Ξημερώνει παραμονή Πρωτοχρονιάς και ένα μικρό, στραβό χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη μου. Ξέρω ότι αυτή η μέρα δεν θα είναι όπως θα ήθελα -έτσι κι αλλιώς καμία δεν είναι από τότε που πέθανε ο μπαμπάς μου- όμως το γεγονός ότι θα έχω μια μικρή συντροφιά, έστω και αυτή του Damon, γαληνεύει την ψυχή μου.
Σηκώνομαι νωρίς το πρωί για να ετοιμάσω πρωινό και να κάνω τις απαραίτητες παρασκευές για το βραδινό. Προσπαθώ να κάνω αυτή τη μέρα όσο πιο τέλεια γίνεται και επιθυμώ ο άνδρας που κοιμάται ακόμα στο επάνω πάτωμα να συμβάλλει σε αυτό.
Πίνω το τσάι μου και στέλνω ένα μήνυμα στο Daniel, γνωρίζοντας πως θα έχει ήδη ξυπνήσει. Δυστυχώς, όμως, δεν απαντάει οπότε αφήνω απογοητευμένη το κινητό μου. Είμαι βέβαιη πως θα βοηθάει τη μητέρα του, άρα διώχνω οποιαδήποτε αρνητική σκέψη. Όλα θα είναι διαφορετικά φέτος και είμαι προετοιμασμένη να κάνω τη νέα χρονιά να αξίζει πολλά.
Περίπου μία ώρα αργότερα έχω τελειώσει το πρωινό μου και περιμένω υπομονετικά να βράσει το κρέας. Εκείνη τη στιγμή, το κινητό μου δονείται πάνω στο ξύλινο τραπέζι και όταν βλέπω το όνομα του αγοριού μου στην οθόνη το σηκώνω βιαστικά.
«Καλημέρα, Jane», μου λέει ενώ ταυτόχρονα ο παγωμένος αέρας που τον περιβάλλει καταφέρνει να φτάσει στα αυτιά μου.
«Καλημέρα», λέω με ένα χαμόγελο. «Πού είσαι;».
Ξεφυσάει και υψώνει λίγο τον τόνο του για να ακουστεί. «Είμαι με τον πατέρα μου, ήρθαμε να πάρουμε ξύλα για το τζάκι», με ενημερώνει.
Θυμάμαι αυτή τη ρουτίνα του και πόσο του άρεσε να πηγαίνει σε χειρωνακτικές εργασίες με τον μπαμπά του. Έχουν μια αποθήκη έξω από την πόλη όπου μαζεύουν ξύλα για το χειμώνα και ανά τακτά χρονικά διαστήματα την επισκέπτονται αυτή την εποχή.
«Πρέπει να κάνει πολύ κρύο», λέω και γελάω λίγο στο τέλος όσο σκέφτομαι πόσο κόκκινη θα είναι η μύτη και τα μάγουλά του.
«Καθόλου!» φωνάζει ειρωνικά. «Δεν έχεις βγει έξω;» με ρωτάει.
Κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου, αλλά μετά θυμάμαι ότι μας χωρίζουν πολλά χιλιόμετρα για να δει αυτή την κίνηση. «Όχι», λέω. «Χθες μόνο πήγα για λίγο μέχρι το πάρκο με τον Bradley».
Πρέπει να παραξενεύεται, αφού γνωρίζει πόσο μου αρέσει να πηγαίνω βόλτες και για τρέξιμο, όσο κρύο και αν κάνει. «Η μαμά σου δεν σε πήγε για ψώνια φέτος;» με ρωτάει.
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...