κεφάλαιο 28

16.2K 1K 19
                                    

ΣΤΕΦΑΝΟΣ

Ανοίγω τα μάτια μου και έξω ακόμα δεν έχει ξημερώσει. Ο καναπές του Νικήτα είναι πολύ άβολος, τελευταία φορά ήταν, το βράδυ θα κοιμηθώ στο σπίτι μου, σκοπεύω να της μιλήσω και ελπίζω να ξεκαθαρίσουμε την κατάσταση και να την μεταπείσω. Θέλω τόσο πολύ να μείνει, ελπίζω να το θέλει και αυτή. Αν ο λόγος που θύμωσε είναι που αρνήθηκα τη σχέση μας στην Ελπίδα τότε μπορώ να επανορθώσω! Και στην εφημερίδα θα το δημοσιεύσω αρκεί να μη φύγει από κοντά μου. Απορώ πως με έπεισαν τα αδέρφια μου και έμεινα τόσες μέρες μακριά της. Εντάξει δεν ήταν και πολλές αλλά και πάλι μου λείπει, όποτε ήμουν με τη Λίζα στο σπίτι, εκείνη συνήθως μας άφηνε διακριτικά μόνους μας. Κυκλοφορούσε γύρω μας κάνοντας άσχετα πράγματα και με την άκρη του ματιού μου την παρακολουθούσα. Πολλές φορές μαγείρευε στην κουζίνα και σιγοτραγουδούσε, άλλες πάλι διάβαζε κάποιο βιβλίο και από την αγωνία της για το τι θα γίνει παρακάτω δάγκωνε το χείλος της, το καλύτερο ήταν όταν μιλούσε με την μαμά της στο τηλέφωνο, το πρόσωπο της έλαμπε!

«Τι κάνεις εδώ, μέσα στα σκοτάδια ρε? Με κατατρόμαξες!» ο αδερφός μου στέκεται στην πόρτα του σαλονιού και με κοιτάει αγουροξυπνημένος.

«Εσένα περιμένω να ξυπνήσεις! Πέντε και μισή δεν είπαμε?» πάει στην κουζίνα, μάλλον για να βάλει καφέ. Σήμερα έχουμε κανονίσει να ρίξουμε λιπάσματα και είναι μία δουλειά που όσο πιο πρωί γίνει τόσο πιο καλά.

Φτάνουμε στο πρώτο αμπέλι και εκεί μας περιμένουν ο Πέτρος και ο Κώστας.

«Μπράβο ρε παιδιά, όπως πάντα στην ώρα σας... όχι σαν κάτι άλλους που δε ξυπνάνε με τίποτα.» λέω και κοιτάω τον αδερφό μου που χασμουριέται

«Και εμείς τώρα ήρθαμε...» λέει ο Πέτρος και συνεχίζει « Τι λες θα έχουμε τελειώσει μέχρι τις δώδεκα?»

«Δεν ξέρω...»

«Θα πρέπει να φύγω γιατί έρχεται ένας φίλος και πρέπει να πάω στο λιμάνι να τον πάρω.»

«Εντάξει ρε Πέτρο, ότι προλάβουμε και τα υπόλοιπα αύριο. Δε χάθηκε και ο κόσμος!» με κοιτάνε και οι τρεις τους κάπως περίεργα

«Ρε παιδιά ο αδερφός μου είναι αυτός? Που πήγε ο Στέφανος που εδώ και τρεις μέρες θυμώνει με το παραμικρό και τα βλέπει όλα μαύρα?»

«Μη στεναχωριέσαι εδώ κοντά είναι!» λέω και του ρίχνω μια μπουνιά στο μπράτσο. Συζητάμε για λίγο το πώς θα δουλέψουμε και ξεκινάμε.

Κρασί...Θάλασσα...έρωταςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora