Σπασμενη

840 64 31
                                    

Είχαν έρθει . Μπορούσα να τους ακούσω από εδώ πάνω , κλεισμένη στο δωμάτιο μου , τρομαγμένη. Δνε ήθελα να κατέβω κάτω . Ένα κακό προαίσθημα ειχε καθίσει σαν κόμπος στο λαιμο μου από την ώρα που μου το ανακοίνωσε . Εξάλλου δεν ένιωθα καλά . Το κεφάλι μου πονούσε απίστευτα , με το ζόρι μπορούσα να δω καθαρά από τον πυρετό .
Ναι είχα ντυθεί ωραία . Ο Νίκολας μου το ζήτησε , και φυσικά θα τον υπαγουγα . Ένα μαύρο στενό και κοντό φόρεμα έδενε τέλεια γύρω από την μέση μου . Είχα αδυνατήσει αρκετά , όμως ακόμη θεωρούμουν όμορφη , και εκείνος με έλεγε όμορφη , και ας ήξερα πως δεν το εννοούσε με ευχαριστούσε να το ακούω από τα χείλη του .
Δεν μπορούσα να αποφύγω το σημερινό . Όσο και εάν ήθελα να παραμείνω κρυμμένη στην προστασία ,ποιος θα το φανταζόταν ότι θα θεωρούσα τον εαυτό μου ασφαλή μέσα σε ένα δωμάτιο , σε ένα σπίτι που είχε γίνει η κόλαση μου . Όμως θα ερχόταν να με φωνάξει , το ήξερα από τη πρώτη στιγμή που άκουσα τα κλειδιά στην εξώπορτα , που οι φωνές των αντρών τρυπήσαν τα αυτιά μου .
Είχε περάσει μισή ώρα από τότε , άρχισα να πιστεύω πως με είχαν ξεχάσει . Μακάρι να γινόταν έτσι . Δεν ήθελα να τον δω , γιατί ήξερα πως θα είχε έρθει η ώρα , πως έπρεπε να εμφανιστώ , να εγκαταλείψω το καταφύγιο μου και να αντιμετωπίσω για ακόμη μαι φορά την σκληρή πραγματικότητα .
Έπιναν . Σίγουρα είχαν γίνει λιώμα , τους άκουγα να γελάνε , υπερβολικά πολύ για να είναι νυμφαλιοι . Μόνο τον Νίκολας δεν μπορούσα να ακούσω . Βαθειά μέσα μου ηλπιζα να είναι ο μόνος νυμφαλιος . Η φωνή της λογικής που θα κρατήσει τους υπόλοιπους πίσω .
Η καρδιά μου χτυπούσε γρήγορα , προειδοποιητικά . Τι στο καλό γινόταν ;
Έπρεπε να του μιλήσω πρώτα .. να του πω ότι είχα μάθει λίγες ώρες πριν . Ήταν και δικ ότου το φταίξιμο εξάλλου . Και τώρα ένιωθα πνιγμένη από παντού . Θα θυμώνε . Αυτό ήταν το μόνο ο σίγουρο , απλώς ηλπιζα ότι θα με αγαπάει αρκετά για να το δεχτεί . Είχα ανάγκη να το δεχθεί . Ίσως και μια κρυφή ελπίδα πως ότι θα του έλεγα θα ήταν το μέσο για να αλλάξουν τα πάντα . Έπρεπε να αλλάξουν . Αλλιώς δεν ήξερα που θα οδηγήσει όλο αυτό το μίσος .
Άκουσα βήματα , πλησίαζαν προς το δωμάτιο μου . Η ανάσα μου κόπηκε . Κρύος ιδρώτας άρχισε να με λούζει . Το δωμάτιο ξαφνικά άρχισε να μου φαίνεται τόσο μικρό , αποπνικτικό . Δεν άντεχα .
Π ήλιος είχε φύγει για τα καλά . Το σκοτάδι θα κάλυπτε τα πάντα για την ώρα , όμως τα αποτελέσματα του τι θα γινόταν απόψε , θα φαινόταν αργότερα . Όταν το πρωί επέστρεφε , όταν θα ήταν πολύ αργά . Πολύ αργά και για τους τρεις μας .
Η πόρτα άνοιξε . Όμως δεν ήταν το γνωστό του άρωμα που γέμισε τα ρουθούνια μου , αλλά ένα άλλο βαρύ , ανδρικό άρωμα . Ένας από τους άντρες του έκανε την εμφάνιση του .
«Σε περιμένουν κάτω . Κουνήσου .» Μου είπε αυταρχικά , τόσο απότομα που και να μην ήθελα έπρεπε να υπάκουσω . Δεν έπρεπε να φέρομαι επιπόλαια . Δεν ήμουν μόνη πλέον . Πήρα μια βαθειά ανάσα . Θα τα κατάφερνα . Έπρεπε να τα καταφέρνω . Ο Νίκολας θα με προστάτευε , θα ήταν εκεί για να τους κρατήσει μακρυά . Ναι έπρεπε να είμαι ήρεμη .
Κατέβαινα τις σκάλες αργά , σχεδόν βασανιστικα . Δεν ήθελα να φτάσω στο σαλόνι . Ας το αργούσα όσο περισσότερο μπορούσα . Οι φωνές μεγάλωναν , γινόταν θηρία στο μυαλό και τα αυτιά μου . Το κορμί μου άρχισε να τρέμει . Γιατί ο Νίκολας δεν Ακουγόταν πουθενά ;
Μπήκα στο σαλόνι , τα μάτια μου απεγνωσμένα τον αναζητούσαν , ίσως να έφταιγε η θολούρα από τον πυρετό , η εξάντληση που ένιωθα όμως δνε τον έβλεπα πουθενά . Άγνωστοι άντρες είχαν μαζευτεί κει . Έπιναν , γελούσαν και το διασκέδαζαν . Στάθηκα λίγο για να καθαρίσει η όραση μου . Δεν είχαν άδικο , δεν ήταν μια παραίσθηση , δεν ήταν εκεί . Με είχε αφήσει μόνη μου στο στόμα του λύκου . Το αίσθημα του φόβου επέστρεψε δρυμητερο και φώλιασε για πάντα μέσα μου .
«Καλώς την !» Ένας απ ο αυτούς ήρθε προς το μέρος μου . Χαμογελούσε μεθυσμένα, κοιτούσε λαίμαργα . Δεν ήθελα να με κοιτάζει έτσι . Έπρεπε να φύγω .
Εκανα μερικά βήματα προς τα πίσω . Εάν έφτανα στην σκάλα μπορούσα να τρέξω πάνω και να φύγω .
«Που νομίζεις ότι πας κούκλα ; Δνε θα μας κανεις παρέα .»
«Π...που είναι ο Νίκολας ;»
Ο άντρας γέλασε .
«Ο καλός σου ...είναι ας πούμε λίγο απασχολημένος .»
«Δ..δεν είστε φίλοι του ;»
«Εμείς φίλοι του ; Όχι δεν θα το έλεγα . Ας πούμε γνωστοί από τα παλιά .»
«Θ...θα πάω στο δωμάτιο μου .»
«Όχι ... είσαι εδώ για να μας διασκεδάσεις ... και θα το κανεις . Πάντα ήθελα να δοκιμάσω μια από τις πουτανες του Νίκολας !» Γλεσε ξανά δυνατά . Το κεφάλι μου βούιζε .
«Ο...ο Νίκολας θα έρθει και τότε ...»
«Ο Νίκολας σε πούλησε μικρή ! Σε παράτησε σε βαρέθηκε ! Κατάλαβε το σύντομα και θα τα πάμε καλά !»
«Ψέμματα ! Λες ... ψέματα .»
«Ποτέ δεν θα έλεγα ψέματα φια κάτι τέτοιο μικρή .»
Το χέρι του απλώθηκε πάνω μου , το απέφυγα αηδιασμενη . Το μυαλό μου είχε θολώσει από τα λόγια που άκουγα να επαναλαμβάνονται στο μυαλό μου .
~σε πούλησε , δνε θα έρθει , σε βαρέθηκε !
Δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια μου . Τα πόδια μου δεν με κρατούσαν . Δεν ήθελα να το πιστέψω . Με άφησε , μας άφησε . Ήταν τόσο τέρας τελικά ; Πως μπόρεσε να μας το κάνει αυτό ; Δεν πρόλαβα καν να του μιλήσω γαμωτο ! Ανάθεμα .
«Κάθισε ήρεμα !»
«Μ..μην με αγγίζεις !» Του είπα , έπρεπε βα προστατευτώ και να προστατέψω και το πι όση Αντίκ ο πράγμα στη ζωή μου . Δεν ξέρω που βρήκα την δύναμη . Τον κλώτσησα . Δεν είχε σκουριάσει ακόμη , διπλωθηκε στα δυο και τότε ήταν η ευκαιρία μου να τρέξω . Ο πυρετός , η προδοσία με τρελαιναν , δεν μπορούσα να περπατήσω , δεν ήμουν καλά . Οι αισθήσεις μου με εγκατέλειπαν .
Εκείνοι με κηνυγουνσα , ήταν περισσότεροι , πιο δυνατοί . Με έφτασαν . Με έριξαν κάτω . Ένας οξυς πόνος διαπέρασε το κορμί μου . Τα χέρια μου αντανακλαστικά πάνω στην κοιλια μου . Πονούσα . Δάκρυα άρχισα να τρέχουν από τα μάτια μου .
Δεν είχα άλλη δύναμη .
«Συγνώμη .» Ψέλλισα . Μερικοί ήρθαν από πάνω μου κρατώντας τα χέρια και τα πόδια μου , άλλοι έβγαζαν το φόρεμα μου , τραβούσαν φωτογραφίες .
Συχαινομαι τον εαυτό μου . Γίνομαι βρώμικη . Πως με αφήνεις να γίνω έτσι Νίκολας ; Γιατί γαμωτο εγώ σε αγαπώ ! Γιατί ;
Μπήκαν μέσα μου , βίαια , ωμά , ήθελαν να με διαλύσουν . Επιτέλους ο Νίκολας κατάφερε αυτό που ήθελε απ ο την αρχή . Ήμουν σπασμένη ! Διαλυμένη και τον μισούσα . Τον μισούσα που μου το έκανε αυτό , που μας το έκανε .
Πληγές έτρεχαν αίμα απ ο παντού στο σώμα μου , ο πυρετός με είχε παραλύσει . Έκανε κρύο .
Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει . Εκείνοι βαρέθηκαν , με άφησαν και έφυγαν από το σπίτι . Εκεί γυμνή , διαλυμένη , ένα ράκος , στην είσοδο του σπιτιού . Ήθελα βα φωνάξω κανένας δεν θα με άκουγε όμως .
Έβαλα όση δύναμη είχα , σύρθηκα μέχρι τον πάνω όροφο , έπρεπε να φτάσω στο δωμάτιο μου .
Δεν ξέρω πως τα κατάφερα . Θυμάμαι μόνο αν μπαίνω μέσα , και μετά να χάνω την γη γύρω μου . Ήμουν βρώμικη , ανήθικη , πληγωμένη .
Σε μισώ Νίκολας ... και σε αγαπώ ταυτόχρονα .

Femme fatale 2:the return Donde viven las historias. Descúbrelo ahora