Όταν μαστουρώνω, γίνεστε υπέροχοι.
Σας ανάγω σε πιθανότητες που δε θα συμβούν ποτέ. Σας δίνω ύπαρξη. Ζωή. Σας ζωγραφίζω, γοητευτικούς κι ανεπανάληπτους, καθηλωτικούς σαν χαρακτήρες ταινιών από τα 90ς. Σας φαντάζομαι όπως ποτέ δε θα γίνετε. Ώριμους κι αποφασισμένους, με βλέμμα έντονο, με τη ζωή στα πόδια σας. Ν ανθίζετε, να κατακτάτε, να γίνεστε... Κι ύστερα ξυπνάω. Και δεν είστε τίποτα από αυτά.
Μ' αρέσει να κρέμομαι για λίγο απ την πιθανότητα σας, κι έπειτα να πέφτω κάτω. Μ' αρέσει να με γαμάω στο όνομα σας. Μ' αρέσει να καλλιεργώ τη φαντασία μου, να σας μεγαλώνω στο κεφάλι μου, να δημιουργώ χαμό ενώ δε γίνεται τίποτα. Ενώ είστε τίποτα. Μ αρέσει να νομίζω πως οι επιλογές μου είναι αντάξιες του ποια είμαι. Ότι δεν είστε λάθη. Ότι θα μου αξίζετε μια μέρα. Ότι δεν τρέχει τίποτα να περιμένω. Μου αρέσει να σας φαντάζομαι ερωτικούς και μοιραίους, εσάς τα αγοράκια μου, εσάς που δεν κάνατε ποτέ τίποτα για μένα, εσάς που δε μου επιστρέψαμε ούτε τη μισή καλοσύνη απ όση άξιζα. Και δεν μου φάνηκε ποτέ περίεργο. Απλά το δεχόμουν. Απλά έμενα για το ενδεχόμενο να γίνετε ισάξιοι μου κάποια μέρα. Να γίνετε κάτι. Να μην είστε μόνο λόγια. Απλά περίμενα, κι ύφαινα το αόρατο πανί. Κι ο Οδυσσέας δεν ερχόταν. Πώς να' ρθει άλλωστε. Πώς να υπάρξει. Τον ήρωα που ονειρευόμουν, τον είχαν φάει τα θηρία. Τζάμπα τον χρέωνα σε άλλους. Τζάμπα τους έδινα το χρόνο μου. Το αίμα μου. Τους στίχους μου. Την υπομονή μου. Τζάμπα.
Τον ζητούσα χρόνια τον Εκείνο. Του έδινα πρόσωπα, ονόματα, ποιήματα, ψυχή... Μα ήταν, όπως το λένε, ένα πουκάμισο αδειανό. Ένα δικό μου τέχνασμα για να νιώθω λιγότερο μόνη. Ένα δημιούργημα των στερεοτύπων, του απελπισμένου ρομαντισμού και της ερημιάς μου. Ένα συνονθύλευμα γονικών καταλοίπων και κοινωνικού λοιμού. Ένα μπάσταρδο παιδί. Σταμάτησα να γράφω γι αυτόν. Σταμάτησα να τον υμνώ. Γιατί δεν υπάρχει. Ήταν απλά μια πατερίτσα. Μια γέφυρα ώστε να ανακαλύψω Ένα ακόμη κομμάτι μου. Ένας ανεκπλήρωτος έρωτας. Μια αφορμή. Ένα Γιατί. Ένα υποκύημα. Ένα ακόμη εγώ.
Πόσο πόνεσα όταν σταμάτησα να χρειάζομαι στηρίγματα. Όταν έπαψα να έχω ανάγκη κάποιον άλλο. Κάποιον νοητό, κάποιον υπαρκτό, κάποιον ανώτερο. Πόσο πόνεσα όταν κατάλαβα πως είμαι μόνη μου. Πως κανένας δε θα με βοηθήσει. Πως θα πονάω πάντα βουβά, πως δε θα ακούγομαι, πως δε θα χωράω. Από μικρή, θυμάμαι να χτυπάω και να πνίγω τις κραυγές μου. Τ άλλα παιδάκια φώναζαν και έκλαιγαν. Μα εγώ, μιλιά. Θυμάμαι να μην ξέρει κανένας πότε χτύπαγα. Θυμάμαι να γράφω. Να γράφω γιατί όλα με πλήγωναν, μα δεν είχα δικαίωμα να το πω. Θυμάμαι να νομίζω πως δε δικαιούμαι να υπάρχω. Θυμάμαι να μην διεκδικώ ό,τι οι άλλοι ήδη είχαν. Θυμάμαι να πεθαίνω. Να μαζεύομαι. Να το βουλώνω.
Θυμάμαι να λιποθυμάω απ τα ναρκωτικά μες στο δωμάτιο μου. Θυμάμαι το μπαμ. Θυμάμαι να ξυπνάω με τη μούρη στο πάτωμα. Θυμάμαι την κλειδωμένη πόρτα... Θυμάμαι να σέρνομαι στο κρεβάτι μου και να συνεχίζω να λιποθυμάω. Να μου χτυπάνε απ έξω και να μην μπορώ να αρθρώσω λέξη. Θυμάμαι να με σώζω πάντα εγώ. Θυμάμαι να μην ξέρει κανένας ποια είμαι και τι έχω περάσει. Θυμάμαι θανάτους... Θυμάμαι στιγμές που θα μπορούσαν να ναι μοιραίες. Κι ύστερα να βγαίνω κυρία για πρωινό. Κι ύστερα απορούν γιατί δε δέχομαι κουβέντα. Γιατί προσβάλλομαι. Δεν έχουν ιδέα. Η ίδια μου η οικογένεια, με χάνει κάθε τρεις και λίγο, και δεν έχει ιδέα. Δυστυχώς είμαι από αυτούς που θα πεθάνουν. Από τους καταραμένους. Απ' τα γαμώτα. Απ' τα κρίματα. Δυστυχώς πρέπει να λιώσω για να με πάρουν πρέφα. Πρέπει να φύγω για να υπάρξω. Πρέπει να μην τους ενοχλώ άλλο. Πρέπει να το βουλώσω. Πρέπει να πεθάνω για να χει αξία η αγάπη μου. Το τι έχω να δώσω. Πρέπει να λείπω για να μετρήσουν όσα γράφω. Πρέπει να γίνει το χειρότερο. Πρέπει να μη ζω. Πρέπει.
Γιατί όσο ζω, θα με προσπερνούν. Θα με γαμάνε. Θα ζουν εις βάρος μου. Όλα εκείνα τα θνητά ανθρωπάκια, που έχουν τα πάντα δεδομένα. Που δε σοκάρονται με τίποτα. Που σαπίζουν. Που δε διαβάζουν λέξη, και που γαντζώνονται απ την ομορφιά μου σαν σιχαμένοι ψύλλοι.
Κι εγώ, αν θέλω λίγο να ζήσω, Πρέπει να είμαι εντάξει μ αυτό. Με το ότι δε θα αγαπηθώ ποτέ.
Αόρατο κοριτσάκι, δώσε σήμα. Γράψε ποιήματα.
Κι όλο και κάποιο πλοίο θα σε βρει. Να το θυμάσαι.
25/11/2023
YOU ARE READING
Κείμενα
Non-FictionΗ πεζογραφία μου. Κείμενα βγαλμένα από τα όνειρα, τα μεθύσια ή την αυτοπαρατήρηση μου. Γράμματα αυτοκτονίας, γράμματα μεθυσμένα, γράμματα για το μικρό εαυτό μου, γράμματα για τον Εκείνο που δεν εμφανίζεται παρά μόνο στα χαρτιά μου. Σιωπηλές διαμαρτυ...