{Jane's POV}
Δυο μέρες μετά, αφού ο Daniel έχει ξυπνήσει πηγαίνω πάλι στο Νοσοκομείο το μεσημέρι μετά το Πανεπιστήμιο. Τις προηγούμενες φορές ήταν αρκετά αδύναμος για να πούμε πολλά, οπότε απλά περιοριζόμασταν στα τυπικά, του έκανα παρέα για μία ώρα και μετά έφευγα. Αισθανόμουν τύψεις που βρισκόταν σε αυτήν την κατάσταση, για κάποιο λόγο θεωρώ τον εαυτό μου υπεύθυνο.
Πηγαίνω στο δωμάτιο που φιλοξενείται προσωρινά και χτυπάω δειλά την πόρτα. Καταφέρνω να ακούσω μια απάντηση και μπαίνω μέσα με ένα χαμόγελο που δε φτάνει στα μάτια μου λόγω της εικόνας του. Το πρόσωπό του δεν έχει καμία σχέση με το πώς είχα συνηθίσει να τον βλέπω και καταλαβαίνω πως πονάει από τις εκφράσεις που παίρνει με την οποιαδήποτε κίνηση.
«Γεια», λέω και εκείνος ανταποδίδει το χαιρετισμό. «Πώς είσαι;» ρωτάω.
«Σαν να με χτύπησε αυτοκίνητο», αυτοσαρκάζεται.
«Η μαμά μου σου έφτιαξε κέικ λεμονιού», λέω και αφήνω το τάπερ στο τραπέζι δίπλα από το κρεβάτι. «Χρειάζεσαι κάτι άλλο; Μπορώ να σου φέρω ρούχα».
«Γιατί το κάνεις όλο αυτό;» ζητάει να μάθει. «Έρχεσαι κάθε μέρα για να δεις πώς είμαι, μου φέρνεις αυτά που φτιάχνει η μαμά σου· για ποιο λόγο;».
Ανασηκώνω τους ώμους. «Επειδή νοιάζομαι», παραδέχομαι.
Τον ακούω να παίρνει μια βαριά ανάσα που αποπνέει δυσπιστία. «Δεν χρειάζεται να νιώθεις τύψεις», παραφράζει τα λόγια μου. «Ούτε να έρχεσαι εδώ κάθε μέρα».
«Θέλω να έρχομαι, Daniel», εξηγώ.
«Ο Damon τι λέει για αυτό;». Τα γαλάζια μάτια του πέφτουν πάνω μου άδεια και τρομάζω να πιστέψω ότι είναι ο ίδιος άνθρωπος που λίγους μήνες πριν με κρατούσε αγκαλιά με τόση αγάπη. Καταλαβαίνω ότι τον πλήγωσα αλλά ποτέ δε θα συνειδητοποιήσω πόσο. «Κοίτα, Jane, είσαι ευτυχισμένη μαζί του οπότε αν θες να το κρατήσεις αυτό καλύτερα να μείνεις μακριά από εμένα. Εκτιμώ το ενδιαφέρον σου αλλά δεν είμαστε πλέον μαζί για να μου φέρνεις φαγητά της μαμάς σου και ρούχα».
Με κάποιον παράξενο τρόπο έχει δίκιο. Οι δρόμοι μας έχουν χωριστεί και ξέρω ότι το γεγονός ότι τον επισκέπτομαι καθημερινά ταράζει το Damon. Ωστόσο, δε μπορώ να τον αφήσω μόνο του σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου. Αρνούμαι να το δεχτώ επειδή συνεχίζω να πιστεύω πως η σχέση μας δεν ήταν επιφανειακή.
«Εντάξει», λέω τελικά. «Θα φύγω». Ίσως είναι καλύτερα έτσι, ίσως η απόσταση να μας βοηθήσει και τους δύο και να μας κρατήσει μακριά από δράματα. «Άμα χρειαστείς κάτι πάντως πάρε με τηλέφωνο».
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...