Τρεις η ώρα τη νύχτα, σε κάποια παιδική χαρά.
Κάθεσαι μεθυσμένη, χαρούμενη, στην άλλη άκρη της τραμπάλας. Φοράς την τυχερή σου ζακέτα. Αναπηδάς σαν ακριδούλα. "Τελικά πρέπει κι οι δυο να κουνηθούν για να πάει η τραμπάλα", λες. "Αν έχουν το ίδιο βάρος"... Αυτό το'πες μέσα απ'τα δόντια σου και ίσα που ακούστηκε. Αχ και να'ξερα τι σκέφτεσαι. Γελάς και πάλι.
"Μαλάκα, γαμάει!"
Η τραμπάλα τρίζει όσο δίνεις ώθηση ξανά και ξανά. Χαίρεσαι τόσο πολύ που πετάς για λίγο... "Δε θα βρω κανένα σαν εσένα", του λες. Οι γλάροι ουρλιάζουν κάπου μακριά... "Σ'αγαπώ", του ψιθυρίζεις σαν παιδάκι. "Κι εγώ" σου λεει μηχανικά μέσα απ'το τρίξιμο. Και συνεχίζεις να κουνάς από μόνη σου την τραμπάλα, σαν να μην έχει βάρος, σαν να σου ήταν από πάντα εύκολο να κουμαντάρεις από μόνη σου καταστάσεις που φτιάχτηκαν για να τις σηκώνουν δύο. Αυτό το καλοκαίρι σε σκοτώνει σαν δηλητήριο. Το τρίξιμο συνεχίζεται... Η θάλασσα, κάπου ανάμεσα στα κτίρια, λυσσάει μολυσμένη.
Α, ρε μικρή. Είχες δίκιο. Θέλει δύο η τραμπάλα. Θέλει δύο με το ίδιο βάρος. Με την ίδια αξία.
Αλλιώς, ο ένας πάντα θα πετάει, κι ο άλλος πάντα θα τσακίζεται.
6/5/2023
YOU ARE READING
Κείμενα
Non-FictionΗ πεζογραφία μου. Κείμενα βγαλμένα από τα όνειρα, τα μεθύσια ή την αυτοπαρατήρηση μου. Γράμματα αυτοκτονίας, γράμματα μεθυσμένα, γράμματα για το μικρό εαυτό μου, γράμματα για τον Εκείνο που δεν εμφανίζεται παρά μόνο στα χαρτιά μου. Σιωπηλές διαμαρτυ...