38.β.

389 49 16
                                    

Αριάδνη

- Αμάν. Δεν προσέχεις καθόλου και εσύ βρε μαμά!

Με κοίταξε κοκκαλωμένη.

Βλέπω τον Πάρη που χαμογελάει.

Τι έγινε ρε παιδιά;

- Π...πώς με είπες;
Ρωτάει η Ιωάννα και βουρκώνει.

Κάτσε λίγο. Πώς την είπα;

Πώς την είπα;;;

OMG.

Η αλήθεια είναι πως βγήκε εντελώς αυθόρμητα.

- Συγνώμη αλλά...βγήκε αυθόρμητα, λέω.

- Έστω και αυτά τα αυθόρμητα δεν μπορείς να φανταστείς πόσο χαρούμενη μπορούν να με κάνουν, λέει και με αγκαλιάζει.

- Εε λοιπόν. Να πάμε τώρα τα φαγητά μέσα; Όλα έτοιμα;

- Ναι. Θα πάρω εγώ μερικά, λέει ο Πάρης και φεύγει με τα πιάτα στα χέρια.

- Και εγώ τα πιάτα αυτά θα πάρω, λέει η Ιωάννα.

- Όχι. Δεν μπορείς. Μόλις κόπηκες, της λέω.

- Μην νοιάζεσαι. Δεν έχω τίποτα, λέει.

Της αγγίζω το χέρι και την σταματάω.

- Νοιάζομαι, της λέω.

Μου χαμογελάει.

- Μπορώ αλήθεια, λέει και πιάνει τα πιάτα και πηγαίνει μέσα.

Παίρνω και τα υπόλοιπα και πηγαίνω και εγώ.

Μετά ξανά γυρνάω με τον Πάρη για τα τελευταία.

- Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο χάρηκα, μου λέει ο Πάρης.

- Βρε Πάρη... Δεν ξέρω, του λέω.

- Αγάπη μου αφού το είπες αυθόρμητα σιγά σιγά θα έρθετε πιο κοντά. Έχεις ανάγκη την μητρική αγάπη, μου λέει.

- Πφφ

- Όταν το άκουσα από το στόμα σου ξαφνιάστηκα. Αλλά ένα χαμόγελο βγήκε από τα χείλη μου. Θυμήθηκα κι εγώ την μητέρα μου. Τώρα που την βρήκες μην την αφήσεις να φύγει ξανά. Είναι σημαντική. Στο λέω, μου λέει ο Πάρης και φεύγει παίρνοντας τα μαχαιροπίρουνα.

Σκέφτομαι λίγο. Κουνάω το κεφάλι μου διώχνοντας τις σκέψεις μου και πηγαίνω κι εγώ ξανά μέσα ώστε να αρχίσουμε να τρώμε.

- Καλά ε η Αριάδνη δεν ξέρετε πόσο χρυσοχέρα είναι, λέει η Ιωάννα.

- Χαχαχ υπερβολές, λέω.

- Αυτά εσύ να τα ακούς, λέει ο Στέφανος στην Όλγα.

- Στέφανε σταμάτα γιατί κρατάω πιρούνι, λέει η Όλγα.

Διαφορετικά ΠλασμένοιWhere stories live. Discover now