Κεφάλαιο 12

117 18 32
                                    



Ο καθαρός αέρας
Ο ήχος των κυμάτων
Τα θαλασσοπούλια να ισορροπούν πάνω σε βράχια με κλειστά τα μάτια
Ο ολόκληρος ήλιος από πάνω μου
Η κουνιστή καρέκλα στο μπαλκόνι
Το κωνικό ανάκτορο δίπλα στην θάλασσα
Το γυμνό σώμα του Τάνταλου πάνω στο κρεβάτι πίσω μου
Τόση γαλήνη...

Ο Τάνταλος με το σφιχτό γεροδεμένο σώμα κοιμόταν
Κατά βάθος το ήξερε ότι τον χρησιμοποιούσα για να διώξω την θλίψη μου αλλά ήταν πολύ χαζός για τον ενοχλήσει... Ίσως έπραττε και αυτός το ίδιο μιας και παρόμοια συναισθήματα φανταζόμουν να κυλάνε μέσα του από την φυγή της Αριάδνης

Η πόρτα χτύπησε διακριτικά

«Ανοιχτά είναι» φώναξα

Η πόρτα άνοιξε

Μια σκιά χωρίς υλική υπόσταση διέσχιζε το δωμάτιο

Στάθηκε λίγο πάνω από το αντρικό γυμνό σώμα πάνω στο κρεβάτι παρατηρώντας επικριτικά και το προσπέρασε λίγα δευτερόλεπτα αργότερα

Η Ηχώ εμφανίστηκε μπροστά μου πάνω στο ξύλινο μπαλκόνι και φυσικά δεν ξαφνιάστηκα, ήξερα κάθε της κίνηση από την στιγμή που βρέθηκε στην περιοχή

Το δικό μου γυμνό σώμα δεν έδειχνε να την απασχολεί ιδιαίτερα και αμέσως ξεκίνησε την αναφορά γύρω από την ομάδα που της είχα ζητήσει να κατασκοπεύει

Απ' ότι έλεγε οι τέσσερις λιποτάκτες δεν είχαν έρθει ακόμα σε επαφή με καμιά ομάδα επαναστατών. Ταξίδευαν συνεχώς από μέρος σε μέρος παρατηρώντας την ζωή στον έξω κόσμο προς το παρόν, η αυτό θέλανε να πιστεύουμε...  
Είχα διατάξει να τους αφήσουν ήσυχους μέχρι να δούμε τα κίνητρα τους και η αυτοκρατορία είχε συμφωνήσει μαζί μου. Κανένας δεν τους κυνήγησε. Κανένας έξω από εμάς δεν έμαθε ότι έφυγαν

Άφησα την Ηχώ ελεύθερη να αποσυρθεί και γύρισα στο κρεβάτι
Τα χέρια μου ταξίδευαν πάνω στο όμορφο σώμα του Τάνταλου απορροφώντας ακόμα μια φορά ενέργεια από την ψυχή του.  Απορρόφηση ενέργειας που έδειχνε να απολαμβάνει και να αποδέχεται σαν τίμημα. Ένα μικρό τίμημα που έπρεπε να πληρώνει κάθε φορά που ερχόταν σε επαφή με το κορμί μου

Οδεύοντας προς την τρίτη Ιουνίου [Ολοκληρωμένο]Where stories live. Discover now