«Έλα, Jane! Θα αργήσουμε!» φωνάζει ο Damon για εκατοστή φορά από τον κάτω όροφο. Ξεφυσάω και βάζω τα ασημένια σκουλαρίκια στα αυτιά μου μπροστά από τον ολόσωμο καθρέφτη. «Τι σκατά κάνεις τόση ώρα;» γρυλίζει, αλλά αυτή τη φορά ακούω τα βήματά του στο διάδρομο σηματοδοτώντας την εμφάνισή του.
«Είναι έξι!» αγανακτώ. «Η συναυλία είναι στις δέκα».
«Πρέπει να είμαστε εκεί νωρίτερα, να κάνουμε μια πρόβα με τα παιδιά, να ετοιμάσουμε τα όργανα, να πιούμε και τίποτα –γιατί ροκ συναυλία χωρίς μεθυσμένο τουλάχιστον ένα μέλος της μπάντας δεν λέει– και να περιμένουμε να μαζευτεί ο κόσμος», λέει ταχύρυθμα.
Φεύγω από τον καθρέφτη και πηγαίνω να σταθώ κοντά του στην πόρτα. Σηκώνω το χέρι μου και αγγίζω το μάγουλό του χαμογελώντας, αναγκάζοντάς τον να ξεφυσήξει. «Δεν χρειάζεται να έχεις άγχος. Σε έχω ακούσει να παίζεις και θα τα πας τέλεια», του υπενθυμίζω με ειλικρίνεια.
«Δεν είναι γι'αυτό». Περνάει το χέρι του μέσα από τα μαύρα μαλλιά του και κατεβάζει το βλέμμα στα πόδια του. «Δε νομίζω να μαζευτεί κόσμος, Jane», μου εκμυστηρεύεται.
«Γιατί το λες αυτό;» ζητάω να μάθω.
Ξεφυσάει και σταυρώνει τα χέρια στο στήθος του. «Πριν πέντε χρόνια, όταν ήμουν ακόμη στο Λύκειο, ήμουν στο συγκρότημα. Παίζαμε μουσική σχεδόν κάθε Σάββατο και ερχόταν η μισή πόλη για να μας ακούσει. Είχαμε βγάλει μερικούς δίσκους και όλα πήγαιναν τέλεια». Τα μάτια του αποφεύγουν τα δικά μου κι εγώ κάνω ένα βήμα πίσω για να του δώσω το χώρο που χρειάζεται. Ξέρω ότι δεν του είναι εύκολο να ανοίγεται και θέλω να αισθάνεται άνετα. «Παράλληλα, είχα γράψει μερικά τραγούδια με τη Vinny –εγώ έπαιζα κιθάρα και εκείνη τραγουδούσε. Μια μέρα, λοιπόν, μου πρότεινε να πάμε σε μια δισκογραφική που είχαν κάποιοι γνωστοί της και να δημοσιοποιήσουμε τη δουλειά μας. Φυσικά, συμφώνησα».
Γλείφει τα χείλη του δίνοντας λίγο χρόνο στον εαυτό του. Εγώ, προσπαθώ να μην δείχνω πως έχει όλη την προσοχή μου πάνω του, επειδή δε θέλω να τον κάνω να αισθανθεί άβολα. Ωστόσο, χαμογελάω κάθε φορά που σηκώνει το βλέμμα του στο δικό μου και τον ενθαρρύνω με τον τρόπο μου.
«Όταν πήγαμε εκεί, ο τύπος που ήταν υπεύθυνος με κοιτούσε με μισό μάτι. Υποθέτω είχα πολλά τατουάζ για το γούστο του. Αρχίσαμε να παίζουμε με τη Vin αυτά που είχαμε ετοιμάσει και τέλος πάντων μερικές μέρες μετά την πήρε τηλέφωνο –όχι εμένα– και της είπε ότι δεν έκανα για τη δουλειά». Τα μπλε μάτια του προσγειώνονται στο πρόσωπό μου και αισθάνομαι τη θλίψη, το θυμό και τον πόνο που βίωσε ο έφηβος εαυτός του τότε. «Είχα θυμώσει τόσο πολύ –ήμουν αρκετά οξύθυμος τότε– που δεν μπορούσα να το διαχειριστώ. Είχα νευριάσει που δεν ειδοποίησε εμένα, που δεν είχε τα αρχίδια να μου το πει από κοντά. Έτσι, πήγα και τον βρήκα στο μαγαζί του. Δεν θυμάμαι τι του είπα ή τι μου είπε, το μόνο σίγουρο είναι ότι μου έδωσε την αφορμή να του ρίξω μπουνιά και να του σπάσω την κονσόλα που είχε για τις ηχογραφήσεις».
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...