Το στυλό στριφογυρίζει ανάμεσα στα δάχτυλά μου και τα μάτια μου είναι καρφωμένα στην οθόνη του υπολογιστή. Μπροστά μου υπάρχει μια λίστα με διάφορα βιβλία που πρέπει να ελέγξω, αλλά αντί για αυτό κάνω οτιδήποτε άλλο. Το καμπανάκι ηχεί με κάθε άνθρωπο που μπαίνει μέσα στη βιβλιοθήκη κι εγώ χαμογελάω, επαναλαμβάνω το μονόλογο που έχω μάθει και κατευθύνω τον καθένα εκεί που θέλει.
Σήμερα, οι αγαπημένοι μου πελάτες είναι αυτοί που δε ζητούν βοήθεια ή αυτοί που θέλουν να διαβάσουν στα τραπέζια στο βάθος. Όταν ξύπνησα το πρωί, ένιωθα άρρωστη -ψυχικά- και ήμουν έτοιμη να στείλω μήνυμα στη Maggie ότι δε θα μπορούσα να έρθω στη δουλειά. Όμως, με μια σύντομη διαμάχη με τον εαυτό μου κατάλαβα πως το να μείνω στο σπίτι δε θα μου προσφέρει τίποτα.
Έτσι, βρίσκομαι εδώ μετανιώνοντας κάθε ώρα και λεπτό. Προσποιούμενη πως είμαι ευδιάθετη ενώ στην πραγματικότητα η ζωή μου καταρρέει. Για καλή μου τύχη αυτή την ώρα το μαγαζί δεν έχει κόσμο, οπότε παίρνω λίγο χρόνο να αποστασιοποιηθώ από το περιβάλλον και να αντιμετωπίσω τον εαυτό μου. Ουρλιάζει. Φωνάζει. Πονάει.
«Jane», με προσφωνεί η Maggie με τα τακούνια της να χτυπούν ρυθμικά στο ξύλινο δάπεδο. «Άμα θέλεις μπορείς να πάρεις το διάλειμμά σου νωρίτερα, αφού δεν έχουμε δουλειά. Τελείωσες με τις απογραφές;».
Κοιτάζω την άθικτη λίστα στην οθόνη και ξεροκαταπίνω. «Όχι, συγγνώμη», απολογούμαι και ισιώνω την πλάτη μου πάνω στην καρέκλα. «Θα την φτιάξω τώρα και μετά μπορώ να κάνω το διάλειμμα».
«Είσαι καλά;» με ρωτάει. «Φέρεσαι περίεργα σήμερα».
«Συγγνώμη, απλά έχω λίγο πονοκέφαλο», εξηγώ με ένα μικρό γελάκι, σε μια προσπάθεια να κρύψω όλα τα άλλα βάναυσα συναισθήματα που με πνίγουν. «Δε θέλω να χαλάσω το κλίμα».
Αρχίζω να πληκτρολογώ και εκείνη μου πιάνει αμέσως τα χέρια για να με σταματήσει. «Δεν είσαι εδώ επειδή κάνεις παρέα με τον αδερφό μου, αλλά γιατί έχεις δείξει πόσο ικανή είσαι», με διαβεβαιώνει. «Δε θέλω να με βλέπεις σαν το αφεντικό που πρέπει να εντυπωσιάσεις. Μπορείς να μου πεις ό,τι θέλεις».
«Σε ευχαριστώ», λέω χωρίς να ξέρω ακριβώς για ποιο λόγο. «Είναι περίεργη η κατάσταση στο σπίτι, αυτό είναι όλο».
«Πες μου εάν υπάρχει κάτι που να μπορώ να κάνω. Οτιδήποτε», με στηρίζει και αισθάνομαι απέραντη ευγνωμοσύνη για την γυναίκα μπροστά μου. Όσο αυστηρή και αν δείχνει, είναι ακριβώς όπως ο Brad και αυτό δεν μπορώ να το παραβλέψω.
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...