ΜΕΡΑ 28

6.4K 466 36
                                    

Τα ξημερώματα, σηκώθηκα από το κρεβάτι του Στέφανου, που κοιμόταν δίπλα μου. Πήρα σιγά σιγά τα πράγματά μου και έφυγα χωρίς να κάνω τον παραμικρό θόρυβο.

Κατέβηκα κάτω και το σαλόνι ήταν ακόμα γεμάτο με μισοσβησμένα κεριά που μου θύμισαν την χθεσινή κωμικοτραγική νύχτα. Κουνάω το κεφάλι μου με αγανάκτιση και φεύγω άρον άρον.

Στον δρόμο για τον σταθμό της Καλλιθέας, με παίρνει τηλέφωνο η Μαρία και ξαφνιάζομαι. Δεν ξυπνάει ποτέ 6 η ώρα το πρωί. "Καλημέρα, πεταλούδα!" μου λεέι με μια τσιριχτή φωνή και της λέω "Μαρία, είσαι καλά; Κοιμήθηκες;" Εκείνη ξεροβήχει λίγο και γελάει "Ναι βρε, πολύ καλά, απλά ξύπνησα γιατί είχα έναν πόνο αλλά τώρα είμαι οκ. Πού είσαι εσύ, κοιμήθηκες στον Στέφανο;" με ρωτάει.

"Ναι, που λέει ο λόγος κοιμήθηκα. Δεν βολευόμουν με τίποτα στο κρεβάτι του. Δηλαδή είσαι καλά τώρα;" την ρωτάω και ακολουθεί μια μικρή παύση. "Μαρία;" την ρωτάω, λίγο ανήσυχη. "Ναι, καλέ, όλα καλά θα πάνε. Θα πας να κοιμηθείς;" με ρωτάει. "Έτσι έλεγα, αλλά αν θες να τα πούμε από κοντά..." της λέω και ακούγεται ξαφνικά ακόμα πιο χαρούμενη, "Ναι ναι! Θες να πάμε για καφέ και πρωινό; Η Ελπίδα κοιμάται ακόμα είναι με τον Νίκο" μου λέει και τελικά κανονίζουμε να πάμε για καφέ οι δυο μας στο κέντρο.

Αφού είδαμε μερικά μαγαζιά, προχωρήσαμε προς τις καφετέριες. "Και δεν το κάνατε;" με ρωτάει ενώ αγοράζει κάτι χάντρες μπροστά στην ταμία. Εγώ την κοιτάω, ντροπιασμένη. "Μπορείς να καταλάβεις ότι μας ακούνε;" της λέω και η ταμίας μου χαμογελάει. "Ε και; Τι θα πάθουν; Δεν το 'χεις κάνει εσύ ποτέ;" ρωτάει την ταμία και γνέφει, γελώντας. "Είδες, την έκανα να γελάσει πρωινιάτικα" μου λέει η Μαρία και φεύγουμε.

"Όχι, δεν κάναμε τίποτα. Αν και πήγαμε να κάνουμε και τελικά σταμάτησα γιατί...δε ξέρω, δεν ένιωθα άνετα μαζί του. Ενώ πίστευα ότι μ' αρέσει σωματικά, δεν μου βγήκε καθόλου" της λέω. "Είμαστε εγκεφαλικές, γλυκιά μου, μη το ξεχνάς. Μπορεί να θες να το παίζεις Σαμάνθα Τζόουνς όσο θες, αλλά έχεις δυνατά συναισθήματα μέσα σου και ό,τι και να κάνεις θα σε κρατάνε πίσω. Για μύρισε!" μου λέει και μου χώνει το χέρι της στην μύτη απ' το πουθενά. Μυρίζει σαν λουλούδια αλλά πολύ ελαφρύ. Παρατηρώ τότε ένα βραχιολάκι από νοσοκομείο στον καρπό.

"Μαρία, τι είναι αυτό;" την ρωτάω και γελάει νευρικά. "Αχ ξέχασα να το βγάλω αυτό" λέει και αρχίζει να το δαγκώνει για να βγει. "Όταν με πήρες το πρωί και είχες πόνο, πήγαινες νοσοκομείο;" την ρωτάω, αρκετά ανήσυχη πλέον. "Σιγά δεν ήταν τίποτα, απλές εξετασούλες έκανα" μου λέει και μπαίνουμε σε μια καφετέρια. Παραγγέλνουμε και την κοιτάω επίμονα, προσπαθώντας να καταλάβω.

Προσωπικός Γυμναστής Where stories live. Discover now