44.~Challenge~

106 11 12
                                    

Το επόμενο πρωί, ξανά με ελάχιστες ώρες ύπνου, καταβάλλω τεράστια προσπάθεια για να ετοιμαστώ. Σήμερα, ξεκινούν τα μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, κάτι που δεν είμαι έτοιμη να αντιμετωπίσω.

Ζήτησα από το Bradley να μην περάσει από το σπίτι σήμερα, επειδή χρειάζομαι λίγο χρόνο με τη μουσική μου και να ηρεμήσω από την ένταση των τελευταίων ημερών. Κατεβαίνω, λοιπόν, τις σκάλες με την τσάντα στους ώμους μου και περνάω από την κουζίνα για να φτιάξω ένα τσάι.

Η ώρα είναι οχτώ και τέταρτο, οπότε δεν βιάζομαι αφού το πρώτο μου μάθημα ξεκινά στις εννιά. Ζεσταίνω λίγο νερό και βυθίζω το φακελάκι στην κούπα αφήνοντας το άρωμα του τσαγιού να καταβάλλει τις αισθήσεις μου.

Ρίχνω μια ματιά στο κινητό μου και βλέπω τα μηνύματα και τις κλήσεις του Daniel. Απαντάω κάτι αόριστο για να τον καθησυχάσω, ενώ συνεχίζω να αναβάλλω τη μέρα που θα του πω τι έχει συμβεί. Μπορώ να φανταστώ πόσο θα πληγωθεί και στη σκέψη η καρδιά μου σφίγγεται.

Γνωρίζω το Daniel πολύ καιρό, έχουμε μοιραστεί χιλιάδες στιγμές και φαίνεται πως τα κατέστρεψα όλα. Ωστόσο, αδυνατώ να αγνοήσω αυτό το αίσθημα που καραδοκεί στο στήθος μου και με κάνει να ξεχάσω όλα τα αρνητικά συναισθήματα που βουλιάζουν μέσα μου. Είναι παράξενο, αλλά είναι όμορφο και ξέρω πολύ καλά ότι δε θα έπρεπε· αν και η λέξη πρέπει έχει χάσει την αξία της πλέον.

«Μέρα». Ταράζομαι ακούγοντας τη φωνή του και μερικές σταγόνες από το τσάι μου προσγειώνονται στο ξύλινο τραπέζι. Είχα αφοσιωθεί τόσο πολύ στις σκέψεις μου που δεν τον είχα ακούσει να κατεβαίνει τις σκάλες.

«Καλημέρα», ψελλίζω και σκουπίζω τις άκρες του στόματός μου.

Περνάει από μπροστά μου και πηγαίνει για να πιει λίγο νερό. Κοιτάω ξανά την ώρα και αντιλαμβάνομαι πως έχουν περάσει είκοσι λεπτά από τη στιγμή που μπήκα στην κουζίνα. Σηκώνομαι βιαστικά, σχεδόν μηχανικά, και αρπάζω τα πράγματά μου. Αμφιβάλλω αν θα μπορέσω να φτάσω στην ώρα μου ακόμα και αν τρέξω, παρόλα αυτά αξίζει να προσπαθήσω.

«Πού πηγαίνεις;» με ρωτάει.

Το βλέμμα μου παγιδεύεται άμεσα από το δικό του και για μια στιγμή ξεχνάω το λόγο που σηκώθηκα από την καρέκλα μου. Σύντομα, όμως, επιστρατεύω ξανά τον εαυτό μου για να σταθώ στο ύψος μου, προσποιούμενη πως δεν με επηρεάζει καθόλου η παρουσία του.

«Στο Πανεπιστήμιο», απαντάω με σταθερή φωνή.

«Μπορώ να σε πάω», προτείνει κάτω από την ανάσα του, σαν να είναι μια απόφαση που δεν πρόλαβε να φιλτράρει.

Let Me InWhere stories live. Discover now