κεφάλαιο 1

36.6K 1.3K 51
                                    

ΑΝΝΑ

Ωραία!! Και τώρα τι κάνουμε? Πρέπει να βάλω τις σκέψεις μου σε μία σειρά. Έτσι όπως κουνάει το καράβι δε μπορώ να σκεφτώ τίποτα. Κλείνω το βιβλίο και κάθομαι λίγο πιο άνετα στον καναπέ. Κοιτάω γύρω μου το σαλόνι και μετράω το πολύ δεκαπέντε άτομα. Βέβαια τέλη Γενάρη τι κόσμο να έχει? Στα δεξιά μου, μία μαμά με το παιδάκι της προσπαθεί να το κοιμίσει , λίγο πιο δίπλα δύο πιτσιρικάδες πάνω από έναν υπολογιστή, ευθεία μπροστά μου σε ένα τραπεζάκι τρία γεροντάκια παίζουν χαρτιά, στους καναπέδες βλέπω διάφορους ανθρώπους ξαπλωμένους, κουκουλωμένους με τα μπουφάν τους και αριστερά μου... έλεος, δύο τύποι που με κοιτάνε σα ξελιγωμένοι, λες και δεν έχουν ξανά δει γυναίκα να ταξιδεύει μόνη! Πιάνω πάλι το βιβλίο μου και διαβάζω μερικές σελίδες χωρίς να καταλαβαίνω τίποτα, το κλείνω ξανά και κοιτάω το ρολόι μου, έχουν περάσει πέντε ώρες και μέχρι να φτάσουμε στο νησί θέλουμε άλλες τέσσερις. Ξεφυσάω και βολεύομαι λίγο καλύτερα, με την άκρη του ματιού μου βλέπω τους δύο τύπους να με κοιτάνε επίμονα και να μιλάνε μεταξύ τους με ένταση. Τους γυρνάω όσο μπορώ πλάτη και πιάνω το κινητό μου για να πάρω την κολλητή μου τηλέφωνο. Μετά από αρκετά κουδουνίσματα την ακούω νυσταγμένη να μου απαντάει.

«Έλα βρε Άννα μου, έφτασες? Τι ώρα είναι?»

« Ελπιδάκι δεν έφτασα ακόμα αλλά βαριόμουνα και είπα να σε πάρω να μιλήσουμε λιγάκι για να περάσει η ώρα...»

«Καλά...» Για λίγη ώρα δεν ακούω τίποτα

«Ελπίδααα!!»

«Εδώ είμαι!!! Σε πόση ώρα φτάνεις? Κατά τις έξι ε?»

«Ναι, θες να μου ξανά πεις στα γρήγορα τι είπες στα ξαδέρφια σου?»

«Λοιπόν τα έχω τακτοποιήσει όλα, για καλή σου τύχη ο ξάδερφος μου ο Στέφανος εδώ και λίγο καιρό ψάχνει για την τρίχρονη κόρη του νταντά που να μιλάει τέλεια αγγλικά ώστε να μάθει να τα μιλάει και η μικρή!! Εσύ που έχεις τελειώσει αγγλική φιλολογία και αγαπάς και τα παιδιά θα είσαι τέλεια!!»

«Και αν δε του κάνω? Εσύ δε μου είπες ότι έχει διώξει ήδη τέσσερις κοπέλες?»

«Την μία την έδιωξε γιατί μιλούσε τα αγγλικά σαν κινέζικα και τις άλλες τις έδιωξε γιατί του την έπεσαν!! Στο είπα και τα τρία ξαδέρφια μου είναι κούκλοι!! Είμαστε όμορφο σόι!!» Την ώρα που μου πέταξε την τελευταία ατάκα άκουγα το γέλιο της τόσο γάργαρο που ήμουν σίγουρη ότι έχει ξυπνήσει για τα καλά. Προσπαθούσα να θυμηθώ τι άλλο μου είχε πει για τα ξαδέρφια της... ο μεγάλος ο Νικήτας ασχολιόταν με τα αμπέλια αλλά η κύρια δουλειά του ήταν το οινοποιείο, ο δεύτερος ο Στέφανος ήταν ο αρχιτέκτονας και έκανε κάτι που είχε σχέση με τον αγροτουρισμό και ο μικρότερος ο Στρατής είχε τελειώσει γεωπόνος αλλά τα βράδια δούλευε μπάρμαν σε μπαρ. Όση ώρα το μυαλό μου ταξιδεύει η Ελπίδα συνεχίζει να μιλάει για τα φοβερά ξαδέρφια της.

Κρασί...Θάλασσα...έρωταςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora