26.

747 86 50
                                    

Αριάδνη

Ήρθε ο Μάρκος. Είχα να τον δω από τότε που έφυγα. Μιλούσα με όλα τα παιδιά. Βέβαια τώρα τελευταία είχαμε αραιώσει λίγο. Έχει δίκιο ο Μάρκος. Εκείνος ήταν πάντα δίπλα μου.

- Και να σου πω...θα μου πεις τώρα για τον Πάρη;

Με ρωτάει ο Μάρκος.

- Είναι το αγόρι μου, του λέω.

- Αα, λέει και κατεβάζει το κεφάλι του.

Τι έπαθε;

- Τι έπαθες Μάρκο;

- Έκανα μαλακία που ήρθα, μου λέει και μετά με κοιτάζει.

- Λες βλακείες. Απλά ο Πάρης το παρεξήγησε.

- Ε νομίζω ότι έχει δίκιο να ζηλεύει, λέει.

- Γιατί το λες αυτό;

- Ποιος δεν θα ζήλευε αν είχε τέτοια κοπέλα σαν εσένα;

- Χαχαχ Μάρκοοο.

Με αρπάζει και με βάζει στην αγκαλιά του. Με σφίγγει λες και θα είναι η τελευταία φορά.

- Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μου έλειψες, λέει και με φιλάει στο κεφάλι.

- Κι εμένα Μάρκο μου έλειψες.

Πάρης

Πήγα σχολείο την δεύτερη ώρα. Δεν μπορούσα να ξυπνήσω γιατί το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Σκεφτόμουν. Την Αριάδνη. Συνέχεια εκείνη σκέφτομαι. Αλλά ποιος είναι αυτός τώρα; Που εμφανίζεται ξαφνικά από το πουθενά;

Μπαίνω στο προαύλιο. Πάλι καλά διάλειμμα είναι ακόμα. Προχωράω.

- Που ήσουν Πάρη;
Ακούω την φωνή της Αριάδνης. Γυρνάω και την κοιτάζω.

- Όπου ήθελα;
Ρωτάω ειρωνικά.

- Πάρη. Θέλω να σου μιλήσω.

- Δεν είναι ώρα, λέω ενώ χτυπάει το κουδούνι.

- Ρε Πάρη!

- Δεν ξέρω αν άκουσες αλλά χτύπησε το κουδούνι.

- Με εκνευρίζεις τώρα, λέει.

- Α μπα; Εγώ σε εκνευρίζω; Τότε να πας στο μωρό σου να σε πάρει αγκαλιά να ηρεμήσεις. Γιατί σου έχει λείψει κιόλας, λέω.

- Τι λες τώρα ρε Πάρη; Εγώ είμαι μαζί σου, λέει.

- Ήσουν, λέω καθώς σκίζεται η καρδιά μου στα δύο εκείνη τη στιγμή.

- Τι;

- Ήσουν μαζί μου. Ήμασταν μαζί, λέω.

Είναι τόσο σκληρά τα λόγια μου...

- Μην είσαι υπερβολικός Πάρη, λέει.

- Τελειώσαμε Αριάδνη, της λέω.

- Πάρη σε παρακαλώ. Ξεκόλλα τώρα, μου λέει.

- Ξεκόλλησα. Από πάνω σου. Δεν θέλω να σε ξανά δω, λέω.

- Αναγκαστικά θα σε βλέπω στο σχολείο, λέει ελάχιστα ειρωνικά η Αριάδνη.

- Μόνο στο σχολείο, της λέω.

- Πάρη σε παρακαλώ δεν μπορώ χωρίς εσένα, μου λέει.

Εν τω μεταξύ έχουν μπει όλοι μέσα και χάνουμε και την δεύτερη ώρα...αλλά ποιος το χέζει τώρα;

Αριάδνη

- Πάρη σε παρακαλώ δεν μπορώ χωρίς εσένα, του λέω.

Δεν μιλάει. Απλά με κοιτάζει.

- Ο Μάρκος είναι φίλος μου, λέω.

- Γιατί δεν μου λες ότι είναι ο γκόμενος σου εκεί που έμενες; Και ήρθε τώρα χωρίς να το ξέρεις και χωρίς να τον έχεις προετοιμάσει;

- Λες μαλακίες!

Ούρλιαξα.

- Άστο Αριάδνη. Ποτέ δεν ταιριάζαμε. Είμαστε διαφορετικοί. Δεν έχεις μάθει να ζεις όπως εγώ, και δεν έχω μάθει να ζω όπως εσύ, λέει και φεύγει.

Τρέχω και τον πιάνω ξανά από το χέρι.

- Τι θέλεις επιτέλους;

- Πάρη καταλαβαίνεις τι λες; Τα έχεις βγάλει όλα από το μυαλό σου, λέω.

- Παράτα με, λέει.

- Πάρη γιατί το κάνεις τόσο δύσκολο; Με τιμωρείς για κάτι που δεν έχω κάνει;

- Μήπως είναι η αλήθεια;

Τον τραβάω από την μπλούζα κοντά μου και τον φιλάω.
Προς έκπληξη μου ανταποδίδει.
Με πιάνει από το πρόσωπο και με κολλάει πάνω του φιλώντας με με πάθος.

Σταματάμε και κοιταζόμαστε.

- Τώρα τι; Ακόμα πιστεύεις αυτά που έλεγες;

- Ναι, λέει.

- Είσαι γελοίος, λέω.

Μου ρίχνει μια ματιά, μου πιάνει το χέρι, μου το φιλάει και φεύγει.

Τι ήταν αυτό πάλι;

Πάρης

Αυτό το φιλί. Δεν ήταν τίποτα. Αλλά το είχα ανάγκη εκείνη την ώρα τόσο πολύ. Την θέλω. Και με πληγώνει όλο αυτό που συνέβη. Είναι με τον άλλον γαμώτο. Με τον άλλον. Δεν της άφησα περιθώριο πολύ να μιλήσει αλλά το κατάλαβα.

Γιατί όλοι οι άνθρωποι μου με αφήνουν;

"Εσύ τους αφήνεις", λέει μια φωνή μέσα μου.

Ήταν σαν να μην το άκουσα ποτέ αυτό.

Γαμώτο μου!

Συνεχίζεται...

Διαφορετικά ΠλασμένοιWhere stories live. Discover now