ΜΕΡΑ 36

5.8K 522 27
                                    

Τρέχω στους διαδρόμους με τα αποδυτήρια και τα γραφεία, ο Σταμάτης ακόμα με ακολουθεί. Βρίσκω την πίσω πόρτα και προσπαθώ να την ανοίξω αλλά είναι πολύ σκληρή. Δεν μπορεί να μου συμβαίνει αυτό ξανά, δεν μπορεί να τον ζω αυτόν τον εφιάλτη!

Σπρώχνω, σπρώχνω και πέφτω με φόρα πάνω στην πόρτα κι ανοίγει. "Μαρτίνα, περίμενε, δε θέλω να σου κάνω κακό!" μου φωνάζει ο Σταμάτης αλλά εγώ βγαίνω έξω και τρέχω στην αυλή αλλά αυτός με προφταίνει στην έξοδο. "Τι θες επιτέλους, άφησέ με ήσυχη!" του φωνάζω κι αυτός προσπαθεί να μιλήσει. "Μα θέλω μια ευκαιρία μόνο, τίποτα άλλο!" μου λέει και πριν το καταλάβω έχει κολλήσει τα χείλη του στα δικά μου. Εγώ κατατρομαγμένη, τον σπρώχνω και του δίνω μπουνιά στο πρόσωπο, σαν να ήταν σάκος του μποξ. Από μακριά βλέπω την Έρη να τρέχει προς το μέρος μας.

Ο Σταμάτης πιάνει το μέρος που τον χτύπησα και γυρίζει, έτοιμος να μου ορμήξει, οργισμένος, αλλά η Έρη προλαβαίνει και του ρίχνει μια δυνατή μπουνιά στο σαγόνι και αυτός πισωπλατεί, ζαλισμένος.

Σειρήνες αστυνομίας ακούγονται στον χώρο και φώτα πέφτουν πάνω μας. Η Έρη έρχεται και με αγκαλιάζει για να ηρεμήσω απ' το σοκ και όλοι από μέσα αρχίζουν και βγαίνουν έξω και μαζεύονται τριγύρω μας. Η Ελπίδα και η Μαρία που βλέπουν τον Σταμάτη, ο οποίος προσπαθεί να συνέλθει, έχουν πάθει σοκ. Έρχεται ο Ηλίας και με ρωτάει αν είμαι καλά και δεν ξέρω γιατί αλλά τον αγκαλιάζω. Μετά από λίγο καταφτάνει κι ο Αντώνης ενώ όταν οι αστυνομικοί εισέρχονται στον χώρο για να μάθουν τι συμβαίνει, ο Σταμάτης έχει γίνει ήδη άφαντος.

"Όχι, εκεί ήταν! Δεν μπορεί!!!" φωνάζω κι ο Αντώνης με ρωτάει τι συμβαίνει. "Ο Αντρέας Κ. είναι ο Σταμάτης..." του λέω, ενώ επικρατεί ένα χάος τριγύρω μας και εγώ βρίσκομαι ανάμεσα στον σοκαρισμένο Αντώνη και τον ανήσυχο Ηλία που μου κρατάει το χέρι. "Τι...εννοείς..." ψελλίζει ο Αντώνης, δίχως να μπορεί να το πιστέψει αυτό που άκουσε κι εγώ το επαναλαμβάνω συνεχώς, δίχως να μπορώ να το πιστέψω κι εγώ. Οι αστυνομικοί σαρώνουν τον χώρο για να βρουν τον Σταμάτη αλλά τίποτα, είναι σαν να τον κατάπιε η γη.

Πηγαίνουμε προς τα μέσα πάλι, κι ο Αντώνης συστήνεται με τον Ηλία. "Ηλίας;" ρωτάει ο Αντώνης. "Ναι, ο παρτενέρ της Μαρτίνας" του λέει. "Α δεν το ξερα ότι λέγεσαι έτσι" του λέει κι εγώ, ανήσυχη μήπως γίνουν περισσότερες συστάσεις, παίρνω τον Αντώνη και πάμε στην άκρη του γηπέδου. Αυτός με φιλάει και μου τρίβει τους ώμους για να ηρεμήσω. "Ηρέμησε, είμαι εδώ, μην φοβάσαι, καρδιά μου" μου λέει αλλά τα χέρια μου τρέμουν χωρίς να μπορώ να τα ελέγξω. Από μακριά βλέπω τον Ηλία να μας κοιτάει, κάτι που δεν με βοηθάει να ηρεμήσω.

Προσωπικός ΓυμναστήςWhere stories live. Discover now