...Εσύ, η μικρή. Ντυμένη πριγκίπισσα σε κάποιο παιδικό πάρτι. Ανεβαίνεις στα παιχνίδια αχόρταγη, ιδρωμένη, σκοντάφτοντας στα πούπουλα και στα υφάσματα σου. Φοράς κραγιόν, μα δε σε νοιάζει. Είσαι μόνο εννέα. Είναι απόκριες κι είσαι στον παιδότοπο. Όλα είναι σωστά. Είσαι παιδί. Δε θα είσαι ποτέ ξανά. Βιάζεσαι, ερωτεύεσαι, σκοντάφτεις. Το ξεχνάς κι ερωτεύεσαι ξανά. Ανεβαίνεις στα παιχνίδια, κι ας έχεις παίξει με όλα. Η τσουλήθρα, απότομη, σε ανατριχιάζει... Τσουλάς και πέφτεις στον ύπνο σου.
Εσύ, ξυπνάς μεγάλη, μα είσαι μόνο δεκάξι. Εισπνέεις τον ήλιο με φόβο, μα ξέρεις ότι είναι δικός σου. Σε καίει, μικρή, γιατί δεν τον ξέρεις. Δε σε ξέρεις ακόμη. Νευριάζεις. Πληγώνεσαι. Φοράς ενισχυμένα σουτιέν και μπλε μάσκαρα. Φοράς σκισμένα τζιν και βραχιόλια με καρδιές. Είσαι μια ωρολογιακή βόμβα τυλιγμένη με χίλια χρώματα. Πάντα κάτι κυνηγάς. Πάντα κάτι σου τη δίνει. Δεν ξέρεις από πού να τρέξεις, και τι να σκίσεις με τα δόντια. Γράφεις πολύ. Δίνεσαι. Παραπονιέσαι. Πώς είναι έτσι ο κόσμος, λες... Ξαφνικά, είσαι πάλι μικρούλα. Το παιδάκι που δεν αντέχει το βάρος. Γυρίζεις σελίδα. Το χαρτί σε γδέρνει στιγμιαία. Δε βρίσκεις το μέλλον. Πού καταλήγει άραγε το ντόμινο; Πότε θα' ρθει η ώρα που θα είσαι το μέλλον; Δε γαμιέται, λες. Αφήνεις τα γυαλάκια σου στο κομοδίνο και πέφτεις για ύπνο.
Ξυπνάς στο σταθμό του Θησείου. Ξημερώματα. Είσαι εικοσιένα. Μόλις προσπάθησες να πέσεις, και σε τράβηξαν. Σου είπαν να μην το ξανακάνεις. Λες κι έσπασες ένα βάζο. Η παιδική σου ζημιά ξάφνου μοιάζει αστεία. Ολόκληρη η ζωή σου μετατρέπεται σε ανέκδοτο. Γελάς, εκεί, μπροστά σε όλους. Έπειτα συνέρχεσαι για λίγο. Κι έπειτα, πίνεις. Τόσο σου άφησε ο εαυτός σου περιθώριο να νιώσεις το παρόν. Αυτό το αέναο παρόν, στο οποίο είσαι σκαλωμένη. Δηλητηριασμένη από τοξικούς έρωτες και καθαρό οινόπνευμα. Ξύπνα, μικρή. Ξύπνα! Κάποια φωνή από το υπερπέραν σε ταρακουνάει, πάντα ένα βήμα πριν τις ράγες. Ξυπνάς ιδρωμένη στο μετά. Όνειρο ήταν. Δεν το έζησες, έτσι σου λέει ο εγκέφαλος σου. Δεν είσαι εσύ αυτή. Φύγε.
Κι έπειτα, απλά, κενό. Μόνο ένα φως που έρχεται από κάπου μακριά, και ίσα που το βλέπεις. Το ακολουθείς δύσπιστα. "Σιγά. Το πολύ πολύ, να πεθάνω πάλι".
Ξάφνου εσύ, σαν ήλιος, ξυπνάς ανάμεσα στα σύννεφα κι ορίζεις τη μέρα. Ξάφνου, όλα γίνονται σύμφωνα με το θέλημα σου. Γιατί έμαθες πια. Οι πλανήτες γυρίζουν γύρω σου σαν τρελό καρουζέλ. Τ' άστρα σε καθρεφτίζουν σε κάθε σου πιρουέτα. Τα κοιτάς έκπληκτη. Κλαις... Κι αναρωτιόσουν πού είναι ο παράδεισος, χαζή. Κι απορούσες ποιος είναι το μέλλον σου. Λάμπεις. Για πρώτη σου φορά, λάμπεις.
Κι είναι πάλι καλοκαίρι. Όπως πάντοτε. Κι εσύ, φωτισμένη, σαν γιορτή, να κάθεσαι απόμακρη στα γλέντια των γάμων, κι οι στίχοι να σε θυμίζουν, κι ας απαρνιέσαι τη μουσική. "Βάλε το κόκκινο φουστάνι... Εκείνο που σε κάνει, να μοιάζεις πυρκαγιά"... Εσύ, η αέρινη. Η βραδυφλεγής. Εσύ, που σηκώνεσαι, ελαφρώς ζαλισμένη, και χορεύεις, κι όλα τα γύρω τραπέζια κοιτάνε, σαν να σε περίμεναν καιρό. Εσύ, χαρούμενη, που για άλλη μια φορά ξέφυγες απ' τα όρια που τόσο βίαια σου έχει επιβάλλει το παρελθόν σου. Εσύ, φωτιά σε κάθε πρέπει. Εσύ, ταξίδι. Σαν αυτά που ονειρευόσουν. Σαν αυτά που έβλεπες απ' το μπαλκόνι σου τις νύχτες του Αυγούστου, να ξεκινάνε απ' τα λιμάνια χωρίς εσένα... Εσύ, η ανατροπή. Εσύ, ο Αύγουστος και όλα τα φεγγάρια του. Χόρεψε, μικρή. Χόρεψε, κι άσε τα μαλλιά σου να αγγίζουν το πρόσωπο σου, σαν τα κύματα που σκάνε στην άμμο...
Είσαι ελεύθερη. Κανείς δε μπορεί να φυλακίσει τη θάλασσα. Είσαι αναγκαία. Είσαι ζωντανή, και άγρια. Και θα ξαναγεννήσεις, άμα θες, ολόκληρο τον κόσμο.
29/5/2022
YOU ARE READING
Κείμενα
Non-FictionΗ πεζογραφία μου. Κείμενα βγαλμένα από τα όνειρα, τα μεθύσια ή την αυτοπαρατήρηση μου. Γράμματα αυτοκτονίας, γράμματα μεθυσμένα, γράμματα για το μικρό εαυτό μου, γράμματα για τον Εκείνο που δεν εμφανίζεται παρά μόνο στα χαρτιά μου. Σιωπηλές διαμαρτυ...