Καταρρευση

686 82 13
                                    

Μια ενδομαδα . Μια ατελείωτη εβδομάδα είχε περάσει χωρίς κανένα νέο από τους γονείς μου . Τίποτα . Ο Γκρεγκορι κάθε μέρα ερχόταν και έφευγε με άδεια χέρια . Μπορούσα να δω την εξάντληση και την απογοήτευση στα μάτια του . Και εγώ δεν μπορούσα να τον βοηθήσω . Η κατάσταση μου μπορεί να ήταν και χειρότερη . Σχεδόν δεν έβγαινα από το δωμάτιο μου , δεν είχα ανοίξει το στόμα μου για να μιλήσω με κανέναν . Το μόνο που δεχόμουν να δω ήταν ο Γκρεγκορι , όμως μόνο για να μου πει τα νέα , εάν υπήρχαν κάποια .
Δεν μπορούσα να καταλάβω πως ήταν δυνατόν να μην μπορούν να εντοπιστούν από κανέναν . Είχαμε άντρες παντού , σε κάθε γωνία της Ιταλίας και ακόμη και έξω από την χώρα . Ήταν αδιανόητο να μην μπορέσουν να τους βρουν . Και ο Γκρεγκορι δεν με άφηνε να το κουνήσω απ ο εδώ μέσα . Εάν συνέβαινε κάτι στους γονείς μου εγώ θα έπρεπε να αναλάβω . Έτσι έλεγε . Δεν ήθελα να τον ακούω . Αυτή η εξέλιξη δεν έπρεπε να περνάει καν από το μυαλό του , ούτε από το δικό μου . Οι γονείς μου θα τα κατάφερναν , θα επέστρεφαν από μέρα σε μέρα . Είχαν εμένα , την συμμορία , δεν μπορούσαν να αφεθούν στην μοίρα τους . Είχαν υποχρεώσεις .
Ξεφυσιξα απογοητευμένη . Πλέον δεν ήξερα πως να αντιδράσω . Τα δάκρυα είχαν στερέψει , ο εκνευρισμός μου το ίδιο . Απλώς ανεπνεα και περίμενα . δεν ξέρω ούτε εγώ τι ακριβώς .
Το κινητό μου δονηθηκε . Έριξα μια βιαστική μάτια στην οθόνη για να βεβαιωθώ πως δεν ήταν ο Γκρεγκορι . Όχι ήταν εκείνος ξανά .
Ο Νίκολας επέμενε στο να με βλέπει και να μου μιλάει όλες αυτές τις μέρες . Δεν τον ήθελα κοντά μου . Δεν είχα ανάγκη την λύπηση του . Ήταν λάθος να τον καλέσω εκείνη την ημέρα , είδε την κατάρρευση μου . Φάνηκα αδύναμη μπροστά του και δεν έπρεπε . Πέταξα την συσκευή πάνω στο κρεβάτι . Δεν έλεγε να καταλάβει πως δεν θα του απαντούσα , είχε έρθει και στο σπτιι δυο φορές . Δεν τον άφησα να μπει μέσα . Ήλπιζα πως θα βαρεθεί κάποια στιγμή και θα φύγει , όμως η επιμονή του , ή μάλλον ο εγωισμός του μεγάλωνε όσο περνούσαν οι μέρες .
Στάθηκα μπροστά από τον καθρέφτη . Η εικόνα μου τρόμαζε ακόμη και εμένα . Δεν είχα βάλει μπουκιά στο στόμα μου , δεν μπορούσα να το κάνω ξέροντας πως καθόμουν κλεισμένη σε ένα δωμάτιο σαν την δειλή , χωρίς να κάνω τίποτα .
Αυτος ήταν και ο κύριος λόγος των τσακωμών μου με τον Γκρεγκορι τον τελευταίο καιρό . Όσο και να φώναζε δεν είχε καταφέρει να με κάνει να φάω κάτι . Είχα χάσει σίγουρα κάποια κιλά , η ταλαιπωρία φαινόταν σε κάθε σημείο του προσώπου μου , ήμουν σαν ζωντανή νεκρή , και ας προσπαθούσα να δείξω το αντίθετο . Δεν θυμόμουν από ποτέ είχε να κλείσω τα μάτια μου και να κοιμηθώ . Μόνο εκείνη την πρώτη μέρα με είχε πάρει ο ύπνος στην αγκαλιά του και όταν είχα ξυπνήσει το επόμενο πρωί εκείνος έλειπε , αφηνοτας πίσω του ένα απλό σημείωμα πως έπρεπε να φύγει . Δεν με ενδιέφερε να δικαιολογηθεί , κι όμως κάτι μέσα μου με είχε πειράξει . Δεν έπρεπε να με επηρεάζει τόσο στη ζωή μου . Γι αυτό και επέλεξα να τον αφήσω έξω από όλο αυτό .
Άκουσα συζήτηση έξω από το δωμάτιο μου . Ο Γκρεγκορι πιθανώς να είχε γυρίσει πάλι με άδεια χέρια . Προσπάθησα να προετοιμαστώ για ακόμη μια τρύπα στο νερό . Μια απογοήτευση που θα επιβάρυνε την ψυχολογία μου .
Άκουσα το χτύπημα στην ξύλινη πόρτα .
Έκλεισα τα μάτια μου χωρίς να απαντήσω . Ήταν από τις στιγμές που δνε ήθελα να μιλήσω ούτε στον Γκρεγκορι . Σε κανέναν . Ήθελα να χαθώ . Στην άβυσσο των σκέψεων μου .
«Σελινα άνοιξε την πόρτα !»
Η φωνή του γκρεγκ έφτασε στα αυτιά μου . Ήξερα πως δνε θα σταματούσε μέχρι να πάρει αυτό που θέλει . Όμως άξιζε τον κόπο να προσπαθήσω να τον διώξω .
«Εάν δεν ανοίξεις θα της σπάσω μικρή ! Ανησυχώ κατάλαβε το !»
Ξεφυσιξα . Είχε δίκιο . Ήξερα ότι γκρεγκ με αγαπούσε , απλώς δεν μπορούσα να διαχειριστώ όλη την κατάσταση μπροστά του .
Με βαριά καρδιά άνοιξα την πόρτα αφηνοτας τον να περάσει μέσα .
Μου α έριξε μια ανήσυχη μάτια πριν με κλείσει στην αγκαλιά του .
Με έσφιξε πάνω του και εγώ τύλιξα τα χέρια μου γύρω του .
«Μην το ξανακάνεις αυτό Σελινα ...σε παρακαλώ .» Μου είπε απαλά , μπορούσα να καταλάβω την σπασμένη φωνή του , έκλαιγε . Αυτές τις ημέρες τον είχα ακούσει να κλαίει πολύ . Λες και αναπλήρωνε τόσα χρόνια .
«Σ..συγνώμη .» Κατάφερες να πω . Ένιωθα απαίσια που τον κρατούσα σε απόσταση ενώ νοιαζόταν τόσο πολύ για εμένα . Δεν είχα κανένα δικαίωμα να του το κάνω αυτό .
Καθισα στην άκρη του κρεβατιού , εκείνης μιμήθηκε τις κινήσεις μου . Φαινόταν χειρότερα από κάθε άλλη μέρα .
«Δεν θα αντέξω να πάθεις κάτι Σελινα... έχω δώσει την υπόσχεση μου ... σε μεγάλωσα σαν να είσαι κόρη μου μικρή ... όταν ήσουν μωρό και σε είδα για πρώτη φορά ... σαν να μου έκανες μαγικά . Δεν μπορεσα να ξεκόλλησε ξανά από κοντά σου .»
«Το ξέρω γκρεγκ ... πέρασα τα περισσότερα χρόνια μαζί σου ... είσαι σαν δεύτερος πατέρας για εμένα . Δεν μου αρέσει να σε βλέπω έτσι σήμερα.»
«Πρέπει να φας κάτι ...»
«Γκρεγκ ...»
«Σελινα δεν μπορώ να λείπω ψάχνοντας τους γονείς σου ξέροντας ότι δεν προσεχείς τον εαυτό σου .»
«Είμαι καλά ...»
«Ας μην κοροϊδευόμαστε τώρα Σελινα ... είσαι χάλια .»
«Ας...ας τα αφήσουμε αυτά ... έχεις κανένα νέο ;»
Τον είδα να κομπιαζει ... ήξερα πως ήταν κακό σημάδι . Ο Γκρεγκορι ποτέ δεν μασούσε τα λόγια του εκτός εάν αυτό που ήθελε να πει ήταν πολύ κακό .
«Δεν θέλω να μου κρύβεις πράγματα . Δεν είμαι μωρό πλέον .»
«Το ξέρω μικρή ... απλώς ...»
«Πες μου .»
«Κατάφερα να εντοπίσω που είναι .. που μπορεί να είναι και έστειλα μια ομάδα ...»
«Ναι ..»η καρδιά μου χτυπούσε γρήγορα . Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν είχα καταλάβει πως κρατούσα σφιχτά το χέρι του .
«Τους βρήκαν Σελινα ... είναι καθοδον .» Είπε δίχως κανέναν ενθουσιασμό όμως εγώ δεν τον παρατήρησα . Ένα χαμόγελο απλώθηκε στα χείλη μου και σηκώθηκα αμέσως αγκαλιάζοντας τον .
«Αυτά είναι υπέροχα νέα Γκρεγκορι ! Πρέπει ..πρέπει να κατέβω κάτω να τους δω ! Ποσό μου έχουν λειψει .»
Αναφώνησα και σηκώθηκα απευθείας τρέχοντας προς τα κάτω . Ήταν πολύ αργά για να με σταματήσει , ακόμη και εάν άκουγα την φωνή του να μου φωνάζει να περιμένω .
Δεν μπορούσε να καταλάβει πως δεν γινόταν ; Είχα να τους δω μια εβδομάδα και ήδη ένιωθα πως είχε περάσει αιώνας . Το βάρος της ευθύνης έπεφτε σαν τούβλο πάνω μου .
Είδα το μαύρο αμάξι σταματημένο στην είσοδο του σπιτιού και τον πατέρα μπυ να βγαίνει ταλαιπωρημένος από μέσα . Το βλέμμα του έμοιαζε χαμένο , τα ρούχα του σκισμένα και γεμάτα αίματα , μερικές κερασμένες πληγές όμως τουλάχιστον ήταν ζωντανός .
Μόλις με είδε έβαλε όλη του την δύναμη για να τρέξει κοντά μου και εγώ άνοιξα τα χέρια μου για να τον υποδεχθω στην αγκαλιά μου .
«Σελινα ! Όμορφη μου κόρη ! Πίστευα πως δεν θα σε ξαναδώ !»
«Μπαμπά ! Ευτυχώς είσαι καλά μπαμπά ! Συγνώμη ... συγνώμη για όλα .»
«Για ποιον λόγο ζητάς συγνώμη ;»
«Ε..εάν είχα έρθει ... τίποτα δεν θα είχε συμβεί σε εσάς ...»
«Σσσς μην κατηγορείς τον εαυτό σου μικρή .... δεν φταις σε τίποτα ...» μου είπε ενώ με έσφιξε παραπάνω στην αγκαλιά του .
«Η μαμά ;» Ρώτησα καθώς προσπαθούσα να δω από πίσω του εάν είχε βγει . Όμως ο χώρος ήταν άδειος .
«Σελινα μου ...»
«Μπαμπά που είναι η μαμά ;»
«Δεν ...»
«Όχι ... μην το πεις ...»
«Αγάπη μου ... δεν ... δεν μπόρεσα .. δεν κατάφερα να την βοηθήσω ...»
«Όχι ! Μου λες ψέμματα ! Ψέμματα !»
Ούρλιαζα. Δεν μπορούσα να πιστέψω όσα μου έλεγε . Πρέπει να ήταν ψέμματα , ένας ακόμη εφιάλτης . Τσίμπησα τον εαυτό μου για να ξυπνήσω όμως τίποτα η εικόνα δεν έφευγε από κοντά μου .
«Σελινα ...» η φωνή του Γκρεγκορι ακούστηκε από πίσω μου . Και σταμάτησε απότομα . Μάλλον κατάλαβε ότι είχα μάθει .
«Όχι ... όχι γκρεγκ ... δεν ...δεν γίνεται ....»
προσπάθησε να με πλησιάσει για να με αγκαλιάσει όμως τραβήχθηκα απότομα από κοντά του .
«Μην με αγγίζεις ! Κανένας σας ! Μου λέτε ψέμματα !»
Φώναξα πριν αρχίσω να τρέχω μακρυά τους . Δεν ήξερα που θα πήγαινα , απλώς δεν μπορούσα να τους ακούω , δεν ήθελα να αντιμετωπίσω την αλήθεια που θα μου έλεγαν . Δεν το άντεχα .
Ανέβηκα οπως και οπως στην μηχανή μου ξεκινώντας για το μόνο μέρος ου ήξερα ότι θα μπορούσα να ηρεμήσω . Δεν κατάλαβα πως βρέθηκα κάτω απ ο την πολυκατοικία του . Μπυ είχε στείλει την διεύθυνση του όμως δεν περίμενα να την θυμάμαι .
Ανέβηκα τρέμοντας τις σκάλες . Τα πάντα γύρω μου να γυρίζουν . Ζαλιζόμουν .
Χτύπησα το κουδούνι του ανυπόμονα . Ευχόμουν να ήταν εδώ . Δεν άργησα να ακούσω τα βήματα του στην πόρτα , το κλειδί να γυρίζει στην κλειδαριά .
Στάθηκε μπροστά μου παραξενεμενος και τρομαγμένος . Πρέπει η κατάσταση μου να ήταν τραγική . Φυσικά και θα ήταν . Τα πάντα γύρω μου κατέρρεαν .
«Σελινα ;»
«Νίκολας...» ήταν το μόνο που πρόλαβα να του πω πριν νιώσω το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια μου .
«Σελινα !» Η φωνή του ακούστηκε σαν να ερχόταν από πολύ μακρυά , όμως ήμουν σίγουρη πως ήταν ακριβώς από πάνω μου . Έπειτα σκοτάδι , μαύρο , ακόμη δεν είχα καταλάβει πως αυτό θα με έπνιγε .

Femme fatale 2:the return Where stories live. Discover now