ΜΕΡΑ 78

8.5K 698 33
                                    

Ακόμα δε μπορώ να πιστέψω τι συνέβη χθες. Το κεφάλι μου ακόμα βουίζει απ' τις φωνές. Όχι μόνο στο πάρτι αλλά και μετά, αφού οι γονείς μου ήταν τέρμα θυμωμένοι μαζί μου που έκρυψα το γεγονός ότι η Ελπίδα είχε σχέση με τον θείο. Βέβαια στο τέλος πάντα εγώ φταίω. Η μαμά λείπει όλη μέρα στο πλευρό της θείας Μαίρης ενώ ο μπαμπάς πήγε στο εξοχικό όπου εγκαταστάθηκε ο θείος Κώστας για να τον πείσει να αφήσει την Ελπίδα και να προσπαθήσει να ξαναφτιάξει την οικογένειά του.

Ο Στέλιος απ' την άλλη, πήγε για μπάνιο μ' ένα παιδί που γνώρισε online μέσω ενός παιχνιδιού που παίζουν το Skyrim. Έτσι έμεινα σπίτι εγώ μόνη μου, βλέποντας τηλεόραση. Ο Μάρκος τρέχει στα υπουργεία για να μεταφράσει τα διπλώματα των αγγλικών για να βγάλει άδεια διδασκαλίας και μετά μαθήματα οδήγησης.

Κι εγώ κανονικά πρέπει οπωσδήποτε να μάθω να οδηγώ. Πόσο θα ήθελα να έπαιρνα τώρα το αυτοκίνητο και να έφευγα στο πουθενά, όπου θα μ' έβγαζε ο δρόμος. Αλλά τώρα, και μόνο μέχρι το περίπτερο να πάω νιώθω ότι ο ήλιος θα με τηγανίσει σαν κοτόπουλο. Απέναντί μου βλέπω τον ροζ αρκούδο που μου χάρισε η Ελπίδα χθες. Ένα δάκρυ έτρεξε σκεπτόμενη τα χρόνια φιλίας μου μ' αυτήν την κοπέλα. Ήρθε, όμως, η ώρα να την αποχαιρετίσω καθώς τελικά δεν ταιριάζουμε καθόλου εκτός σχολείου.

Μετά σκέφτηκα τον Αντώνη. Σήμερα είναι μέρα χαλάρωσης, δηλαδή δεν έχω γυμναστήριο, αλλά θέλω τόσο να τον δω. Πρέπει να είναι πολύ στεναχωρημένος και πικραμένος με την Κίρκη, όχι μόνο έχασε κάποια που του άρεσε –ακόμα κι αν αυτή είναι μια αηδιαστική μάγισσα- αλλά χρωστάει τα διπλά, 90,000 ευρώ σ' αυτήν. Και πολύ φοβάμαι ότι αν δεν τα πληρώσει, μπορεί να πάθει μεγάλο κακό, γιατί αυτή ξέρει πολύ κόσμο της νύχτας. Όλον τον υπόκοσμο.

Χτυπάει το κινητό μου, είναι αυτός. Τα μάτια μου γουρλώνουν, η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Το σηκώνω. «Γεια σου, Μαρτίνα, ξέρω ότι είναι μέρα χαλάρωσης αλλά...» ξεροβήχει και συνεχίζει «...θα πάω μια βόλτα με το ποδήλατο στην Πάρνηθα και αναρωτιόμουν αν είχες όρεξη να με συνοδεύσεις;» με ρωτάει. «Ποδήλατο, ε; γιατί ξέρεις πόσο μ' αρέσει...» του λέω ειρωνικά και γελάμε, «αλλά ναι, δεν έχω πρόβλημα, Αντώνη, έτσι κι αλλιώς βαριέμαι σπίτι και δε νιώθω τόσο κουρασμένη, πέρα απ' την πλάτη που πονάει» του λέω και το κλείνουμε.

Μετά από καμιά ώρα συναντιόμαστε με τα ποδήλατα στο Φλαμπούρι, το ορεινό καταφύγιο του Ε.Ο.Σ. Αχαρνών, και αρχίζουμε ν' ανεβαίνουμε το βουνό. Είναι σχετικά ομαλή διαδρομή με μικρές υψομετρικές διαφορές. Η μυρωδιά από τα δέντρα είναι τόσο φρέσκια και δροσερή σε αντίθεση με το νέφος στο κέντρο. Έχω καταϊδρώσει βέβαια και δυσκολεύομαι να αναπνεύσω αλλά το γεγονός ότι είμαι με τον Αντώνη μου δίνει ένα κίνητρο να συνεχίσω. Το πρόσωπό του φαίνεται λυπημένο παρά το ευγενικό και ίσως ψεύτικο χαμόγελο που σχηματίζεται.

Προσωπικός ΓυμναστήςWhere stories live. Discover now