Η απογευματινή βόλτα με τον Brad με έκανε να εκτιμήσω αυτό το μέρος. Πήγαμε σε μια καφετέρια για λίγο, μιλήσαμε και γελάσαμε προσποιούμενοι πως το προηγούμενο συμβάν ήταν μια σκηνή πλασμένη στη φαντασία μας.
Ωστόσο, έφτασε η ώρα να επιστρέψω στο σπίτι, όσο και αν με θλίβει αυτή η ιδέα. Ήταν ωραία να είμαι με κάποιον άλλον, ικανό να με κάνει να ξεχάσω αυτά που με βαραίνουν.
Ο Brad προσπάθησε να με κρατήσει παραπάνω και να κάνει το χρόνο να κυλήσει πιο αργά απ'ότι συνήθως, όμως γνωρίζαμε και οι δύο πως δεν γινόταν να το αποφύγω. Δεν με τρομάζει τόσο το σπίτι ή οι άνθρωποι, αλλά το γεγονός πως θα έχω χρόνο να σκεφτώ και, πιθανόν, να αφήσω το συναίσθημα να με καταβροχθίσει.
Μπαίνω μέσα και αμέσως η σιωπή που επικρατεί εισχωρεί μέσα μου και καταπλακώνει το στήθος μου. Τα βήματά μου μοιάζουν αθόρυβα, ή το κεφάλι μου είναι τόσο βαρύ που αδυνατώ να ακούσω μέχρι και την αναπνοή μου.
Βιαστικά προχωράω προς τη σκάλα, ώστε να μπορέσω να κλειστώ στο δωμάτιό μου, να ακούσω μουσική ή να διαβάσω για το Πανεπιστήμιο. Οτιδήποτε μπορέσει να απασχολήσει το μυαλό μου από την κατάρρευση.
Η πορεία μου διακόπτεται και τα σχέδιά μου ματαιώνονται βιαστικά. «Συγγνώμη», λέω σε μια προσπάθεια να μην ανοίξει κάποια συζήτηση και να μπορέσω να επιστρέψω στο αρχικό μου πλάνο.
Προσπερνάω τη σκοτεινή φιγούρα χωρίς να σηκώσω το κεφάλι μου. Είμαι βέβαιη για το άτομο που στέκεται μπροστά μου, ήδη η αύρα του στέλνει σήμα στον εγκέφαλό μου να απομακρυνθώ.
Παρόλα αυτά, τα δάχτυλά του τυλίγονται γύρω από τον καρπό μου και με σταματούν προκαλώντας με να τον αντικρίσω. Βρίσκεται δύο σκαλοπάτια πιο κάτω από εμένα, οπότε έχουμε το ίδιο ύψος. Τα μάτια του κοιτούν αμέσως στα δικά μου και ψάχνουν μέσα στην ψυχή μου, οπότε κατεβάζω το βλέμμα για να καλυφθώ.
«Είσαι καλά;». Εκπλήσσομαι που ρωτάει, οπότε ξανακαρφώνω τα μάτια μου στα δικά του μόνο για να βεβαιωθώ. Μοιάζει να ενδιαφέρεται και αυτό είναι που με παραξενεύει.
Γνέφω αντί να απαντήσω. Δεν είμαι σίγουρη για τις λέξεις που μπορούν να ξεχυθούν μόλις ανοίξω το στόμα μου. Πισωπατώ ώσπου οι φτέρνες μου να βρουν αντίσταση στο επόμενο σκαλοπάτι, το οποίο φαίνεται να είναι τόσο μακριά από το επόμενό μου βήμα.
«Έκλαιγες;». Πανικοβάλλομαι. Όταν τα δάκρυα ξεχύθηκαν ορμητικά από τα μάτια μου ήταν τρεις ώρες πριν, οπότε τα συμπτώματα θα έπρεπε να έχουν εξαφανιστεί.
YOU ARE READING
Let Me In
Teen Fiction«Φεύγεις, έτσι;» λέει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει σε θυμωμένη. Θέλω να πω πως ποτέ δε θα φύγω, πως θα μείνω εδώ, μαζί του. Αλλά δεν μπορώ. Ξέρω αρκετά καλά ότι η αγάπη δεν πρέπει να έχει περιορισμούς και εμπόδια. Θέλω να ουρλιάξω για το πόσ...