Κεφάλαιο 50

1.1K 133 64
                                    

ΚΑΣΠΙΑΝ

Δεν μπορούσα να την αφήσω να την πάρει εκείνη. Να γίνει μια από αυτούς. Έπρεπε να γυρίσει πίσω και ας αυτό να σημαίνει πως θα πεθάνω.

Μόλις είχαμε βγει από την αίθουσα του θρόνου και ακόμα μπορούσαμε να ακούσουμε τις φωνές της Αντελ. Η Κάιλη τραβουσε το χέρι μου καθώς εγώ σε κάθε βήμα μου ένιωθα λες και σπαγανε τα κόκαλα μου.

" Κάιλη. Φύγε. Τρέξε. Θα τους καθιστερήσω εγώ. Γύρνα πίσω σπίτι. " της είπα σταματώντας σε έναν διάδρομο. Εκείνη έσμειξε τα φρύδια της. " Τι? Καλύτερα να πεθάνω εδώ και τώρα, πάρα να σε αφήσω εδώ. Θα σε σκοτώσει ξέρεις άμα σε βρει. " μου είπε τραβώντας πάλι το χέρι μου.

Άκουσα κάποιοι να έρχονται. " Κάιλη σε παρακαλώ. Τρέξε. Σε παρακαλώ. Σώσε την ζωή σου. Εμένα μάλλον τελειώνει εδώ. " είπα γρήγορα περνώντας τα δάχτυλα μου στο μάγουλο της. Κούνησε το κεφάλι της κοιτάζοντας με σαν να ήταν μπερδεμένη.

" Δεν-Δεν μπορώ να σε αφήσω. Απλά δεν μπορώ. " έπιασε τον πήχη μου και έφερε τα χείλια της στα δικά μου. Το φιλί ήταν πολύ μικρό επειδή εγώ προσπαθούσα να την απομακρυνω. " Κάιλη! Φυγε τώρα! " της φώναξα αλλά εκείνη συνέχιζε να κουνάει σαν μικρό παιδί το κεφάλι της.

Κάποιοι άντρες, από την φρουρά της βασίλισσας σταμάτησαν μπροστά στον διάδρομο. Κοίταξα από την άλλη και είδα ότι μας είχαν περικυκλώσει. "Χαζή Κάιλη." ψιθύρισα.

" Η Αυτή Μεγαλειοτητα της βασίλισσας Αντελ θέλει να φανεί γενναιοδωρη για αυτό θα αποφασίσει αργότερα για την τιμωρία που αρμόζει σε μια τέτοια περίπτωση. " ένας στρατιώτης με ακινητοποίησε και έφερε ένα στιλέτο στον λαιμό μου.

" Άμα τολμήσεις να κάνεις τίποτα, μπορεί να μου γλυστρίσει το χέρι. " σχεδόν γρύλισε αυτός που με κρατούσε. Κοιταχτήκαμε για πολύ ώρα με την Κάιλη και αμέσως μετά τους άφησε να την δεσουν με τις αλυσίδες.

Μας πέταξαν πάλι στο ίδιο κελί που βρισκομασταν. " Γιατί δεν έφυγες ?! Πάντα ξεροκεφαλη! Ξέρεις τι θα σου κάνουν τώρα ?! Θα σε τεμαχισουν και θα σε στείλουν πακέτο στον πατέρα σου. " της φώναξα έξαλλος μαζί της. Εκείνη δεν τόλμησε να με κοιτάξει και απλά έκατσε κάτω βάζοντας την πλάτη της στην υγρή πέτρα.

"Νόμιζα πως θα σε σκοτώσουν και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα" είπε κλαίγοντας. " Έπρεπε να είχες φύγει. Δεν θα άντεχα να δω και εσένα. Το έχω ξαναπεράσει αλλά δεν θέλω να σκέφτομαι ότι θα το ξαναπερναγα μαζί σου. " γονάτισα μπροστά της και την κοίταξα.

Vampire brothersDonde viven las historias. Descúbrelo ahora