Κεφάλαιο 11

131 19 11
                                    




«Τον αδελφό μου δεν θα τον ανακατέψετε σε αυτό» αναφώνησα

«Ορέστη ο Άγγελος ήρθε σε εμάς με έναν τρόπο σχεδόν μαγικό! Δεν είναι στο χέρι σου να μας απαγορεύεις τίποτα...»

«Ναι αλλά...»

«Από αυτόν εξαρτάτε πως θα βαδίσει στην ζωή του και αντικειμενικά μιλώντας είναι ο ποιο σημαντικός άνθρωπος της επανάστασης. Το μόνο που μπορώ να σου εγγυηθώ είναι ότι η ζωή του δεν θα τεθεί σε κίνδυνο με κανέναν τρόπο»

Αυτό κατάφερε να με καθησυχάσει λιγάκι «Καλώς» είπα αποχώρησα

«Εεε που πας;» ρώτησε η Κασσάνδρα από μακριά ξαφνιασμένη «Είναι ο μοναδικός σου συγγενής εν ζωή και δεν θέλεις να τον συναντήσεις»

«Όχι... Μετά από όσα έχω κάνει έχασα αυτό το δικαίωμα...» φώναξα και έφυγα

«Απίστευτο...» την άκουσα να λέει μονολογώντας με τον εαυτό της «πραγματικά απίστευτο»

Δεν ήθελα με τίποτα να με δει ο αδελφός μου σε αυτή την κατάσταση.
Οργή, μίσος και κάτι πολύ σκοτεινότερο κυλούσε στις φλέβες μου.
Είχαν σβήσει σχεδόν όλα μέσα στο μυαλό μου.
Όλα εκτός από ένα πρόσωπο...
Τα χαρακτηριστικά προσώπου του Βουράκη με τις έντονες γωνίες, τα γελοία γυαλιά και το κόκκινο αίμα που κυλούσε παλλόμενο μέσα στις φλέβες του έμεναν εκεί, ν
α με στοιχειώνουν, ή μάλλον να στοιχειώνω για την ακρίβεια διότι αυτός ήταν που θα έπρεπε να φοβάται από δω και πέρα...


Το επόμενο πρωί μας βρήκε στην μέση του πουθενά καθισμένους σε στάση διαλογισμού κάτω από τα δέντρα.
Ήμουν μόνο εγώ και η Κασσάνδρα.
Εκπαίδευση το είχε πει και είχαμε ήδη ξεκινήσει

«Αφέσου Ορέστη» έλεγε απαλά

«Την τελευταία φορά που μου είπε κάποιος κάτι τέτοιο δεν δούλεψε καλά για αυτόν»

«Μην πολεμάς αυτό που είσαι... αποδέξου το» συνέχιζε πεισματικά αυτή στον ίδιο τόνο

«Η Κασσιόπη πέρασε την ίδια διαδικασία;» ρώτησα απορημένος

«Η Κασσιόπη δεν έχει την ωριμότητα ακόμα να πάει στο επόμενο βήμα»

«Είσαι σκληρή δασκάλα Κασσάνδρα» δήλωσα και ρουθούνισα νιώθοντας ευχαρίστηση να κυλάει μέσα μου

Βρισκόμασταν απομονωμένοι, σε ένα μέρος κάτω από τα δέντρα, αρκετά μακριά από την βάση. Αρκετά μακριά από ανθρώπους. Καθισμένοι στο έδαφος ο ένας απέναντι από τον άλλον.
Τα σπαθιά μου, η μπλούζα μου, οι γεωθερμικές μου κάλτσες και τα κοντά μποτάκια ήταν πεταμένα δίπλα μου. Φορούσα μόνο το κάτω μέρος της μαύρης φόρμας.
Ο πρωινός καυτός ήλιος ήταν αρκετός για να με ζεστάνει
Η Κασσάνδρα περιβαλλόταν από ένα ροζ με μπλε τυχαίες αποχρώσεις κοντομάνικο μπλουζάκι και λευκό παντελόνι. Κάλτσες, παπούτσια ήταν προσεκτικά ακουμπισμένα δίπλα της. Τα μαστίγια - φίδια της ήταν διπλωμένα σε δύο δερμάτινες θήκες και περασμένα στην χρυσαφί ζώνη της. Ένιωθα ασφάλεια απέναντι από αυτό το γλυκό παιδικό πρόσωπο με τα ξανθά μακριά μαλλιά και τα δύο πανέξυπνα μάτια που με κοιτούσαν συνεχώς

Οδεύοντας προς την τρίτη Ιουνίου [Ολοκληρωμένο]Donde viven las historias. Descúbrelo ahora