Το επόμενο πρωί κάθομαι στην κουζίνα ετοιμάζοντας πρωινό με τη μητέρα μου. Βράζουμε τσάι, κόβουμε φρούτα, τηγανίζουμε αυγοφέτες και άλλα μικρά γεύματα που αρέσουν στον καθένα. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα την ακούω να σιγοτραγουδάει· μια συνήθεια που είχε κοπεί απότομα με το θάνατο του μπαμπά μου. Μοιάζει ανεξήγητα ανανεωμένη τις τελευταίες ημέρες, ή εγώ δεν μπορούσα να το παρατηρήσω νωρίτερα.
«Φαίνεσαι καλά πάντως», σχολιάζει η μητέρα μου ανακατεύοντας το τσάι της.
Γνέφω. «Νιώθω καλύτερα», απαντάω.
«Ό,τι και να έγινε με το Daniel είμαι σίγουρη πως θα οδηγήσει σε κάτι καλό», με συμβουλεύει κοιτώντας με στα μάτια και αγγίζοντας το χέρι μου για να προσδώσει ένταση στα λεγόμενά της.
Δεν της έχω μιλήσει για αυτό που πραγματικά έγινε και μας ώθησε να χωρίσουμε –ούτε σκοπεύω να το κάνω– απλά άκουσε τις φωνές, ίσως της είπε κάτι ο Damon και μπόρεσε να βγάλει το συμπέρασμά της, το οποίο προφανώς απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Όσες μέρες ήμουν κλεισμένη στο δωμάτιό μου ή έφτιαχνα γλυκά, είχαμε μιλήσει ελάχιστα και αποφεύγαμε αυτό το θέμα για να μην υπάρξουν εντάσεις. Χαίρομαι ιδιαίτερα που μπορούμε να επικοινωνούμε και να καταλαβαίνουμε τις ανάγκες μας χωρίς λέξεις.
«Ελπίζω», αναφωνώ με ένα αδύναμο χαμόγελο.
Έχω καταφέρει να αποστασιοποιήσω οποιαδήποτε σκέψη του πρώην αγοριού μου και της αιτίας του χωρισμού μας. Έτσι, στέκομαι όρθια στα πόδια μου και οι μέρες περνούν με εμένα να προσποιούμαι ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια της ζωής μου δεν υπήρξαν.
Έχω εξασκηθεί σε αυτό τον τρόπο αντιμετώπισης προβλημάτων με το πέρασμα του χρόνου. Όταν ο καρκίνος έσυρε βίαια μακριά μας τον πατέρα μου, το μόνο που μπορώ να θυμηθώ για την ψυχολογική μου κατάσταση τον πρώτο καιρό είναι πόνος. Μέχρι που έπεισα τον εαυτό μου να τον αγνοήσει και αυτό το συναίσθημα άρχισε να εξασθενεί αργά, μέχρι που οι ημέρες μου επέστρεψαν σε μια ήρεμη –ανούσια βέβαια– ρουτίνα. Ωστόσο, δεν με πείραζε η ανιαρή καθημερινότητά μου, δε ζητούσα ποτέ αναπάντεχα φαινόμενα κινηματογραφικής ταινίας· κυρίως επειδή κάτι τέτοιο συνοδευόταν από πόνο κι εγώ είχα ζήσει αρκετό για να είμαι πλέον διατεθειμένη να κάνω τα πάντα για να τον διώξω.
Ξέρω, όμως, πως ποτέ δεν έφυγε πραγματικά, βρίσκεται ακόμα κάτω από το στήθος μου ξεπροβάλλοντας σε μικρές δόσεις ανά διαστήματα. Αλλά δεν πρόκειται να αφήσω ποτέ τον εαυτό μου να βιώσει ξανά ολοκληρωτικά αυτό το συναίσθημα, μόνο και μόνο επειδή υποσχέθηκα στον εαυτό μου να ζήσω. Μπορεί αυτό που έγινε με το Daniel να φαίνεται μηδαμινό μπροστά στο θάνατο του μπαμπά μου, αλλά είναι η απώλεια ενός ακόμη σημαντικού προσώπου που πλήγωσα πριν τον διώξω μακριά.
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...