κεφάλαιο 11

17K 1.1K 17
                                    

ΑΝΝΑ

Οι Δευτέρες ποτέ δε μου άρεσαν, ειδικά όταν ο καιρός ήταν έτσι μουντός όπως είναι σήμερα. Πρέπει να ξυπνήσω την μικρή για να πάμε να βρούμε στολή για το πάρτη που θα γίνει την Παρασκευή. Χτες περάσαμε πάρα πολύ ωραία! Μπορεί να μη μιλούσα στον Στέφανο, μόνο τα τυπικά, αλλά με την κυρία Ελισάβετ και τη Λίζα δε βάλαμε γλώσσα μέσα. Τον έβλεπα να με κοιτάει συνέχεια, σα να ήθελε να μου πει κάτι. Φορούσε σκούρο μαύρο τζιν, κόκκινο μπλουζάκι και μαύρο δερμάτινο τζάκετ, του πήγαινε πάρα πολύ, δε το λέω μόνο εγώ, το λένε και τα μάτια δεκάδων μαμάδων που βρίσκονταν εκεί, εκείνη την ώρα και αντί να κοιτάνε τα παιδιά τους κοιτούσαν τον Στέφανο. Προς τιμήν του πάντως δεν τους έδινε καμία απολύτως σημασία. Πήγαμε σε ένα τέλειο παιδότοπο με πολλές δραστηριότητες και επειδή ήταν Κυριακή είχε πολύ κόσμο. Η μικρή έπαιξε και το ευχαριστήθηκε, δεν έχει τη δυνατότητα να συναναστρέφεται με πολλά παιδάκια αφού δε πάει σχολείο έτσι η χθεσινή μέρα ήταν τέλεια για εκείνη. Μας κάλεσαν στην αποκριάτικη γιορτή και από τη στιγμή που το άκουσε προσπαθούσε να πείσει το μπαμπά της να την πάει. Ο Στέφανος προσπαθούσε να το αποφύγει και τελικά προσφέρθηκα εγώ. Η γιορτή είναι την Παρασκευή το απόγευμα, όταν τελειώσει θα την πάω στη γιαγιά της και μετά θα ξεκινήσει το ρεπό μου. Κανένα πρόβλημα! Σήμερα θα βρούμε στολή και θα είμαστε έτοιμες!

Ανοίγω την πόρτα της κρεβατοκάμαράς της, πατάω στις μύτες των ποδιών μου για να μη την ξυπνήσω απότομα και πλησιάζω στο κρεβάτι που... είναι άδειο. Τι στο καλό? Κοιτάω στο μπάνιο της, άδειο και αυτό. Βγαίνω στο διάδρομο και ακούω γέλια, πλησιάζω και βλέπω την πόρτα του Στέφανου ανοιχτή, η μικρή χοροπηδάει πάνω στο κρεβάτι και εκείνος κάνει πως ροχαλίζει. Η Λίζα με βλέπει και με φωνάζει να μπω μέσα, επιμένει και πάω κοντά.

«Άννα ο μπαμπάς κοιμάται!!» ροχαλίζει υπερβολικά και μου φεύγει ένα γελάκι, ανοίγει τα μάτια και μου ρίχνει ένα βλέμμα κόλαση. Η μικρή δε τον βλέπει και συνεχίζει να πηδάει. «Έλα και εσύ! Το κρεβάτι αυτό είναι ειδικό για να πηδάμε έτσι!» Ανεβαίνω με τα γόνατα και πιάνω τα χέρια της,

«Αν ξυπνήσει ο μπαμπάς σου?»

«Δεν ξυπνάει σου λέω..» ροχαλίζει ξανά «Δεν τον ακούς?» τον βλέπω που χαμογελάει, το κρεβάτι αυτό είναι πραγματικά τεράστιο! Είμαι όρθια και έχω τα χέρια μου ενωμένα με της Λίζας. Κάνουμε μερικές στροφές και ο Στέφανος την αρπάζει, η μικρή τσιρίζει και προσπαθεί να ξεφύγει.

Κρασί...Θάλασσα...έρωταςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora