Το επόμενο πρωί, πίνω το τσάι μου με την οικογένεια του Daniel στην πολυτελή κουζίνα τους. Είμαι αρκετά κουρασμένη, όμως νιώθω χαρούμενη μετά το χθεσινό γλέντι.
«Η Liz πότε θα φύγει;» ρωτάει η κυρία Alicia το γιο της.
«Θα φύγουν από το Λονδίνο σήμερα το μεσημέρι. Μου είπε ότι θέλει να πάει ένα ταξίδι και σε άλλες πόλεις της Αγγλίας πριν επιστρέψει στην Αμερική», ενημερώνει.
«Μακάρι να έμενε παραπάνω. Έχεις να τη δεις δύο χρόνια». Φαίνεται πως οι γονείς του τη συμπαθούσαν πολύ και, αφού τη γνώρισα, καταλαβαίνω απόλυτα το λόγο. «Εσύ, Jane, πότε θα γυρίσεις στο Μπέρμιγχαμ;» στρέφεται αυτή τη φορά προς το μέρος μου.
Καταπίνω τη γουλιά μου και χαμογελάω γλυκά. «Η μαμά μου δουλεύει αύριο, οπότε θα φύγει μαζί με το Jason και το γιο του σήμερα το απόγευμα», απαντάω αποφεύγοντας να αναφέρω το τι θα κάνω εγώ. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω ιδέα.
Ο Daniel γυρίζει να με κοιτάξει με μαύρους κύκλους κάτω από τα γαλάζια μάτια του. «Κι εσύ;» ζητάει να μάθει, με κουταβίσιο βλέμμα που με παρακαλάει να μείνω λίγο ακόμα.
«Δεν ξέρω», ομολογώ. «Θα είναι δύσκολο να γυρίσω αφού φύγουν. Δε θα έχω μεταφορικό μέσο». Θέλω όσο τίποτε άλλο να μείνω μαζί με το αγόρι μου και να περάσω την πρωτοχρονιά στην παλιά μου πόλη, όμως δε θα είναι εύκολο.
«Μπορώ να σε γυρίσω εγώ», μου λέει ο Daniel σε μια κραυγή απελπισίας.
Γνωρίζουμε και οι δύο ότι αυτό δεν γίνεται, αφού ξεκινάει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο νωρίτερα από εμένα. Τα ωράριά μας πλέον δεν συμπίπτουν, ολόκληρη η καθημερινότητά μας διαφέρει.
Αγγίζω το χέρι του και τυλίγω τα δάχτυλά μου γύρω από τα δικά του. «Δεν πειράζει», του λέω. «Θα ξανάρθω στο Λονδίνο με το νέο έτος». Εισπράττω νεύματα κατανόησης και συνεχίζουμε όλοι μαζί το πρωινό μας.
Αργότερα, ανεβαίνω στο δωμάτιο του αγοριού μου για να μαζέψω τα πράγματά μου. Δεν περίμενα να φύγω τόσο σύντομα και θλίβομαι που πρέπει να τον αποχαιρετήσω, ξανά. Το νέο έτος θα είναι τόσο περίεργο και ασυνήθιστο.
Ο Daniel μπαίνει κι αυτός στο δωμάτιο και κλείνει την πόρτα πίσω του. Επικρατεί μια αμήχανη σιωπή, οπότε γυρίζω να τον κοιτάξω. Η όψη του με στεναχωρεί, αφού οι άκρες των χειλιών του έχουν γύρει προς τα κάτω. Τον πλησιάζω και τον αγκαλιάζω στοργικά από τη μέση.
Μυρίζω το άρωμά του και νιώθω οικεία κοντά του. Φροντίζω να απολαύσω αυτή τη στιγμή όσο γίνεται, διότι γνωρίζω πως θα κάνω καιρό να τον δω ξανά.
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...