Δεν με παρατάς μωρέ; Εσύ είσαι μουρλή και πρέπει να τα περνάω όλα εγώ;" Προσπάθησα να απελευθερωθώ από το κράτημα της αλλά ήταν αδύνατο.
"Ξεκινάμε!" Αναφώνησε όταν τελικά υποχώρησα και ξεκίνησε να πετάει ότι είχαν μέσα οι τσάντες της στο κρεβάτι μου. Άλλαζε ρούχα, παπούτσια, κοσμήματα έφτιαχνε και ξαναέφτιαχνε μαλλιά και μέικαπ ώσπου κατέληξε κάπου.
"Τι λες;" Ρώτησε χαρωπά και έκανε μια σβούρα γύρω από τον εαυτό της. Φορούσε ένα κοντό και απλό σκούρο μπλε φόρεμα και ένα ζευγάρι άσπρες γόβες οι οποίες της έδιναν το κατάλληλο ύψος και τονίζαν τα καλλίγραμμα πόδια της. Τα μαλλιά της ήταν ολόισια και για το μακιγιάζ είχε κινηθεί σε τελείως nude αποχρώσεις.
"Λέω να πάω να κάνω μπάνιο και να με αφήσει στην ησυχία μου!" Τόνισα περισσότερο το 'ησυχία μου' και μου πέταξε ένα φόρεμα που βρήκε μπροστά της.
"Αντε να χαθείς αχάρτιστη!" Φώναξε την ώρα που έβγαινα από το δωμάτιο κατευθυνόμενη προς την τουαλέτα και γέλασα.
[...]
"Δηλαδή δεν θα έρθετε;" Ρώτησα τον Άρη στο τηλέφωνο και έκατσα στο κρεβάτι μου. Κοίταξα την Αναστασία η οποία έβαζε την χιλιοστή στρώση κραγιόν της και με κοίταξε και αυτή μέσα από τον καθρέφτη.
"Ρε μωρό μου δεν προλαβαίνουμε.. πρέπει να καθίσουμε με τον Άλεξ είναι η τελευταία του μέρα μέσα" Μου εξήγησε και ξεφύσηξα.
"Εντάξει εντάξει δεν πειράζει. Τα λέμε καληνύχτα" Απάντησα και τερμάτισα την κλήση. Η Αναστασία γύρισε απότομα προς το μέρος μου και έγνεψα αρνητικά κάτι που την έκανε να κατσουφιάσει.
"Ξέρεις κάτι; Δεν χρειαζόμαστε δυό γαϊδούρια για να περάσουμε καλά! Περνάμε και μόνες μας. Άντε σήκω σήκω!" Φώναξε η Αναστασία και πετάχτηκα επάνω σαν στατιωτάκι. Αρπάξαμε τα πράγματα μας και βγήκαμε στον διάδρομο με βηματισμό μοντέλων ώσπου σκόνταψε και σκάσαμε στα γέλοια.
YOU ARE READING
Anarchy
Teen Fiction[ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΈΝΗ] "Για που νομίζεις ότι το έβαλες;" Με ρώτησε, ενώ εγώ εστίασα το βλέμμα μου στα καταγάλανα μάτια του που ξεπρόβαλαν μέσα από την μαύρη μάσκα του. Μου κίνησε τόσο το ενδιαφέρον που επιθυμούσα να την τραβήξω και να αποκαλύψω το πρόσωπο τ...