Οι μέρες περνούν γρήγορα αυτό το μήνα, σχεδόν δεν έχω αντιληφθεί ότι η χρονιά έχει αλλάξει πριν αρκετό καιρό πριν. Σηκώνομαι για άλλη μια φορά από το κρεβάτι μου και το μόνο καλό είναι ότι τα μαθήματά μου ξεκινούν στις έντεκα σήμερα, οπότε είχα χρόνο να κοιμηθώ περισσότερο και να ξεκουραστώ.
Ετοιμάζομαι και κοιτάζοντας την ημερομηνία στο κινητό μου, συνειδητοποιώ ότι έχει φτάσει η Παρασκευή. Το περισσότερο διάστημα αισθάνομαι σαν απλός θεατής σε μια ταινία χωρίς πλοκή, χωρίς αρχή και τέλος. Για λίγο έχω την ψευδαίσθηση πως βρίσκομαι ξανά στο Λονδίνο, εκείνο το διάστημα στο Γυμνάσιο όπου ανακτούσα τον εαυτό μου και εκτιμούσα την ευτελή ρουτίνα μου, με σκοπό να αποφύγω τα δράματα.
Κοιτάζω τα μηνύματα που μου έχει στείλει ο Bradley και ξεφυσάω καθώς αντιλαμβάνομαι ότι δεν πρόκειται να τον δω σήμερα. Έτσι κι αλλιώς έχουμε μόνο ένα κοινό μάθημα, αλλά ήλπιζα να τον συναντούσα στην καφετέρια. Όμως, δεν θα πάει καθόλου στο Πανεπιστήμιο και θα περάσει τη μέρα με τη Vinny στο σπίτι της. Απαντάω κάτι βιαστικό, φροντίζοντας να φανώ εύθυμη όπως θα είναι και αυτός.
Κατεβαίνω τις σκάλες και μπαίνω στην κουζίνα για να φτιάξω πρωινό για τον εαυτό μου. Δεν πεινάω ιδιαίτερα, οπότε απλά βράζω λίγο νερό για να πιω έστω ένα ζεστό τσάι. Περιμένω υπομονετικά και διαλέγω τις γεύσεις από τα χιλιάδες φακελάκια που έχει στα ντουλάπια η μαμά μου. Τελικά, επιλέγω αυτό με τα φρούτα του δάσους και το τραβάω από τη συσκευασία του.
«Δεν ήξερα ότι είσαι ακόμα εδώ». Η φωνή φτάνει απρόσμενα στα αυτιά μου και από τον τρόμο μου ρίχνω τη συσκευασία στο πάτωμα, σκορπίζοντας τα φακελάκια. Γυρίζω προς το μέρος του άνδρα, μόνο για να βεβαιωθώ ότι είναι ο Damon με ένα στραβό χαμόγελο στα ροζ χείλη του. «Με συγχωρείς», απολογείται.
Παίρνω μία ανάσα και σκύβω για να μαζέψω το χαμό που προκάλεσα. «Δεν πειράζει», λέω. «Έχω μάθημα στις έντεκα», απαντάω εξηγώντας την παρουσία μου στο σπίτι στις εννιά και μισή το πρωί. Σηκώνω το πακέτο από το πάτωμα και το επιστρέφω στη θέση του. «Εσύ τι κάνεις εδώ; Δεν έπρεπε να είσαι στο Πανεπιστήμιο;» ρωτάω επειδή έχω συνηθίσει τις Παρασκευές να είμαι μόνη μου.
«Έπρεπε», απαντάει αδιάφορα. «Αλλά η Vinny δε θα πάει γιατί έχει να πηδηχτεί με...» σταματάει μόλις τα μάτια του συναντούν την έντρομη έκφραση του προσώπου μου. «Συγγνώμη, εννοώ να συναντηθεί με το Brad, οπότε δεν ψήνομαι να πάω μόνος μου».
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...