18.

961 100 54
                                    

Αριάδνη

Είμαι μόνη στο σπίτι. Η θεία μου θα αργήσει να έρθει. Παίζει να έρθει και πρωί πρωί.
Μιλάω με τον Πάρη στο τηλέφωνο. Ακούω το κουδούνι.

"Θα σε πάρω σε λίγο μωρό μου", του λέω.

"Εντάξει θα περιμένω", μου λέει και το κλείνουμε.

Πάω ανοίγω την πόρτα και βλέπω τον Μάριο.

- Μάριε;

- Δεν με περίμενες;;

- Τι θέλεις εσύ εδώ;

- Γιατί κάθε φορά με ρωτάς το ίδιο πράγμα ενώ ξέρεις την απάντηση;

- Ε;

- Δεν θα μου πεις να περάσω;

- Δεν νομίζω να υπάρχει λόγος, λέω.

- Δεν είσαι καθόλου ευγενική.

- Θα έπρεπε;

- Σκέψου το, λέει και μπαίνει μέσα ενώ με κάνει λίγο στην άκρη.

- Τι θέλεις ρε Μάριε πάλι από την ζωή μου;

- Ωραίο το σπιτάκι σου, λέει ενώ το περιεργάζεται με τα μάτια του.

- Ναι καλό είναι. Για αυτό ήρθες;

Έρχεται κοντά μου και με κολλάει στην πόρτα.

- Για σένα μωρό μου.

- Μάριε τι λες;

- Είσαι δικιά μου.

Τον χαστουκίζω.

- Τσακίσου φύγε, του λέω.

- Στο έχω ξανά πει ότι δεν παίζεις καλά μικρή... Θα με ακούσεις τώρα, με αρπάζει και με πετάει στον καναπέ.

- Τι έπαθες; Τι τρόπος είναι αυτός;

- Ο Μάριος ότι θέλει το παίρνει. Λοιπόν έλα να σου δείξω κάτι, λέει και βγάζει το κινητό του.

Μου δείχνει κάποιες φωτογραφίες από δύο άντρες "ντουλάπες".

- Ναι τι;

- Τους βλέπεις αυτούς;

- Ναι, λέω.

- Αν δεν είσαι μαζί μου ο φλωράκος σου ο Πάρης θα πέσει στα χεράκια τους. Το κατάλαβες;

- Τι λες ρε Μάριε; Με απειλείς; Δεν θέλω να είμαι μαζί σου.

- Θα θελήσεις όταν βρεις αναίσθητο το φιλαράκο σου;

- Μην τολμήσεις και του κάνεις το οτιδήποτε.

- Θα του πεις να χωρίσετε. Τώρα.

- Δ..Δε...δεν μπορώ να το κάνω αυτό Μάριε.

Τρομάζω πάρα πολύ με την στάση του. Και αυτά που λέει τα εννοεί.

Ξαφνικά ακούω κουδούνι.

- Δεν ανοίγεις σε κανέναν. Τώρα είσαι δική μου και μόνο, λέει ο Μάριος και με σπρώχνει στον καναπέ με αποτέλεσμα να με ξαπλώσει.

- Τι πας να κάνεις;

- Θα σου αρέσει, μου λέει και βγάζει την μπλούζα του.

- Οχιιιιιι, ουρλιάζω και σηκώνομαι από τον καναπέ.

- Σκάσε θα μας ακούσουν, με ακολουθεί και έρχεται και μου κλείνει το στόμα.

Αποφασίζω να του χώσω μια κλωτσιά στο επίμαχο σημείο του και τρέχω προς την πόρτα και την ανοίγω.

- Αριάδνη;

Πάρης

Είπε ότι θα με πάρει τηλέφωνο και δεν το έχει κάνει ακόμα. Η Αριάδνη δεν αργεί ποτέ. Θα πάω από το σπίτι της.
Παίρνω το αμάξι του πατέρα μου και πηγαίνω όσο πιο γρήγορα μπορώ αλλά και προσεκτικά.
Όταν φτάνω χτυπάω το κουδούνι αλλά δεν ανοίγει κανένας. Τώρα έχω ανησυχήσει πραγματικά.
Την παίρνω τηλέφωνο αλλά δεν το σηκώνει.
Μετά από λίγο την ακούω να φωνάζει. Άρα είναι μέσα. Και κάτι έπαθε.
Μέσα σε λίγα δεύτερα έχει ανοίξει την πόρτα και βλέπω μια Αριάδνη τρομοκρατημένη και τον Μάριο απέναντι μου χωρίς μπλούζα.

- Αριάδνη;

- Πάρη ήρθες;

- Τι κάνει αυτός εδώ;

- Δεν ξέρω.

- Φίλε λυπάμαι. Μόλις την έχασες. Άργησες. Πριν λίγο το κάναμε, λέει ο Μάριος και η Αριάδνη γουρλώνει τα μάτια της.

- Τι; Τι είπες ρε; Μπαίνω μέσα γρήγορα και τον πιάνω από τον λαιμό. Για άλλη μια φορά...

- Μόλις το κάναμε. Δίνε του.

- Αριάδνη; Αλήθεια λέει;

Η Αριάδνη με κοιτάζει με τρόμο και τρέμει.

- Ο...όχι, απαντάει.

- Τι της έκανες πες μου τώρα, απαιτώ τον Μάριο.

- Τόσες μέρες έρχομαι κρυφά από εσένα και βλέπω την Αριάδνη. Και εκείνη με δέχεται, λέει ο Μάριος.

- Γιατί τον άφησες να μπει; Λέει αλήθεια; Ρωτάω την Αριάδνη και είμαι φουλ τσαντισμένος.

- Μόνος του μπήκε Πάρη, λέει η Αριάδνη. Φαίνεται να λέει την αλήθεια.

Πιάνω την μπλούζα του Μάριου και του την πετάω στα μούτρα.

- Φόρα την και εξαφανίσου, του λέω.

- Δεν πάω πουθενά. Μέχρι να σου πει την αλήθεια η Αριάδνη, λέει.

- Ρε φύγε από εδώ γαμώτο μου, λέω και του ρίχνω μια μπουνιά στο πρόσωπο.

- Οκευ. Αλλά θα το δεις στο τέλος ποιος έχει δίκιο, λέει ο Μάριος και φεύγει.

Συνεχίζεται...

Διαφορετικά ΠλασμένοιWhere stories live. Discover now