Μία μέρα μετά το περιστατικό –το οποίο το προαίσθημά μου φωνάζει πως κάτι παρόμοιο θα συμβαίνει σε κάθε επίσκεψη– είναι η στιγμή που πρέπει να αποχαιρετήσω ξανά το αγόρι μου. Τον αγκαλιάζω σφιχτά, μόνο που αυτή τη φορά το βάρος που προσγειώθηκε στο στήθος μου τη στιγμή που τον είδα στα σκαλιά της εισόδου· τώρα απομακρύνεται σταδιακά προσδίδοντάς μου ένα αίσθημα ελευθερίας –για το οποίο νιώθω τύψεις.
«Να προσέχεις», ψιθυρίζω όσο το κεφάλι μου βρίσκεται ακόμα θαμμένο στον ώμο του. «Θα τα πούμε το Σαββατοκύριακο».
Με απομακρύνει αργά από το σώμα του και κοιτάει το πρόσωπό μου. «Δε θα μπορέσω να έρθω», δηλώνει με ένα αχνό χαμόγελο που δε φτάνει στα μάτια του.
Τον παρατηρώ ακίνητη με μουδιασμένη έκφραση. «Γιατί;» ψελλίζω. Η καρδιά μου σφίγγεται στη σκέψη πως αυτή είναι η τελευταία φορά που τον βλέπω, ότι ο Damon πρόλαβε να του μιλήσει πριν από εμένα.
Σηκώνει την παλάμη του και χαϊδεύει το μάγουλό μου με τον αντίχειρά του. «Η σχολή μάς έχει βάλει πολλές εργασίες που πρέπει να παραδώσουμε και για να έρθω εδώ δύο μέρες δεν έχω αγγίξει τίποτα», εξηγεί και εγώ ξεφυσάω από εμφανή ανακούφιση.
«Εντάξει», λέω γνέφοντας με κατανόηση. «Μπορώ να έρθω εγώ πάντως», προτείνω και όταν οι λέξεις βγαίνουν από το στόμα μου αντιλαμβάνομαι πόσο ωραία είναι η ιδέα. Νιώθω το κλίμα του Μπέρμιγχαμ να με έχει διαβάλει και έχω ανάγκη να βρεθώ ξανά στα οικεία μονοπάτια του Λονδίνου, δίπλα από το αγόρι μου και να εκτιμήσω ό,τι έχω πριν συνεχίσω να τα καταστρέφω.
«Jane, δε νομίζω ότι είναι καλή ιδέα», με απορρίπτει ευγενικά. «Ίσως μας κάνει καλό να μείνουμε ένα Σαββατοκύριακο μακριά. Έτσι κι αλλιώς ήρθα έκτακτα για δύο μέρες», λέει με ένα λοξό χαμόγελο.
Γνέφω με ηττοπάθεια. Σηκώνει το κεφάλι μου και με τα δύο χέρια και αφήνει ένα ζεστό φιλί στα χείλη μου. Ξέρω ότι και ο ίδιος νιώθει πως έχει χάσει τον εαυτό του από τότε που μετακόμισα και χρειάζεται χρόνο. Ίσως να χρειάζομαι κι εγώ, αλλά το περιβάλλον σε αυτό το σπίτι, σε αυτή την πόλη δεν μου αφήνει περιθώρια.
Τον βλέπω να απομακρύνεται, να επιβιβάζεται στο αυτοκίνητό του και να φεύγει από το δρομάκι. Αναπνέω βαθιά και κοιτάω το κενό που άφησε –αγνοώντας την παράλληλη ανακούφιση. Παίρνω κουράγιο και επιστρέφω στο ζεστό εσωτερικό του σπιτιού, κρεμώντας το μπουφάν μου δίπλα από την πόρτα.
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...