κεφάλαιο 65

15.2K 1K 25
                                    



ΑΝΝΑ

Φοβόμουν ότι δε θα μπορέσω να αντέξω όλη αυτή την πίεση, να είμαι μέσα σε ένα σπίτι μαζί με τον Στέφανο, να το παίζουμε χωρισμένοι και να είναι και αυτή δίπλα μας. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά, ο Φίλλιπος με απασχολούσε μιλώντας μου και ήμουν σίγουρη ότι καιγόταν να μάθει τι έχει γίνει. Κανονίσαμε να βρεθούμε αργά το μεσημέρι για να πάμε στην παραλία, εκεί σίγουρα θα έβρισκα ευκαιρία και θα του έλεγα τα πάντα. Όταν φύγαμε από το σπίτι το πρωί, μαζί με την κυρία Ελισάβετ και τη Λίζα, περάσαμε πήραμε τη μανούλα μου και πήγαμε σε ένα παιδότοπο για να απασχοληθεί η μικρή. Εκεί βρήκε πολλά γνωστά παιδάκια, έπαιζε χαρούμενα και εμείς μπορούσαμε να συζητήσουμε. Δεν τους είπα για το σχέδιο, δε με άφηνε ο Στέφανος, το μόνο που τους είπα για να τους καθησυχάσω ήταν ότι είμαι καλά και θα τα δούμε όλα από την αρχή όταν φύγει η Άλισον. Η μητέρα μου δε σχολίασε τίποτα, σα να κατάλαβε ότι κάτι δε ήταν σωστό και απλά περίμενε να το αποκαλύψουμε, η κυρία Ελισάβετ πάλι, ήταν ακόμα πολύ στενοχωρημένη και πολύ πολύ θυμωμένη με τον γιό της. Δεν μου άρεσε αυτό αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι.

Αργά το μεσημέρι περάσαμε από τον Φίλλιπο, τον πήραμε μαζί μας και κατεβήκαμε στην παραλία. Κάτσαμε κάτω από το κιόσκι, ο ήλιος έκαιγε, η Λίζα δεν πρόλαβε ούτε τα ρούχα της να βγάλει, η κυρία Ελισάβετ την κυνηγούσε από πίσω και για βοήθεια πήγε και η μητέρα μου από κοντά. Τις έκανε ότι ήθελε, όπως και όλους μας! Ξαπλώσαμε στις πετσέτες μας, ο Φίλλιπος στη μέση και εγώ με την Ελπίδα στις άκριες. Είχαμε τόσα να πούμε και άλλα τόσα να θυμηθούμε. Δεν είχαμε προλάβει να ειδωθούμε και οι τρείς μαζί καθόλου, και τώρα ήταν η τέλεια ευκαιρία. Τα γέλια μας τράβηξαν αρκετές φορές τα βλέμματα πάνω μας αλλά δεν ένιωθα άσχημα, ήταν φίλος μας και μάλιστα καλός. Λίγη ώρα μετά είδα να περπατάνε στην παραλία, λίγο πιο μακριά από εμάς η Άλισον με τον Νικ. Η διάθεση μου άλλαξε αλλά μόνο για λίγο. Η Ελπίδα σηκώθηκε να βουτήξει, της είπα ότι θα πήγαινα σε λίγο και ο Φίλλιπος έκατσε να μου κάνει παρέα. Μιλήσαμε για άσχετα θέματα ώσπου φτάσαμε στον Άλκη.

«Πότε είπες ότι θα έρθει?» δείχνει στεναχωρημένος

«Δεν ξέρω ρε Άννα... είπε ότι έχει να τακτοποιήσει κάποιες δουλειές και μπορεί να αργήσει μία δύο μέρες παραπάνω.»

«Καλά και γιατί στεναχωριέσαι? Άσχημα περνάμε?»

«Τώρα θες να σου απαντήσω? Δε σε βλέπω να περνάς και τόσο καλά τις τελευταίες μέρες!» τι μου το θύμισε τώρα? Του πετάω το αντηλιακό και κοιτάω προς το μέρος τους. Αυτή είναι ξαπλωμένη μπρούμυτα και εκείνος είναι καθιστός και μας κοιτάει.

Κρασί...Θάλασσα...έρωταςWhere stories live. Discover now