XLVI - Once in Creta.

29 1 0
                                    

Τι νύχτες..

Όσο περνάει ο καιρός,ερωτεύομαι όλο και περισσότερο την Κρήτη. Όχι λόγω προσώπων,ούτε για την ομορφιά της,μα κυρίως των καταστάσεων στων οποίων τα σχήματα πάω και μπλέκω,σαν άτυχη μονάχους μονάχους σε δίχτυα ψαράδων ή ροφός στο στόχαστρο ψαροντουφεκά.

Πέραν του ότι επιτέλους έκανα ταττού ενώ είμαι μπαρκαρισμένος,κάτι που το ήθελα χρόνια για να συμπληρωθεί το ναυτικό lore που με ακολουθεί σαν σκιά και καμιά φορά,έστω για λίγες στιγμές με μεθάει με την ρομαντική του αίγλη,νιώθω πως κάνω πληρωμένες διακοπές κάθε μέρα που είμαι εξοδούχος. Χθες λοιπόν,περπατώντας στην παλιά πόλη του Ρεθύμνου,βρέθηκα έξω από μια βιντάζ παμπ,με ρουστίκ πινελιές δεξιά και αριστερά και τα vibes του ήταν τουλάχιστον κάτι που θα συναντούσα στα ήδη υπάρχοντα στέκια μου ανά την Ελλάδα. Χωρίς να το σκεφτώ,έπιασα ένα τραπέζι και ξεκίνησε μια νύχτα με strong ale. Η μουσική δυνατή,αλλά όχι εκκωφαντική,ήταν κάτι που θα περίμενε κανείς από ένα rockομεταλάδικο σε τουριστικό μέρος. Mainstream metal κομμάτια τα οποία σε μικρότερη ηλικία μου άνοιξαν τους μουσικούς μου ορίζοντες έχοντας μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Μαζί μου παρέα είχα μια φιλική φωνή,τον φίλτατο και έτερο συνθέτη Γιώργο για λίγες στιγμές και ένα μεσαίου μεγέθους πούρο,που είχα μαζί μου από την προηγούμενη νύχτα που βγήκα και έκατσα έξω από το λιμάνι. Απολαμβάνοντας την μοναξιά μου μετά το πέρας της κλήσης με πυκνους καπνούς να γεμίζουν τον δρόμο με αρώματα σοκολάτας,βανίλιας και αμερικανικού καπνού,βρήκα διαύγεια για κάποιες στιγμές. Ξανά,απολάμβανα κάτι,έστω και για λίγο,ύστερα από μήνες ανηδονίας που με ακολουθούν και καταπλακώσει. Τι τα θέλετε όμως αγαπητοί μου αναγνώστες;
Χτύπησε το τηλέφωνό μου με το όνομα του πλοιάρχου σαν επικεφαλίδα. Υπήρχε ένα θέμα με την είσοδο του λιμανιού και έπρεπε να τους βρω σύντομα για να μπορούν να γυρίσουν εκείνοι και εγώ να παραλάβω τα shore pass για να γυρίσω όποτε θέλω. Σηκώθηκα να πληρώσω. Μια σερβιτόρα του μαγαζιού που δεν είχαμε μιλήσει νωρίτερα, κοκκινομάλλα με επίσης κατακόκκινα χείλη,με ρώτησε αν μου άρεσε η IPA που παρήγγειλα. Πράγματι ήταν πολύ ωραία (και η μπίρα και η κοπέλα,ας μην γελιόμαστε. Βέβαια,όχι σαν εσένα. Ξέρω πως σε εκνευρίζει να το βλέπεις, yet here I am,here I remain. Fight me.)

Την ρώτησα μέχρι τι ώρα το μαγαζί θα είναι ανοιχτό,γιατί το βράδυ της Πέμπτης, το ένα έκλεινε μετά το άλλο. Μου είπε εκείνη,ότι θα είναι μέχρι αργά. Ίσως περνούσα ξανά,όταν τελείωνα το deal με το πλήρωμα και τα shore pass. Με ρώτησε αν ήμουν διακοπές εκεί ή αν δουλεύω σεζόν. Εξεπλάγην όταν της είπα πως είμαι ναυτικός.

Ε.Where stories live. Discover now