15.β.

503 64 41
                                    

Πάρης

Την επόμενη ημέρα πήγαμε με την Μυρτούλα στο σπίτι της Αριάδνης.
Μας άνοιξε η θεία.

- Πάρη;

- Γεια σου θεία. Έφερα την μικρή, λέω.

- Αγάπη μου, σκύβει η θεία και φιλάει την Μυρτώ.

- Περάστε, λέει και περνάω μέσα και εγώ.

- Θέλεις να σου φέρω κάτι αγόρι μου;

- Όχι ευχαριστώ. Θέλω να μιλήσω στην Αριάδνη. Πού είναι;

- Εε εχθές γυρίσαμε από το νοσοκομείο, μου λέει και την διακόπτω.

- Γιατί;;;

- Είχε μια λιποθυμία αλλά τώρα είναι καλά. Ξεκουράζεται, μου λέει.

Πήρα μια βαθιά ανάσα.

Τώρα είμαι σίγουρος πως είναι έγκυος και δεν μου το λέει. Γιατί όμως;

- Μπορώ να πάω;

- Εννοείται. Ξέρεις που είναι το δωμάτιο, μου λέει η θεία Μυρτώ.

Η μικρή κάθεται με την θεία και εγώ πηγαίνω προς το δωμάτιο της Αριάδνης.

Κοντοστέκομαι λίγο έξω από την πόρτα.
Ύστερα παίρνω την δύναμη και την χτυπάω.

- Ναι, λέει σιγανά η Αριάδνη.

Ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μέσα.
Με το που με βλέπει σηκώνεται κατευθείαν από το κρεβάτι και κάθεται στον "κώλο".

- Πάρη;

- Μην σηκώνεσαι Αριάδνη. Κάθισε, της λέω γιατί την έβλεπα πως ήταν έτοιμη να σηκωθεί.

Την πλησιάζω και κάθομαι δίπλα της στο κρεβάτι.

- Πώς είσαι;

- Πάρη γιατί ήρθες τι έγινε; Έπαθε κάτι το παιδί;

- Όχι Αριάδνη τίποτα δεν έπαθε ηρέμησε.

- Τότε;

- Εσύ έπαθες, της λέω.

- Εγώ δεν έχω τίποτα, μου λέει.

- Αριάδνη γιατί μου το έκρυψες;

Την βλέπω να κομπιάζει και να μην της είναι εύκολο να μου μιλήσει. Γιατί;

- Τι έμαθες; Σου είπε η θεία κάτι;

- Όχι Αριάδνη. Η μικρή μου τα είπε όλα.

- Π...πώς;

- Δεν έχει σημασία τώρα. Πώς μπόρεσες να μου το κρύψεις; Ότι κι αν έχει γίνει μεταξύ μας τα παιδιά δεν φταίνε σε τίποτα.

Διαφορετικά ΠλασμένοιWhere stories live. Discover now