κεφάλαιο 19

17.3K 1.1K 11
                                    

Τι θέλω και τα σκέφτομαι τώρα όλα αυτά? Η Ελπίδα ήταν πάντα φίλη μου, με στήριζε και με συγκρατούσε όταν γινόμουν αυτοκαταστροφική. Εκείνη με έστειλε εδώ, εκείνη θα αποφασίσει αν θα μείνω η όχι. Σε περίπου δεκαπέντε μέρες, μετά το Πάσχα δηλαδή θα φύγω, θα επιστρέψω πίσω και ας ελπίσουμε να πάνε όλα καλά. Το πολύ πολύ να αλλάξουμε γειτονιά, δεν είναι τίποτα. Στην περιοχή που μένει η αδερφή της μαμάς μου έχει τα πάντα, γιατί όχι? Ας ελπίσουμε να έχει βαρεθεί να με ψάχνει ο Δημήτρης... Όσο τα σκέφτομαι όλα αυτά φτιάχνω συγχρόνως και μια πλούσια σαλάτα. Η κυρία Ελισάβετ ελέγχει το ψητό στο φούρνο και η Ιωάννα με το Στρατή και την Λίζα φτιάχνουν παζλ.

 Την ώρα που ακούω την πόρτα να ανοίγει, ξέρω ότι είναι αυτός πριν σηκώσω το κεφάλι μου και συναντηθούν τα βλέμματα μας. Τα μάτια του είναι σκοτεινά και αγριεμένα, χαμηλά στην κοιλιά μου νιώθω πεταλούδες να χορεύουν, είναι κούκλος και δε μπορώ να καταλάβω τι μου βρίσκει. Το πιθανότερο είναι να επιμένει έτσι επειδή δεν με έχει πάρει ακόμα. Το σκέφτομαι πολύ σοβαρά να περάσω τελικά μια νύχτα μαζί του, έτσι για να μην έχουμε απωθημένα. Στο κάτω κάτω μετά θα φύγω και ούτε θα τον ξανά δω ούτε θα με ξανά δει.

 Καθόμαστε όλοι μαζί να φάμε και η ατμόσφαιρα είναι τεταμένη. Οι μόνοι που είναι φυσιολογικοί είναι ο Στρατής και η κυρία Ελισάβετ. Η Λίζα δεν είναι στην παρέα μας, έχει αποκοιμηθεί στο σαλονάκι της. Σχεδόν δεν ακουμπάω το φαγητό μου, με την περιφερειακή μου όραση τον βλέπω να με παρακολουθεί, συμμετέχω μονολεκτικά στις συζητήσεις και ανυπομονώ να τελειώσουμε για να πάω στο δωμάτιο μου. Χτυπάει το κινητό του, τον βλέπω να κατευθύνεται προς το γραφείο του για να μιλήσει, κλείνει την πόρτα και το μυαλό μου γεμίζει με ερωτηματικά. Ποιος είναι στο τηλέφωνο? Μια από αυτές? Γιατί έφυγε για να μιλήσει? Δε μπορούσε εδώ? Τα νεύρα μου δεν ελέγχονται και το πράσινο τερατάκι της ζήλειας με έχει τρελάνει. Δεν είχα σκοπό να εμφανιστώ σήμερα το βράδυ στο στάβλο αλλά θα το κάνω. Θα του μείνω αξέχαστη, έτσι για το γαμώτο!

Η ώρα έχει πάει δέκα και δεν έχω αποφασίσει ακόμα τι θα βάλω. Δεν πάω εκεί για να γίνει κάτι, για να μιλήσουμε πάω, ή έτσι πρέπει να νομίζει. Δεν ξέρω ποιον κοροιδεύω, μάλλον τον εαυτό μου. Δε θέλω να ντυθώ καλά... μάλλον θα προτιμήσω φόρμες, τα εσώρουχα όμως που θα βάλω θα είναι σίγουρα... ιδιαίτερα! Έχει περάσει μία ώρα και ακόμα δεν νιώθω έτοιμη, το κινητό μου με ενημερώνει ότι έχω ένα γραπτό μήνυμα, το κοιτάω και χαμογελάω, είναι από τον Στέφανο και λέει: «Αν δεν έρθεις σε δέκα λεπτά θα έρθω εγώ πάνω!» η ταραχή που νιώθω αρχίζει από χαμηλά στην κοιλιά μου και απλώνεται μέχρι το στήθος μου. Να έρθει εδώ? Όχι, αποκλείεται, του στέλνω στα γρήγορα μήνυμα ότι κατεβαίνω.

Κρασί...Θάλασσα...έρωταςWhere stories live. Discover now