22.

814 98 45
                                    

Αριάδνη

- Μη φοβάσαι θα είμαι καλός μαζί σου, μου λέει και με πλησιάζει ενώ βγάζει την ζακέτα του και την πετάει στον καναπέ.

- Μάριε μείνε μακριά μου, του λέω.

- Τώρα πλέον δεν υπάρχει καμία περίπτωση. Είναι πολύ αργά, λέει και έρχεται γρήγορα κατά πάνω μου και με φιλάει.

Προσπαθώ να αποφύγω το φιλί του. Είναι σιχαμερός. Προφανώς και δεν ανταποδίδω. Με έχει σφίξει πάνω του και με φιλάει μόνο εκείνος.

- Γιατί δεν με φιλάς μωρό μου; Κάποτε το έκανες καλά, μου λέει.

- Γιατί είσαι ένα σίχαμααα, του λέω.

- Με φτιάχνεις, λέει.

Τον σπρώχνω.

- Ααα δεν έχει τέτοια. Κομμένα αυτά σε εμένα, λέει και με σηκώνει και με πηγαίνει στην κρεβατοκάμαρα.

Με ρίχνει στο κρεβάτι. Δεν το αντέχω αυτό. Δεν το πιστεύω ότι θα είναι με εκείνον η πρώτη μου φορά.

- Μου στέρησες κάτι, μου λέει.

- Τι σου στέρησα; Λες ψέματα, λέω ενώ έχω βουρκώσει.

- Εσένα. Ήσουν δική μου. Και με παράτησες για έναν άλλον. Όχι αγάπη μου και εγώ πλούσιος είμαι, λέει.

- Χέστηκα για τα λεφτά σου μαλάκα, λέω και εκείνη την ώρα μου σκίζει την μπλούζα.

Ούρλιαξα και έβαλα τα χέρια μου μπροστά γιατί ντρεπόμουν.

- Μην τα κάνεις αυτά. Σε λίγο δεν θα ντρέπεσαι καθόλου. Ίσα ίσα που θα φωνάζεις το όνομά μου, λέει.

- Μάριε!

- Έτσι έτσι ακριβώς θα φωνάζεις.

- Μάριε δεν είμαι σαν τις άλλες που πηδάς. Δεν σε θέλω κατάλαβε το.

- Για αυτό ακριβώς μου αρέσεις, λέει και βγάζει την μπλούζα του.

- Σε παρακαλώ άφησε με, του λέω.

- Επειδή με κούρασες, λέει και βγάζει το παντελόνι του.

Με αγγίζει και βάζει το χέρι του μέσα από την φούστα μου. Έχω κλείσει τα μάτια μου σφικτά. Δεν θέλω να τον κοιτάζω με τίποτα. Θέλω απλά να ανοίξω τα μάτια μου και να ξυπνήσω από έναν εφιάλτη.

- Ετοιμάσου. Δεν θα πονέσεις, λέει και μου σκίζει το καλσόν.

- Εσύ θα πονέσεις όμως μαλάκα, ακούω μια φωνή και ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω τον Πάρη.

Γυρνάει ο Μάριος και τον κοιτάζει.

Δεν προλαβαίνει να μιλήσει και ο Πάρης του έχει ρίξει δύο μπουκέτα και τον έχει σωριάσει κάτω. Είναι από πάνω του και τον χτυπάει με μανία. Τον έχει ματώσει παντού.

- Σου είπα ρε κωλόπαιδο να μην την ξανά πλησιάσεις, λέει ο Πάρης και τον δέρνει κανονικότατα.

- Πάρη σταμάτα. Πάμε να φύγουμε, του λέω κλαίγοντας ενώ έχω σηκωθεί έτοιμη να φύγουμε.

Έχει χτυπηθεί και ο Πάρης. Γαμώτο μου όλα έγιναν εξαιτίας μου.

Πάρης

Πηγαίνω στο τελευταίο σπίτι. Βλέπω το αμάξι του. Τρέχω και προσπαθώ να ανοίξω την πόρτα με δυσκολία. Μετά από λίγα λεπτά τα καταφέρνω. Μπαίνω μέσα και σιγά σιγά προχωράω προς τα δωμάτια. Από ένα συγκεκριμένο δωμάτιο ακούω κάποιος να μιλάει. Λογικά ο Μάριος.

- Σε παρακαλώ άφησε με, ακούω την Αριάδνη.

- Ετοιμάσου. Δεν θα πονέσεις, λέει ο μαλάκας.

Μπαίνω μέσα και βλέπω την Αριάδνη με σκισμένα ρούχα και κλειστά μάτια. Τον άλλον έτοιμο να βγάλει το εσώρουχό του.

- Εσύ θα πονέσεις όμως μαλάκα, του λέω.

Καθώς γυρίζει να με κοιτάξει δεν προλαβαίνει να πει το οτιδήποτε και τον χτυπάω. Του έριξα τόσο ξύλο όσο δεν έχω ξανά ρίξει ποτέ στη ζωή μου.

- Πάρη σταμάτα. Πάμε να φύγουμε, ακούω να λέει η Αριάδνη.

Την αρπάζω από το χέρι και τρέχουμε προς τα έξω. Έχει φτάσει ήδη η αστυνομία. Ο πατέρας μου είχε γνωστούς φίλους αστυνομικούς και έμαθαν την κατάσταση άμεσα. Αγκάλιασα σφικτά την Αριάδνη.

- Συγνώμη, λέει κλαίγοντας.

- Σσςς μην πεις τίποτα μωρό μου. Πάμε να φύγουμε, της λέω και μπαίνουμε στο αμάξι.

- Είσαι καλά; Την ρωτάω.

- Ναι Πάρη. Συγνώμη δεν ήθελα να γίνει όλο αυτό. Δεν ήθελα να σε μπλέξω πουθενά, λέει.

- Αν δεν έμπλεκα μωρό μου θα ήταν η ζωή μου δύσκολη. Γιατί εσύ είσαι το καλύτερο μου μπλέξιμο. Θα έκανα τα πάντα για σένα, λέω και την φιλάω.

Συνεχίζεται...

Διαφορετικά ΠλασμένοιWhere stories live. Discover now