XV - Φωτίζοντας την άβυσσο - Α'.

16 2 0
                                    


Λένε όσο μεγαλώνουμε,μαθαίνουμε. Πράγματα που απαρτίζουν την πραγματικότητα γύρω μας. Πράγματα για ανθρώπους γύρω μας. Πράγματα για εμάς τους ίδιους. Πράγματα που ποτέ δεν περιμέναμε να έχουν ισχύ πάνω μας.

Ζώντας τον τελευταίο σχεδόν χρόνο αποκομμένος από κυριολεκτικά τα πάντα,λάμβανα συχνά τετριμμένα,σκισμένα ερεθίσματα για πολλά που συμβαίνουν στον μικρόκοσμο της κοινωνίας που έστω από την ερημιτική σιωπη της απομόνωσης μου,μπορώ να είμαι κομμάτι της.
Δεν σας κρύβω πως καθηλώθηκα όταν έμαθα την άλλη όψη του νομίσματος ιστοριών οι οποίες στα μάτια μου έμοιαζαν τραγικές, μα χωρίς να το ξέρω,ηταν ακόμα πιο σκοτεινές και απόκοσμες. Πίστευα πως ο τραγικός πρωταγωνιστής τους,ήταν ένα θύμα των καιρών, ένας ακόμα κοινωνικός απόκληρος, παρόμοιος μου. Που με έναν οριστικό τρόπο,αποφάσισε να αφεθεί ελεύθερος από τα δεσμά της σάρκας,γιατί ο κόσμος γύρω του ήταν αφόρητος,αποπνικτικός. Συχνά,οταν το μόνο που εισπράττει κάνεις είναι πόνος και απογοήτευση, καταλήγει να γεμίζει τα μέσα του με αυτά άθελά του,η μόνη λογική λύση φαντάζει η λύση όλων.

Πόσο λάθος έκανα.

Ο λύκος συχνά φοράει βλοσυρά το προσωπείο του αμνού και χάνεται στο κοπάδι,όπως στα παιδικά παραμύθια. Αργά ή γρήγορα όμως,η κτηνώδης φύση του θα κυριαρχήσει και η σφαγή θα ξεκινήσει. Τα θύματα πολλά για να ονομαστούν,μα όχι για να μην να ακουστεί η φωνή τους,η κραυγή της αγωνίας τους,να δείξουν τις δαγκωματιές του κτήνους γύρω από τον λαιμό τους, τις νυχιές στο κορμί τους και τα δάκρυά τους.

Ανέκαθεν ο κόσμος τους με αηδίαζε. Πάντα εύρισκα καταφύγιο σε έναν δικό μου κόσμο που όσο σκοτεινός και να γινόταν, ήταν σκοτάδι που το διάλεγα εγώ για εμένα. Όχι άλλοι για εμένα. Να προστατέψω τον Απόκληρο από την καταραμένη ζούγκλα των ανθρώπων. Άλλοι επέλεξαν να γίνουν ένα με την γκρίζα,άμορφη μάζα που έχει το θράσος να λέγεται ανθρώπινη κοινωνία. Και από εκεί, να περιμένουν σαν την πεινασμένη αράχνη την κατάλληλη στιγμή το θύμα τους να μπλεχτεί στον βρώμικο ιστό τους. Να ταριχεύσουν το δύσμοιρο δείπνο τους και να το καταβροχθήσουν λαίμαργα.

Ως παθολογικά αραχνοφοβικός,προτιμώ να βλέπω τέτοιες υπάρξεις χαλκομανία στον τοίχο, ανεξαρτήτως αν έχουν δύο πόδια ή οχτώ. Τίποτα δεν μένει κρυφό εν τέλει και η αλήθεια σοκάρει. Με τρόμαξε. Με πλημμύρισε πανικό. Ονόματα και πρόσωπα που ήξερα,ηταν οι λύκοι που παραμονεύουν ανάμεσα μας. Ξερογλύφονται όταν δεν κοιτά κανένας και τα δόντια τους θα βρεθούν βαθειά στο κορμί κάποιου και θα είναι αργά.

Στ'ανάθεμα ξανά όλα. Στ'ανάθεμα.
Δεν ξέρω ποιος πραγματικά μπορεί να είναι ο επόμενος.

Ανέκαθεν πίστευα πως η ζωή δεν είναι για όλους. Πως καποιοι είναι αδύναμοι να σηκωθούν ενάντια στον θυελλώδη άνεμο. Ανίκανοι να κολυμπήσουν κόντρα στα ρεύματα των χρόνων. Με ταλάνιζε το γιατί. Γιατί να βλέπουν πάντα το πιο τραχύ, σκληρό και σαδιστικό πρόσωπό της; Γιατί κάποιοι πρέπει να ακροβατούν μεταξύ ζωής και θανάτου κάθε γαμημένη μέρα; Γιατί βλέπω τον νεότερο εαυτό μου εκεί μέσα,σε αυτό το ριμαγμένο πλήθος εξόριστων; Ένιωθα συμπόνια για κάποιον που κάθεται στην θέση που καθόμουν εγώ σε αυτό το καθημερινό,πικρό ταξίδι στην παράνοια. Όχι πια. Για κανέναν.

Ακόμα και εκεί,τα μπάσταρδα παιδιά της διαβολής και της σκατοψυχίας θα βρουν άσυλο στις γωνίες που καθόμαστε σκυμμένοι, όλοι εμείς,οι κοινωνικοί λεπροί. Θα παρουσιάζονται με περηφάνια πως οι ταλαίπωροι, βρήκαν παρηγοριά στην πιο ανήλια πλευρά του κόσμου,ελπίζοντας πως κανείς δεν θα δει το αίμα στα χέρια τους. Το μαχαίρι που οπλίζει το σάπιο χέρι τους. Την γλώσσα που στάζει υποκρισία σαν το λυσσασμένο σκυλί. Πολλά πράγματα, που αρκεί ένας να σηκώσει το σκυθρωπό κεφάλι του,να ξεκολλήσει το βλέμμα του από το πάτωμα και να παρατηρήσει για λίγες στιγμές τον σύντροφό μας εις την αιώνια οδύνη για να καταλάβει πως είναι ο κυνηγός στην φωλιά του θηράματος.

Rust In Purgatory you piece of blistering excrement.

Ντροπή μου,που νόμιζα πως είσαι σαν εμένα,γαμημένο σκουπίδι.

Ε.Where stories live. Discover now