Έχω καταφέρει να κοιμηθώ ελάχιστα, όμως το πρωινό φως μου δείχνει πως δεν χρειάζεται να προσπαθώ πια. Σηκώνομαι από το κρεβάτι, αγνοώντας τη ζαλάδα, και βγάζω τα τσαλακωμένα ρούχα μου. Φοράω φόρμα και ένα φαρδύ φούτερ πνίγοντας τον εαυτό μου μέσα στο ύφασμα.
Ρίχνω μια ματιά στο κινητό μου και ανασαίνω βαριά. Αποφασίζω να μην το αγγίξω, γνωρίζω όμως ότι δεν μπορώ να το αποφεύγω για πάντα. Σέρνω τα πόδια μου έξω από το δωμάτιο και κατεβαίνω τις σκάλες αργά, σε μια προσπάθεια να καθυστερήσω το αναπόφευκτο.
Πηγαίνω στην κουζίνα και το στομάχι μου σφίγγεται μόλις τον βλέπω να φτιάχνει καφέ, με την πλάτη γυρισμένη φορώντας τα ίδια ρούχα με χθες το βράδυ. Αθόρυβα, κάθομαι σε μια καρέκλα και επιθυμώ να εξαφανιστώ προτού με δει.
«Βάλε μου κι εμένα», ψελλίζω με αδύναμη, βραχνή φωνή.
Γυρίζει να με κοιτάξει ξαφνιασμένος, όμως αποστρέφω αμέσως το βλέμμα από το πρόσωπό του και σκύβω το κεφάλι μου στα χέρια μου. Ξαπλώνω πάνω στους πήχεις μου και αφήνω τα μαλλιά μου να περιορίσουν ακόμα περισσότερο την ορατότητά μου.
«Ορίστε», μου λέει αυταρχικά και ο ήχος της κούπας που ακουμπά με δύναμη στο ξύλινο τραπέζι με κάνει να σηκώσω για λίγο τα μάτια μου.
«Ευχαριστώ», λέω και τυλίγω τα δάχτυλά μου γύρω από τη ζέστη κούπα. Είναι σπάνιες οι φορές που πίνω καφέ –συνήθως προτιμώ το τσάι– όμως μια τέτοια μέρα σίγουρα απαιτεί κάτι πιο δραστικό.
Γεύομαι μια γουλιά και κλείνω τα μάτια μου υπό της επήρεια του ροφήματος. Λίγο μετά, τα ανοίγω ξανά και έρχομαι αντιμέτωπη με τη γυρισμένη πλάτη του. Καθαρίζω το λαιμό μου και γλείφω τα χείλη μου, παίρνοντας κουράγιο για να επαναφέρω τον εαυτό μου στη θέση του.
«Damon;» λέω ήρεμα. Στρέφει το κεφάλι του προς το μέρος μου χωρίς πραγματικά να με κοιτάει, λες και ένα πέπλο σκεπάζει τα μπλε μάτια του. «Μπορούμε να μιλήσουμε;» ζητάω.
Σμίγει τα φρύδια του και αφήνει ένα πνιχτό γέλιο. «Τι έχουμε να πούμε;» ρωτάει αδιάφορα και για μια στιγμή αναρωτιέμαι εάν όλα όσα έγιναν ήταν απλά ένα όνειρο.
«Κάτσε». Του κάνω νόημα να βολευτεί στην καρέκλα απέναντί μου κι εκείνος υπακούει.
«Λοιπόν;» με παροτρύνει να μιλήσω, σαν να βιάζεται. Τον προσέχω για μια στιγμή λίγο καλύτερα και μου είναι εύκολο να διακρίνω την αλλαγή στη συμπεριφορά του.
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...