5 χρόνια πριν . Μιλανο . Βόρεια Ιταλία
Είχε καθίσει μόνη για πρώτη φορά . Το κρύωμα που είχε από τηρήσει την άφησε εκτός της πρώτης της αποστολής και καθηλωμένη στο κρεβάτι με 39 πυρετό και ένα κεφάλι καζάνι . Και το χειρότερο από όλα . Αυτό που φοβόταν πάντα . Μόνη στο σπίτι . Ήξερε πως όλοι θα είχαν πάει στην αποστολή . Οι γονείς της , αν και ήταν διστακτικοί στην αρχή ήξεραν πως δεν υπήρχε άλλη επιλογή . Ήταν σημαντική δουλειά και δεν γινόταν να αφήσουν τον Γκρεγκορι να την προσέχει . Και η ίδια είχε νιωσει έτοιμη να μείνει μόνη της . Πριν από λίγες μέρες είχε κλείσει τα 13 και θεωρούσε τον εαυτό της έτοιμο . Ίσως επειδή της είχαν υποσχεθεί πως πλέον δνε θα εκπαιδεύονταν μόνο αλλά θα έκανε και μερικές εύκολες αποστολές .
Τώρα όμως , με την απόλυτη ησυχία και το σκοτάδι να καλύπτει τα πάντα γύρω της , ένιωθε τρομοκρατημένη . Δεν είχε ξανάμείνει μονη της ποτέ .
Προσπάθησε να αποσπάσει τη προσοχή της με κάτι , διαβάζοντας κάποια από τα μαθήματα της , ή κάνοντας βασικές ασκήσεις , όμως ο πυρετός την άφηνε σχεδόν καθηλωμένη στο κρεβάτι . Δνε είχε καταλάβει πως αρρώστησε έτσι ξαφνικά . Μέχρι εχθές όλα πήγαιναν τέλεια , και ήταν πανέτοιμη για την σημερινή αποστολή . Και σήμερα το πρωί είχε ξυπνήσει χάλια . Προσπάθησε να το κρύψει όμως ο έντονος πυρετός της την έκανε να λυποθυμισε ο στην εκπαίδευση με τον Γκρεγκορι να πανικοβαλεται και να της απαγορεύει να βγει έξω . Και φυσικά οι γονείς της έσπευσαν να συμφωνήσουν μαζί του . Πάντα υπερπροστατευτικοί , χωρίς η ίδια να μπορεί να διακρίνει τον λόγο . Την ετοίμαζαν για να μπορεί να υπερασπίζεται μόνη της τον εαυτό της , και την επόμενη στιγμή της φέρονταν σαν να ήταν ένα εύθραυστο και άτακτο μωρό . Ήθελε να βγει έξω από αυτό το σπίτι . Η αποστολή ήταν η ευκαιρία της όμως όλα χάλασαν αναπάντεχα .
Κουλουριαστικε στο κρεβάτι της προσπαθώντας να σταματήσει να τρέμει . Κρύωνε , κρύωνε πολύ και δεν ήξερε τι να κάνει . Θα μπορούσε να πάρει τηλέφωνο την μητέρα της . Της είχε πει η ίδια να το κάνει εάν ήταν ανάγκη . Δεν ήθελε όμως να δείξει αδυναμία . Έπρεπε να τα βγάλει μόνη της πέρα . Εβηξε δυνατά καθώς προσπάθησε να σηκωθεί όρθια . Ήξερε ότι φυλούσαν τα αντιπυρετικά στο κάτω όροφο . Εκεί έπρεπε να πάει .εβαλε όλη την δύναμη της και στηρίχθηκε ατσουμπαλα στα πόδια της . Τα πάντα γύρω της γύριζαν , έκανε μικρός βήματα για να είναι σίγουρη ότι θα κρατηθεί όρθια .
Στάθηκε ελάχιστα μπροστά στον καθρέφτη . Το πρόσωπο της ήταν χλωμό , η μύτη της ένα κόκκινο χαλι και τα μαλλιά της ήταν μπερδεμένα σαν μπόγος .
Τελευταία παρατηρούσε τος αλλαγές στο κορμί της . Γινόταν λιγότερο παιδικό , όλο και πιο γυναικείο . Δεν είχε αποφασίσει ακόμη εάν της άρεσε ή όχι όλο αυτό . Ήταν πρωτόγνωρο και το παιρνουσε όλο μόνη της . Ο Γκρεγκορι μπορεί να την λάτρευε και να περνούσε ώρες μαζί της όμως δνε ήξερε από τέτοια θέματα , φίλες δεν είχε , δεν μπορούσε να το συζητήσει με κανέναν .
Αναστέναξε καθώς άνοιγε την πόρτα του δωματίου της . Ο διάδρομος ήταν σκοτεινός , άδειος . Σίγουρα είχαν φύγει όλοι . Έκανε προσεκτικά βήματα μέχρι τις σκάλες και από εκεί στον κάτω όροφο.
Ένα περίεργο συναίσθημα την κατέκλυζε . Σίγουρα δεν αισθανόταν τέλεια που είχε μείνει μόνη της για πρώτη φορά . Δνε είχε συνηθίσει την ηρεμία . Γύρισε απότομα πίσω της . Είχε την αίσθηση πως κάποιος την παρακολουθούσε . Τίποτα . Απλώς σκοτάδι . Έπρεπε να παψει να σκέφτεται παρανοϊκά . Ήταν απολύτως ασφαλής όσο βρισκόταν μέσα στο σπίτι .
Τέντωσε το μικροκαμωμενο κορμί της για να φτάσει στο ψηλό ράφι με τα φάρμακα.
«Είσαι μόνη σου απόψε μικρή .»
Μια άγνωστη φωνή την έκανε να παγώσει στη θέση της . Κρύος ιδρώτας ξεκινούσε να την λούζει ολόκληρη . Ήθελε να πολεμήσει τον άγνωστο που στεκόταν πσιω της , και όμως το κορμί της , παραδομένο στον πυρετό , αρνούνταν να υπακούσει στις επιθυμίες της . Έμοιαζε με μια άβουλη μάζα .
Έκλεισε βιαστικά το ντουλάπι γυρίζοντας αμυντικά προς το μέρος του αγνώστου άντρα . Η καρδιά της χτυπούσε γρήγορα από το άγχος και τον φόβο . Δεν ήξερε εάν ανέπνεε , εάν μπορούσε να αναπνεύσει .
«Ποιος είσαι εσυ ;»
Το ν ρώτησε τόσο σιγά που και η ίδια αμφέβαλε εάν η φωνή της είχε ακουστεί στο ελαχιστο .
Ο άντρας στκετοαν πολύ κοντά της , σε εντελως άβολη θέση . Δεν ήξερε ποιος ήταν δεν τον είχε δει ποτέ ξανά στην ζωή της .
Εκείνος της χαμογέλασε . Πλατιά και πονηρά . Όμως το παιδικό ακόμη μυαλο της αρνούνταν να συνειδητοποιησει τους σκοπούς του .
«Είμαι ο Νταβίντ Σελινα .»
«Πως ξέρεις το όνομα μου ;»
«Όλοι εδώ ξέρουν το όνομα σου μικρή . Δνε είναι και μυστικό . Κάποιος έχει ακούσει τους γονείς σου να σε φωνάζουν έτσι .»
«Δουλεύεις με τους γονείς μου ;» Τα μάτια της στένεψαν . Τον κοίταξε προσεκτικά . Δεν γινόταν να μην τον είχε ξαναδεί.
«Εδώ και κάποια χρόνια . Όμως ήμουν στην Αμερική . Τώρα μεταφέρθηκα εδώ .»
«Γιατί δνε είσαι στην αποστολή με τους άλλους ;»
«Είσαι ζόρικη Σελινα . Μου αρέσουν τα δυναμικά κορίτσια . Οι γονείς σου ήθελαν να μην είσαι εντελως μόνη .»
«Δεν μου είπαν κάτι τέτοιο . Ξέρω πως θα εμένα μόνη στο σπίτι . Γιατί να σε εμπιστευτώ;»
«Δεν έχω λόγο να σου πω ψέμματα μικρή . Γιατί να διακινδυνέψω την ζωή μου έτσι ;»
Η Σελινα τον κοιταξε εξεταστικά . Είχε δίκιο , θα ήταν τρελός εάν της έλεγε ψέματα . Οι γονείς της θα τον σκότωναν μόλις το μάθαιναν .
«Είσαι άρρωστη έτσι ;»
Η κοπέλα ενευσε καταφατικά . Ίσως έπρεπε να προσπαθησει να τον εμπιστευτεί . Ήταν άντρας των γονιών της . Ίσως κάποια στιγμή χρειαζόταν να συνεργαστεί μαζί του .
«Έλα , θα σε βοηθήσω να ξαπλωσεις .»
«Δεν χρειάζεται .»
«Δεν δαγκώνω Σελινα . Στο κρεβάτι σου θα σε πάω , να δω ποσό πυρετό έχεις . Έχω τηβ ευθύνη σου για σήμερα .»
Η φωνή του ήταν τόσο ήρεμη , απλή , λες και πραγματικά αυτος ήταν ο σκοπος του . Έπρεπε να παψει να είναι τόσο καχύποπτη με τα άτομα που δεν γνώριζε . Έτσι τον άφησε να την ακολουθήσει μέχρι το δωμάτιο της και να την ξαπλώσει στο κρεβάτι . Όμως δεν σηκώθηκε από δίπλα της , αντ αυτού ξεκίνησε να χαϊδεύει το κορμί της .
Η κοπέλα πήγε να μαζεύτει παραξενεμενη όμως η φωνή του την καθησύχασε ζ
«Ηρεμισε , δεν είναι κάτι κακό είναι φυσιολογικό .» Της είπε με εκείνη την απελπιστικά ήρεμη φωνή .
Δεν τον πίστευε όμως δεν μπορούσε να κάνει και τίποτα α άλλο . Τι γνώριζε εκείνη ; Ένα παιδί ήταν ακόμη με ελάχιστες εμπιρειες από την κανονική ζωή .
Τα χέρια του Νταβίντ μετακινήθηκαν κάτω από την μπλούζα της , αναζήτησαν το στήθος της που μόλις τώρα είχε αρχίσει να διαμορφώνεται και το χάιδεψαν , το ιδο ο συνέβη και με την προσωπική της περιοχή . Δεν ένιωθε καλά . Δεν της άρεσε όλο αυτό . Για κάποιο λόγο ένιωθε βιασμένη . Χωρίς να ξέρει ακόμη τη ν σημασία της λέξης .
Και έτσι ξαφνικά σταμάτησε ότι της έκανε και σηκώθηκε ήρεμος από πάνω της .
Έβλεπε την ανησυχία στο βλέμμα της . Έκανε παιω μερικές τούφες από τα ανακατεμένα μαλλιά της .
«Μην κανεις έτσι . Σου είπα πως δεν ήταν κάτι κακό .»
«Δεν ... δε μου άρεσε .»
«Θα το συνηθίσεις .»
«Δη.... δηλαδή θα ξαναγίνει ;»
«Ναι Σελινα. Και εσυ δεν θα πεις τίποτα τους γονείς σου ή άλλου γι αυτό . Συνεννοηθήκαμε ;» Της δήλωσε απλά
«Γιατί όχι ;»
«Θα είναι το μυστικό μας . Δνε θες να έχουμε το μυστικό μας ;»
Η Σελινα δεν ήξερε τι να πει . Τι ήταν σωστό να πει ; Ήταν μπερδεμένη , ανήσυχη , ανάστατη . Απλώς ενευσε παραδομένη στο άγριο βλέμμα του άντρα δίπλα της . Ένιωσε το χάιδεμα του στο κεφάλι της . Της χαμογέλασε αλλιώς , σχεδόν γλυκά .
«Θα τα πούμε σύντομα μικρή . Θα έρθω ξανά .»
Της είπε πριν σβήσει το φως της κρεβατοκάμαρας αφηνοτας την βυθισμένο η στο σκοτάδι και τον πυρετό της .
Λίγο ήξερε πως αυτή ήταν η πρώτη και η πιο αθώα από τις φορές που θα τον αντίκρυσε για τον επόμενο μισό χρόνο .
KAMU SEDANG MEMBACA
Femme fatale 2:the return
Romansa«Σε εμπιστεύτηκα . Σου έδωσα τα πάντα . Αψηφησα τους γονείς μου γι αυτό . Για να ειμαι μαζί σου . Πίστεψα σε εσένα , σε εμάς , σε αυτό που είχαμε . Γιατί μου το κανεις αυτο ;» Ο άντρας χαμογέλασε πλατιά . Ένα σατανικο χαμόγελο . Ποτέ άλλωτε δεν τον...