Οι άνθρωποι

62 3 0
                                    

Βγάζω, εδώ και αρκετή ώρα, τα φρύδια μου κλαίγοντας.

Η ώρα 4:15 το πρωί. Η πόρτα, κλειδωμένη. Στο Spotify, βλακείες. "Πες μου τι θέλεις. Γιατί με παίρνεις μήνες ολόκληρους μετά το χωρισμό;". Το όλο σκηνικό θυμίζει ρομαντική κομεντί του 2005. Το μόνο που λείπει, είναι οχτώ κιλά σοκολάτα ή βότκα. Ούτε να πιω δε μπορώ με τις παπαριές που παίρνω για τη φλεγμονή.

Το τσιμπιδάκι έχει βραχεί και δεν κάνει τη δουλειά του. Ο καθρέφτης θολώνει κάθε τρεις και λίγο απ την ανάσα μου. Ε άντε γαμήσου. Τα παρατάω και κάθομαι στο χαλί.

Τι περίεργοι που είναι οι άνθρωποι. Δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να σε αφήσουν μόνο σου όταν τους παρουσιάζεται κάτι καλύτερο. Τρέχουν και το παίρνουν χωρίς να σκεφτούν τίποτα, κι εσύ πρέπει να υποκριθείς ότι είσαι εντάξει με αυτό. Πρέπει να είσαι ανώτερος. Ενήλικας. Ενήλικας... Η λέξη που δε βρήκα ποτέ στο σταυρόλεξο. Η λέξη που μου διέλυε πάντα όλο το νόημα. Στα ντουλάπια των άλλων χαρτιά, έγγραφα, βιογραφικά, στα δικά μου, ακόμη, τα παιχνίδια μου, τα παιδικά μου ποιήματα, οι έρωτες μου απ'το γυμνάσιο. Και δίπλα, άδεια μπουκάλια. Τι περίεργοι που είναι οι άνθρωποι. Μπορεί να τους αγαπάς με όλο σου το είναι, να νιώθεις τους γαλαξίες μέσα σου να πάλλονται ολόκληροι, κι ακόμη, να μην τους είναι αρκετό.

Μαλάκες. Λέμε ότι ψάχνουμε την ευτυχία, κι ούτε το σύμπαν δε φτάνει για να μας ξεδιψάσει.

Κι εγώ, ξαπλωμένη στο χαλί, νιώθω αυτό το αχόρταγο κυνήγι να περιστρέφεται γύρω μου γδερνοντας τα άκρα μου με τη βίαιη ταχύτητα του. Νιώθω την τριβή. Τη φωτιά. Πάντα, κάποιος καίγεται εδώ. Και δεν είναι ποτέ αυτός που πρέπει να καεί.

Τα μάγουλα μου έχουν ξεραθεί. Ξημερώνει.

Με αργές, αλλά σταθερές κινήσεις, φυσάω τις στάχτες στον αέρα. Τις ίδιες μου τις στάχτες.

"Δεν έχω χρόνο για άλλο πόνο. Για άλλα δάκρυα δεν έχω πια καιρό".

~2019

ΚείμεναWhere stories live. Discover now