ΜΕΡΑ 76

7.9K 713 62
                                    

Στο σπίτι, όλη μέρα ετοιμάζω τις βαλίτσες για την Σαντορίνη με την βοήθεια της Μαρίας. Είχε δεν είχε μου φορτώθηκε τελικά, αλλά η αλήθεια είναι ότι έχει πλάκα. Καθόμαστε στο πάτωμα του σαλονιού και έχω απλώσει τα ρούχα παντού και ξεδιαλέγω. «Όταν ο αδερφός μου πήγε στην Κρήτη πέρυσι για έναν αγώνα ποδοσφαίρου, έκανα το δωμάτιό του σχολή χορού και έβγαλα 3,000 ευρώ» μου λέει και την κοιτάω, σοκαρισμένη. «Αλήθεια, αγόρασα μια βάρκα!» μου λέει και την κοιτάω ακόμα πιο μπερδεμένη. «Ναι, βλέπεις μ' αρέσει ο σολομός και επειδή είναι πανάκριβος στον Βασιλόπουλο, είπα να πάω να ψαρέψω. Αλλά δεν βρήκα τίποτα στην παραλία που κάνανε μπάνιο και με συλλάβανε για παράνομη πλεύση!» μου λέει και κουνάω το κεφάλι μου.

«Βλέπω είσαι καλύτερα σήμερα, Μαρία. Μίλησες με τον Φίλιππο;» την ρωτάω κι αρχίζει να κλαίει πάλι. «Καλά, καλά, μια κουβέντα είπα, ξέχνα το!» της φωνάζω και τότε μπαίνει ο Στέλιος, στεναχωρημένος. «Έβαλε η μαμά συναγερμό;» ρωτάει κι η Μαρία σταματάει. «Αυτός είναι ο αδερφός σου; Τι γλυκούλης! Λες να τα φτιάξω μαζί του;» με ρωτάει και γελάω. «Άστο καλύτερα. Εκτός κι αν σκοπεύεις να αλλάξεις φύλο» της λέω και με κοιτάει σοκαρισμένη. «Θες να πεις ότι θα με κάνεις άκρη σαν φίλη αν τα φτιάξω με τον αδερφό σου; Μα γιατί;;» φωνάζει στ' αυτί μου, κλαίγοντας. «Όχι, άστο, δεν κατάλαβες τι λέω! Απλά ξέχνα τον!» της λέω.

«Φτιάχνεις τις βαλίτσες γι' αύριο;» με ρωτάει ο Στέλιος και κάθεται στον καναπέ. «Ναι, εσύ τι έχεις;» τον ρωτάω, ανήσυχη. «Πέρασα απ' την κλινική σήμερα για να πάρω την επόμενη συνταγή για τα χάπια και...πήρα και κάτι παραπάνω απ' αυτό» μου λέει και τον κοιτάω, με αγωνία.

«Ο Αχιλλέας...αρραβωνιάζεται με την Νάνσυ. Και μας κάλεσε στο πάρτι την άλλη Παρασκευή. Θα έχεις γυρίσει;» με ρωτάει και μένω μ' ανοιχτό το στόμα. «Δεν...δεν το πιστεύω!» λέω. «Τον τύλιξε τελικά το ψώνιο. Για τρελογιατρός δεν είναι και πολύ στα καλά του! Μια φορά, έδωσα κλωτσιά στον οδοντίατρο γιατί με πόνεσε και δεν ξαναπήγα» λέει η Μαρία και την κοιτάω, μπερδεμένη.

Ο Στέλιος πάει στο δωμάτιό του και τον ακολουθώ εκεί. Η Μαρία πάει να μ' ακολουθήσει. «Μπορείς να μας αφήσεις μόνους λίγο;» την ρωτάω και με κοιτάει, θλιμμένη. «Μα είμαστε κολλητές!» λέει έτοιμη να κλάψει. «Μην κλάψεις, Θεέ μου! Ωραία, κολλητή, μπορείς να βρεις ό,τι λευκά ρούχα στο δωμάτιό μου και να τα βάλεις σε μια σακούλα;» την ρωτάω και τρέχει, γεμάτη χαρά στο δωμάτιό μου. «Ντάξει, θα κάνει κανένα μισάωρο να βρει μια λευκή κάλτσα που έχω κάτω απ' το κρεβάτι, καθώς όλα μου τα ρούχα είναι μαύρα...» λέω στον Στέλιο και με κοιτάει, στεναχωρημένος.

Προσωπικός ΓυμναστήςWhere stories live. Discover now