Part 41

259 10 0
                                    

"Σε δύο λεπτά έχουμε μάθημα. Πρέπει να πάω να πάρω τα βιβλία μου."
"Ναι. Πήγαινε εσύ και θα τα πούμε όταν τελειώσουμε."
"Εντάξει θα σου στέλνω μηνύματα."
"Ναι." είπα και έφυγα βιαστικά. Δεν είδα καθόλου την αδερφή μου. Ευτυχώς συνάντησα την Τζούλιαν και με βοήθησε να βρω την αίθουσα που είχα μάθημα.

[...]

Είχα διάλειμμα και κάθησα σε έναν πάγκο. Σκεφτόμουν τι είχα πει στον Γιώργο. Τα μετανιώνω όλα όσα έχω πει. Ντρέπομαι πολύ. Τον κρίνω χωρίς να τον γνωρίζω πάρα πολύ καλά. Χριστέ μου, είμαι απαίσια. Δεν κοιτάζει άλλες όταν είναι μαζί μου αλλά αυτές τον κοιτάζουν και είναι εξοργιστικο. Δεν είναι καθόλου ωραίο να βλέπεις άλλες να κοιτάνε το αγόρι σου και εσένα και να περιμένουν να πάρουν την θέση σου.
"Επ! Τι σκέφτεσαι εσύ;" είπε ο Αντρέας και κάθησε δίπλα μου.
"Ω! Γεια! Τι κάνεις;"
"Καλά είμαι! Εσύ; Πως πάνε τα μάθηματα;"
"Νομίζω αρκετά καλά. Εσύ πως τα πας;"
"Πολύ καλά!"
"Χαίρομαι."
"Λοιπόν θα βγούμε εκείνη την βόλτα σήμερα;"
"Για σήμερα δεν νομίζω. Η αλήθεια είναι πως μέχρι την Παρασκευή δεν θα μπορέσω. Το Σαββατοκύριακο όμως σίγουρα θα πάμε εκείνη την βόλτα."
"Okay τέλεια! Με την γλώσσα πως τα πας; Θα με χρειαστείς;"
"Εντάξει κάτι καταλαβαίνω. Ακόμα είμαστε στην αρχή αλλά ναι, σίγουρα θα σε χρειαστώ."
"Οπότε θες είμαι στην διάθεση σου."
"Ειλικρινά σε ευχαριστώ."
"Δεν κάνει τίποτα αλλά μου χρωστάς μια βόλτα ή έστω έναν καφέ." είπε καθώς σηκωνόταν.
"Σου υπόσχομαι αυτό το σαββατοκύριακο."
"Εντάξει θα περιμένω μήνυμα σου." ήταν η τελευταία του φράση πριν χαθεί στο πλήθος φοιτητών. Σηκώθηκα κι εγώ και πήγα να βρω την αίθουσα που τώρα είχα μάθημα. Ήταν το τελευταίο για σήμερα. Με τον Γιώργο είχαμε ανταλλάξει μόνο πέντε μηνύματα. Τι μάθηματα έχουμε. Ίσως να τον πείραξαν τα λόγια μου. Όμως αυτά που του είπα, ήταν αυτά που ένιωθα. Ζηλεύω σε λογικά πλαίσια. Ίσως. Έτσι θέλω να πιστεύω. Αφού τελείωσα το μάθημα πήγα κατευθείαν στο δωμάτιο του Γιώργου. Όταν έστριψα στον διάδρομο όπου ήταν το δωμάτιο είδα τον Διονύση να μιλάει με μία κοπέλα. Είπα να μην τους διακόψω και τηλεφώνησα στον Γιώργο.
"Εγώ είμαι απ'έξω από το δωμάτιο."
"Και εγώ τώρα μπαίνω στο κτήριο. Είχα πάει να πάρω τσιγάρα. Σε ένα λεπτό θα είμαι εκεί."
"Ωραία θα σε περιμένω απ'έξω."
"Αν θες μπες μέσα. Λογικά θα είναι ο Διονύσης στο δωμάτιο."
"Καλά θα δω." είπα πριν κλείσω το τηλέφωνο. Ο Διονύσης μάλλον είχε μπει στο δωμάτιο αλλά δεν ξέρω αν ήταν μόνος ή με την κοπέλα που ήταν μαζί. Πλησίασα και προσπάθησα να ακούσω ομιλίες από το δωμάτιο. Απόλυτη σιωπή. Χτύπησα την πόρτα εν τέλει.
"Ω! Γεια σου Δανάη!" είπε ο Διονύσης ενθουσιασμένος.
"Γεια!"
"Πέρασε μέσα." είπε και μου έκανε νόημα να περάσω.
"Πως κι απ'εδώ;"
"Περιμένω τον Γιώργο."
"Αα μάλιστα."
"Εσύ πως είσαι;"
"Καλά είμαι. Εσύ με τα μάθηματα προσαρμόστηκες;"
"Ναι πάνε μέχρι στιγμής αρκετά καλά."
"Μπράβο! Αυτό είναι καλό!" πρόλαβε να ολοκληρώσει πριν μπει ο Γιώργος στο δωμάτιο.
"Γιώργο θέλω να σου ζητήσω μια χάρη."
"Για λέγε."
"Μπορείς να μην κοιμηθείς το βράδυ εδώ;"
"Έτσι κι αλλιώς δεν θα κοιμόμουν εδώ."
"Ωραία γιατί θα φέρω πρόσωπο."
"Δανάη πάμε;"
"Ναι ναι πάμε." είπα και σηκώθηκα από το κρεβάτι του Γιώργου.
"Να σου πω όμως εγώ θα σου κάνω την χάρη να μην έρθω σήμερα αλλά εσύ δεν θα μείνεις εδώ αύριο. Σύμφωνοι;"
"Σύμφωνοι!" είπε ο Διονύσης και δώσανε τα χέρια.
"Λοιπόν, Διονύση χάρηκα που σε είδα. Θα τα πούμε."
"Ναι! Θα τα πούμε. Αντίο και καλά να περάσετε."
"Ευχαριστούμε." πρόλαβα να πω ενώ παράλληλα ο Γιώργος με τράβαγε για να βγω από το δωμάτιο. Αφού βγήκαμε από το δωμάτιο, έκλεισε την πόρτα και με κόλλησε στον τοίχο. Με φίλησε χωρίς να πει κάτι. Όταν με φιλάει χάνω την αίσθηση του χρόνου και του τόπου. Το φιλί μας είναι σαν μια δόση ναρκωτικών. Τόσο εθιστικό. Διέκοψα το φιλί για να πάρω ανάσα. Δεν πέρασαν δύο δευτερόλεπτα και τα χείλη του Γιώργου βρίσκονταν πάνω στα δικά μου αλλά αυτή τη φορά ήταν διαφορετικά. Δεν ήταν άγριο αλλά ένα φιλί γεμάτο συναίσθημα. Τα χέρια μου είχαν μπλεχτεί στα μαλλιά του και τα χέρια του είχαν τυλιχτεί στην μέση μου. Τραβήχτηκα για να τον κοιτάξω. Τελικά δεν είχε θυμώσει μαζί μου.
"Που θα με πας;"
"Ξέρω ένα καλό ιταλικό εστιατόριο. Θέλεις να πάμε εκεί;"
"Ναι!"
"Θες να περάσουμε από το σπίτι να αφήσεις τα βιβλία σου;"
"Αν είναι εύκολο, ναι, θα το ήθελα."
"Ωραία πάμε." Με έπιασε από το χέρι και βγήκαμε στον εξωτερικό διάδρομο. Περάσαμε την αυλή και φτάσαμε στο πάρκινγκ.
"Λοιπόν, πήρα αυτό το κράνος για εσένα." είπε και μου έδωσε μωβ κράνος.
"Μου αρέσει το μώβ αλλά και το μπορντό. Το μπορντό πάει με τα μαλλιά μου. Αυτό για να το γνωρίζεις."
"Ένα ευχαριστώ θα μου αρκούσε."
"Μπορώ να σε ευχαριστήσω όχι μόνο λεκτικά αλλά και με άλλους τρόπους. Ποιόν προτιμάς;"
"Για τώρα λεκτικά αλλά το βράδυ..."
"Το βράδυ, ξέρω."
"Για βαλ' το να σε δω." Το έβαλα και κοίταξα τον εαυτό στον καθρέφτη της μηχανής.
"Μου πάει! Μου αρέσει! Σε ευχαριστώ που με σκέφτηκες." είπα και τον αγκάλιασα κατευθείαν.
"Δανάη είσαι η πρώτη μου σκέψη το πρωί και η τελευταία το βράδυ." Εξυσε τον σβέρκο του νευρικά. Πάλι είπε την σκέψη του δυνατά. Τον λατρεύω όταν το κάνει. Έβαλε το κράνος του και ανέβηκα πάνω στην μηχανή. Φτάσαμε στο σπίτι μου. Άνοιξα, άφησα τα πράγματα μου και φύγαμε αμέσως. Μόλις φτάσουμε στο μαγαζί θα τηλεφωνήσω στην Χριστίνα. Θα έχει ανησυχήσει πολύ.

Together ForeverWhere stories live. Discover now