Κάποτε είχα ακούσει το όνομά της. Θύμιζε, νομίζω, τη νύχτα. Δεν ήξερα ποια ήταν, δεν με είχε πλησιάσει ποτέ.
Δε θυμάμαι πότε ακριβώς μπήκε στη ζωή μου. Θυμάμαι μόνο τις ξαφνικές επισκέψεις της τα βράδια. Ήταν εκεί, και είχε πάντα μαζί της ένα κουτί γεμάτο σκέψεις, αναμνήσεις και πρόσωπα. Της μιλούσα. Εκείνη ποτέ δεν απαντούσε. Μόνο καθόταν σε μια γωνιά σιωπηλή, και κουνούσε θλιμμένα το κεφάλι. Ήταν όμορφη, με γλύκαινε η όψη της. Μαζί της ένιωθα ένας άλλος άνθρωπος, πολύ διαφορετικός από αυτόν που έβλεπαν οι άλλοι. Κι εκείνη με ήξερε τόσο καλά... Μου φανέρωνε πτυχές του εαυτού μου, που ούτε καν ήξερα πως έχω.
Είναι φορές που τη σκέφτομαι ενώ δεν είμαι μαζί της. Είναι στ' αλήθεια τόσο περίεργο, να μου φαίνεται τόσο όμορφη όταν είναι μακριά, και τόσο μέγαιρα όταν μ' αγγίζει...
Γιατί, ώρες ώρες, με χτυπάει. Μπήγει τα νύχια της στο δέρμα μου. Το αισθάνομαι, όμως δε μπορώ να την απομακρύνω. Μόνο την κοιτάζω δακρύζοντας, από πόνο, και πληγωμένο εγωισμό.
Ύστερα εκείνη έρχεται, ξαπλώνει πλάι μου, με αγκαλιάζει απαλά... Δεν ξέρω, ίσως και να την αγαπώ. Εκείνη με άλλαξε, της το χρωστώ. Δεν ξέρω τι θα ήμουν χωρίς αυτήν και το μαγικό της κουτί με τις σκέψεις. Την κοιτάζω στα μάτια με παράπονο, κι αυτή μου χαϊδεύει τα μαλλιά, σαν να θέλει να απολογηθεί για τα βίαια χτυπήματά της. Κι εγώ, λίγο πριν πέσω για ύπνο, πάντοτε τη συγχωρώ.
Ακόμη κι αυτή τη στιγμή που γράφω αυτές τις λέξεις για εκείνη, τη βλέπω να κάθεται δίπλα μου με ένα αχνό χαμόγελο. Και το φοβάμαι αυτό της το χαμόγελο.
Έχει όμορφο όνομα αυτή μου η παράξενη φίλη: Τη λένε Μοναξιά. Κι ίσως τελικά, αυτή είναι μόνο που με ξέρει.
~2013
YOU ARE READING
Κείμενα
Non-FictionΗ πεζογραφία μου. Κείμενα βγαλμένα από τα όνειρα, τα μεθύσια ή την αυτοπαρατήρηση μου. Γράμματα αυτοκτονίας, γράμματα μεθυσμένα, γράμματα για το μικρό εαυτό μου, γράμματα για τον Εκείνο που δεν εμφανίζεται παρά μόνο στα χαρτιά μου. Σιωπηλές διαμαρτυ...